ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ
Επιμέλεια ύλης: Μιρέλλα Τσερόλα, ΜΔΕ Εργατικού Δικαίου
I. Αρείου Πάγου 1245/2019: «Επιχειρησιακή συνήθεια- Ανώτατο όριο αποζημιώσεως»
II. Αρείου Πάγου 1318/2019: «Εκ περιτροπής εργασία»
III. Αρείου Πάγου 3/2020: «Προστασία προσωπικών δεδομένων εργαζομένων»
IV. Αρείου Πάγου 140/2020: «Αναιτιώδης η καταγγελία συμβάσεως εμμίσθου εντολής και υπό το νέο Ν. 4194/13»
V. Συμβουλίου της Επικρατείας 1786/2019: «Ομαδικές απολύσεις»
VI. Αρείου Πάγου 104/2020: «Στοιχεία του ορισμένου αγωγής με την οποία ζητούνται διαφορές αποδοχών δυνάμει σ.σ.ε και δ.α. - Γνωστοποίηση προϋπηρεσίας οδηγών τουριστικών λεωφορείων»
VII. Αρείου Πάγου 1457/2019 «Μειώσεις αποδοχών των εργαζομένων του δημοσίου τομέα»
VIII. Αρείου Πάγου 107/2019 «Διαδοχικές συμβάσεις ορισμένου χρόνου στον δημόσιο τομέα»
IX.Αρείου Πάγου 451/2020 «Η ακυρότητα της σύμβασης εργασίας λόγω έλλειψης πιστοποιητικού υγείας»
Περίληψη: Η επί ικανό χρονικό διάστημα, κατά τρόπο γενικό, απρόσωπο και ομοιόμορφο, χωρίς επιφύλαξη, χορήγηση οικειοθελών παροχών προς το προσωπικό απολήγει στην δημιουργία επιχειρησιακής συνήθειας, η οποία αφαιρεί από την παροχή τον οικειοθελή και ελευθέρως ανακλητό χαρακτήρα - Δεν δημιουργεί επιχειρησιακή συνήθεια ο (εξακολουθητικός) τρόπος κατά τον οποίο ο εργοδότης αντιμετωπίζει ωρισμένα εξατομικευμένα περιστατικά - Υποχρέωση εφαρμογής της ίσης μεταχειρίσεως κατ’ άρθρον 288 ΑΚ - Για την ύπαρξη μακροχρονίου ομοιόμορφου χειρισμού θα πρέπει ο χειρισμός να αφορά όμοιες περιπτώσεις
Διαβάστε περισσότερα
Περίληψη: Η επιβολή της εκ περιτροπής εργασίας αξιολογείται από τον νομοθέτη ως ηπιότερο μέτρο έναντι της καταγγελίας, και δεν επιτρέπεται η μονομερής επιβολή συστήματος εργασίας κατά πλήρες ημερήσιο ωράριο για τις ίδιες ημέρες στους μισθωτούς, χωρίς να υπάρχει εναλλάξ παροχή εργασίας. - Στο έγγραφο της ενημέρωσης δεν απαιτείται να αναφέρονται αριθμητικά στοιχεία - Όταν οι εργαζόμενοι είναι ολιγάριθμοι και γνωρίζουν το πρόβλημα, αρκεί να μεσολαβεί και μία ημέρα μεταξύ της ενημέρωσης και της διαβούλευσης.
Διαβάστε περισσότερα
Περίληψη: Οδηγία 95/46/ΕΚ και Ν. 2472/97 «Προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα» - O τρίτος εκτελών την επεξεργασία δεν έχει αυτοτελή υποχρέωση ενημέρωσης - Εξαίρεση υπάρχει μόνον όταν συλλέγει κι επεξεργάζεται τα δεδομένα για λόγους διαφορετικούς από την σχετική σύμβαση ανάθεσης μεταξύ αυτού και του υπεύθυνου επεξεργασίας, οπότε και δεν ενεργεί για λογαριασμό και υπό την εποπτεία του τελευταίου - Περίπτωση Τραπέζης, η οποία παραχώρησε τα προσωπικά δεδομένα πελάτη της σε εταιρεία εισπράξεως απαιτήσεων. Δεν υπήρξε παραβίαση της υποχρεώσεως ενημέρωσης
Διαβάστε περισσότερα
Περίληψη: Η καταγγελία σύμβασης έμμισθης εντολής είναι αναιτιώδης υπό τον Ν. 4194/13, εκτός εάν στην Υπηρεσία ισχύει Κανονισμός που προβλέπει μονιμότητα, οπότε απαιτείται σπουδαίος λόγος. Ωστόσο, σύμφωνα με τις διατάξεις της ΠΥΣ 6/12 καταργήθηκαν διατάξεις περί μονιμότητας για επιχειρήσεις που υπάγονται ή είχαν υπαχθεί στον ευρύτερο Δημόσιο Τομέα. - Αναίρεση της αποφάσεως του Εφετείου που έκρινε ότι η καταγγελία της συμβάσεως εμμίσθου εντολής ήταν άκυρη λόγω ελλείψεως σπουδαίου λόγου, ενώ είχε καταργηθεί η μονιμότητα.
Διαβάστε περισσότερα
Περίληψη: Ακύρωση αποφάσεως του Υπ. Εργασίας περί μη εγκρίσεως του σχεδίου απολύσεων (Ν. 1387/83) - Η διαφορά παρουσιάζει στοιχείο ενωσιακής διασυνοριακότητος και έλκεται εις εφαρμογήν το πρωτογενές ενωσιακό δίκαιο - Εφαρμογή των κριθέντων με την απόφαση του ΔΕΕ της 21-12-2016.
Διαβάστε περισσότερα
Περίληψη: Στοιχεία για το ορισμένου του δικογράφου αγωγής, με την οποία ζητείται η επιδίκαση διαφορών στον ενάγοντα μισθωτό μεταξύ οφειλομένων κατά νόμο (δεδουλευμένων ή μη) και καταβληθέντων σε αυτόν μικρότερων αποδοχών, περιλαμβανομένων των επιδομάτων εορτών και αδείας. Όταν ζητούνται διαφορές αποδοχών με βάση ΣΣΕ ή ΔΑ, για το ορισμένο της αγωγής δεν είναι απαραίτητο να αναφέρονται σ` αυτήν οι εφαρμοστέες ΣΣΕ & ΔΑ, ούτε ο χρόνος από τον οποίο αυτές κηρύχθηκαν εκτελεστές - Όροι αμοιβής Οδηγών Τουριστικών Λεωφορείων. Τρόπος γνωστοποίησης του χρόνου προϋπηρεσίας και της οικογενειακής κατάστασης του οδηγού για κατάταξη σε μισθολογική βαθμίδα. Δεν είναι απαραίτητο, για το ορισμένο της αγωγής με την οποία ζητούνται διαφορές δεδουλευμένων αποδοχών, να διαλαμβάνεται στο δικόγραφο το στοιχείο της τήρησης της διαδικασίας γνωστοποιήσεως. Περιστατικά. (Απορρίπτει την αίτηση για αναίρεση της υπ΄ αριθμ. 1774/2018 ΜονΕφΑθηνών).
Διαβάστε περισσότερα
Περίληψη: Αίτηση αναιρέσεως σχετικά με μείωση αποδοχών μόνιμων υπαλλήλων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου του Δημοσίου τομέα, για τον λόγο ότι η εφαρμογή του ν. 4093/2012 είχε ως συνέπεια δεύτερη μείωση των μηνιαίων αποδοχών τους σε ποσοστό 25%, ενώ σύμφωνα με τον Ν. 4024/2011 για τις μειώσεις σε ποσοστό 25% των μηνιαίων αποδοχών απαιτείται για τον υπολογισμό της μείωσης το ποσοστό αυτό να βρεθεί βάσει των αποδοχών, που καταβάλλονταν κατά την έναρξη ισχύος της πιο πάνω διάταξης, δηλαδή στις 27.10.2011 και όχι την 31η.12.2012 - Ο μοναδικός λόγος αναίρεσης, παραπέμπεται στην Πλήρη Ολομέλεια του ΑΠ.
Διαβάστε περισσότερα
Περίληψη: Η προστασία της εγκύου ισχύει για εργαζόμενη με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου, ωστόσο η προστασία δεν παρατείνεται πέραν της συμβατικής διάρκειας του προκαθορισμένου χρόνου παροχής εργασίας. Στην υπό κρίση υπόθεση, επρόκειτο για άκυρες συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου και η απαγόρευση καταγγελίας της σχέσης εργασίας εκτεινόταν μόνο μέχρι τη συμβατική λήξη της τελευταίας συμβάσεως εργασίας της και όχι μέχρι και ένα έτος μετά τον τοκετό.
Διαβάστε περισσότερα
Περίληψη: Η έλλειψη ή η μη θεώρηση βιβλιαρίου υγείας εργαζόμενου σε καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος επιφέρει ακυρότητα της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας και ο εργαζόμενος τελεί σε απλή σχέση εργασίας με τον εργοδότη. Η έλλειψή του σε αγωγή αναγνώρισης της ακυρότητας και επιδίκασης αποδοχών υπερημερίας, αποτελεί ένσταση του εναγόμενου εργοδότη περί ακυρότητας της σύμβασης. Το Εφετείο με το να λάβει υπόψη αυτεπαγγέλτως την έλλειψη κατοχής βιβλιαρίου υγείας δεν παραβίασε τη διάταξη του άρθ. 6 § 1 της ΕΣΔΑ.
Διαβάστε περισσότερα
ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ
Επιμέλεια ύλης: Αναστασία Μπογδάνη, ΜΔΕ Εργατικού Δικαίου
Ι. Απόφαση του ΔEE στην υπόθεση C-760/18 περί «συμβάσεων ορισμένου χρόνου»
ΙΙ. Απόφαση του ΔEE στην υπόθεση C- 710/19 περί «ελεύθερης κυκλοφορίας προσώπων»
ΙΙΙ. Απόφαση του ΔEE στην υπόθεση C- 815/18 περί «απόσπασης εργαζομένων»
IV. Απόφαση του ΔΕΕ στην υπόθεση C- 799/19 περί «προστασίας εργαζομένων σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εργοδότη»
V. Απόφαση του ΔΕΕ στην υπόθεση C-303/19 περί «δικαιώματος ίσης μεταχείρισης επί μακρόν διαμένοντων»
VI. Απόφαση του ΔΕΕ στην υπόθεση C-463/19 περί «δικαιώματος ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών»
VII. Απόφαση του ΔΕΕ στην υπόθεση C-300/19 περί «ομαδικών απολύσεων»
VIII. Απόφαση του ΔΕΕ στην υπόθεση C-681/18 περί «προσωρινής απασχόλησης»
IX. Απόφαση του ΔΕΕ στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C- 644/19 περί «συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου»
X. Απόφαση του ΔΕΕ στην υπόθεση C-181/19 περί «ελεύθερης κυκλοφορίας εργαζομένων»
ΧΙ. Απόφαση του ΔΕΕ στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C- 674/18 και C- 675/18 περί «αφερρεγγυότητος εργοδότη»
ΧΙΙ. Απφαση του ΔΕΕ στην υπόθεση C- 658/18 περί «συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου
ΧΙΙΙ. Απόφαση του ΔΕΕ στην υπόθεση C-610/18 περί «κοινωνικής ασφάλισης και διακινούμενων εργαζόμενων»
XIV. Απόφαση του ΔΕΕ στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C- 762/18 και C- 37/19 περί «προστασίας ασφάλειας και υγείας των εργαζομένων»
XV. Απόφαση ΕΔΔΑ της 15ης Δεκεμβρίου 2020 στην υπόθεση Pişkin κατά Τουρκίας (προσφυγή 33399/18)
XVI. Απόφαση Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου της 17ης Δεκεμβρίου 2020 στην υπόθεση Mile Novaković κατά Αυστρίας (προσφυγή 73544/14)
XVII. Απόφαση Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου της 21ης Νοεμβρίου 2019 στην υπόθεση Popović και λοιποί κατά Σερβίας (προσφυγή 26944/13 και άλλες τρεις)
Περίληψη: Κατ’ ορθή ερμηνεία της ρήτρας 1 και της ρήτρας 5, σημείο 2, της συμφωνίας-πλαισίου για την εργασία ορισμένου χρόνου, που συνήφθη στις 18 Μαρτίου 1999 και περιλαμβάνεται στο παράρτημα της οδηγίας 1999/70/ΕΚ η έννοια «διαδοχικές συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου», κατά τις διατάξεις αυτές, καλύπτει και την αυτοδίκαιη παράταση των συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου των εργαζομένων στον τομέα της καθαριότητας των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, η οποία έλαβε χώρα δυνάμει ρητών εθνικών διατάξεων και παρά τη μη τήρηση του έγγραφου τύπου που προβλέπεται κατ’ αρχήν για τη σύναψη των διαδοχικών συμβάσεων εργασίας. Περαιτέρω, η ρήτρα 5, σημείο 1, της συμφωνίας-πλαισίου για την εργασία ορισμένου χρόνου έχει την έννοια ότι, όταν έχει σημειωθεί καταχρηστική χρησιμοποίηση διαδοχικών συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου κατά την έννοια της διάταξης αυτής, η υποχρέωση του αιτούντος δικαστηρίου να ερμηνεύσει και να εφαρμόσει, κατά το μέτρο του δυνατού, όλες τις κρίσιμες διατάξεις του εσωτερικού δικαίου κατά τρόπο ώστε να επιβληθεί η προσήκουσα κύρωση για την κατάχρηση και να εξαλειφθούν οι συνέπειες της παραβίασης του δικαίου της Ένωσης περιλαμβάνει την εκτίμηση του ζητήματος αν οι διατάξεις προγενέστερης και εισέτι ισχύουσας εθνικής ρύθμισης που επιτρέπει τη μετατροπή διαδοχικών συμβάσεων ορισμένου χρόνου σε σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου μπορούν, ενδεχομένως, να εφαρμοστούν στο πλαίσιο της σύμφωνης αυτής ερμηνείας, μολονότι εθνικές διατάξεις συνταγματικής φύσης απαγορεύουν απολύτως τέτοια μετατροπή όσον αφορά τον δημόσιο τομέα.
Διαβάστε περισσότερα
Περίληψη: Το άρθρο 45 ΣΛΕΕ και το άρθρο 14, παράγραφος 4, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1612/68 και την κατάργηση των οδηγιών 64/221/ΕΟΚ, 68/360/ΕΟΚ, 72/194/ΕΟΚ, 73/148/ΕΟΚ, 75/34/ΕΟΚ, 75/35/ΕΟΚ, 90/364/ΕΟΚ, 90/365/ΕΟΚ και 93/96/ΕΟΚ, έχουν την έννοια ότι ένα κράτος μέλος υποδοχής υποχρεούται να χορηγεί εύλογη προθεσμία σε πολίτη της Ένωσης, η οποία αρχίζει από τον χρόνο κατά τον οποίο ο πολίτης αυτός της Ένωσης εγγράφηκε στην αρμόδια υπηρεσία ως πρόσωπο που αναζητεί εργασία, προκειμένου να του παρασχεθεί η δυνατότητα να λάβει γνώση των προσφερομένων θέσεων εργασίας που είναι κατάλληλες για αυτόν και να προβεί στις αναγκαίες ενέργειες προκειμένου να προσληφθεί. Περαιτέρω, κατά τη διάρκεια της προθεσμίας αυτής, το κράτος μέλος υποδοχής μπορεί να απαιτεί από τον ενδιαφερόμενο να αποδείξει ότι αναζητεί εργασία. Μόνο μετά την παρέλευση της εν λόγω προθεσμίας μπορεί το κράτος μέλος αυτό να απαιτεί από τον αναζητούντα εργασία να αποδείξει όχι μόνον ότι εξακολουθεί να αναζητεί εργασία, αλλά και ότι έχει πραγματικές πιθανότητες να προσληφθεί.
Διαβάστε περισσότερα
Περίληψη: Η οδηγία 96/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 1996, σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών, έχει την έννοια ότι εφαρμόζεται στις διεθνικές παροχές υπηρεσιών στον τομέα των οδικών μεταφορών. Το άρθρο 1, παράγραφοι 1 και 3, και το άρθρο 2, παράγραφος 1, της οδηγίας 96/71 έχουν την έννοια ότι εργαζόμενος ο οποίος εργάζεται ως οδηγός στον τομέα των διεθνών οδικών μεταφορών, στο πλαίσιο συμβάσεως μεταφοράς εμπορευμάτων μεταξύ της εγκατεστημένης σε κράτος μέλος επιχειρήσεως που τον απασχολεί και επιχειρήσεως εγκατεστημένης σε κράτος μέλος άλλο από εκείνο στο οποίο ο εργαζόμενος συνήθως εργάζεται, θεωρείται αποσπασμένος εργαζόμενος στο έδαφος κράτους μέλους κατά την έννοια των εν λόγω διατάξεων, οσάκις η εκτέλεση της εργασίας του, κατά το επίμαχο περιορισμένο χρονικό διάστημα, συνδέεται επαρκώς με το οικείο έδαφος. Το κατά πόσον υφίσταται τέτοιος σύνδεσμος καθορίζεται στο πλαίσιο σφαιρικής εκτιμήσεως στοιχείων όπως η φύση των δραστηριοτήτων που ο οικείος εργαζόμενος ασκεί στο εν λόγω έδαφος, το πόσο στενά συνδέονται οι δραστηριότητες του εν λόγω εργαζομένου με το έδαφος εκάστου κράτους μέλους στο οποίο αυτός ασκεί τις δραστηριότητές του, καθώς και το τμήμα που αντιπροσωπεύουν οι εν λόγω δραστηριότητες σε σχέση με το σύνολο της υπηρεσίας μεταφοράς. Το γεγονός ότι ένας οδηγός διεθνών οδικών μεταφορών, τον οποίο επιχείρηση εγκατεστημένη σε κράτος μέλος έχει θέσει στη διάθεση επιχειρήσεως εγκατεστημένης σε άλλο κράτος μέλος, λαμβάνει τις συμφυείς με την αποστολή του οδηγίες και ξεκινά ή τερματίζει την αποστολή αυτή στην έδρα της δεύτερης επιχειρήσεως δεν αρκεί, αφ’ εαυτού, για να θεωρηθεί ότι ο εν λόγω οδηγός «αποσπάστηκε» στο έδαφος του άλλου αυτού κράτους μέλους, κατά την έννοια της οδηγίας 96/71, εφόσον η εκτέλεση της εργασίας του δεν συνδέεται επαρκώς με το έδαφος αυτό βάσει άλλων παραγόντων. Περαιτέρω, το άρθρο 1, παράγραφοι 1 και 3, και το άρθρο 2 παράγραφος 1, της οδηγίας 96/71 έχουν την έννοια ότι το γεγονός ότι οι συμβαλλόμενες στη σύμβαση διαθέσεως εργαζομένων επιχειρήσεις συνδέονται στο πλαίσιο ομίλου επιχειρήσεων δεν αποτελεί, αφ’ εαυτού, κρίσιμο στοιχείο προκειμένου να καθοριστεί αν υφίσταται απόσπαση εργαζομένων. Το άρθρο 1, παράγραφοι 1 και 3, και το άρθρο 2, παράγραφος 1, της οδηγίας 96/71 έχουν την έννοια ότι εργαζόμενος ο οποίος εργάζεται ως οδηγός στον τομέα των διεθνών οδικών μεταφορών και ο οποίος, στο πλαίσιο συμβάσεως μεταφοράς εμπορευμάτων μεταξύ της εγκατεστημένης σε κράτος μέλος επιχειρήσεως που τον απασχολεί και επιχειρήσεως εγκατεστημένης σε άλλο κράτος μέλος, εκτελεί ενδομεταφορές στο έδαφος κράτους μέλους άλλου από εκείνο στο έδαφος του οποίου εργάζεται συνήθως πρέπει, καταρχήν, να θεωρείται αποσπασμένος στο έδαφος του κράτους μέλους στο οποίο εκτελούνται οι εν λόγω μεταφορές. Η διάρκεια της ενδομεταφοράς αποτελεί στοιχείο το οποίο δεν ασκεί επιρροή προκειμένου να καθοριστεί αν υφίσταται τέτοια απόσπαση, με την επιφύλαξη της ενδεχόμενης εφαρμογής του άρθρου 3, παράγραφος 3, της οδηγίας αυτής. Τέλος, το άρθρο 3, παράγραφοι 1 και 8, της οδηγίας 96/71 έχει την έννοια ότι το ζήτημα αν μια συλλογική σύμβαση έχει αναγορευθεί σε κανόνα γενικής εφαρμογής πρέπει να εκτιμάται βάσει του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου. Στην έννοια αυτή, κατά τις ανωτέρω διατάξεις, εμπίπτει συλλογική σύμβαση εργασίας η οποία δεν έχει μεν αναγορευθεί σε κανόνα γενικής εφαρμογής, πλην όμως από την τήρησή της εξαρτάται, όσον αφορά τις επιχειρήσεις που υπάγονται σε αυτήν, η εξαίρεση από την υποχρέωση εφαρμογής άλλης συλλογικής συμβάσεως εργασίας η οποία έχει αναγορευθεί σε κανόνα γενικής εφαρμογής και της οποίας οι διατάξεις είναι κατ’ ουσίαν πανομοιότυπες με τις διατάξεις της πρώτης συλλογικής συμβάσεως εργασίας.
Διαβάστε περισσότερα
Περίληψη: Το άρθρο 2, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/94/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2008, περί προστασίας των μισθωτών σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εργοδότη έχει την έννοια ότι δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι εργοδότης ευρίσκεται σε «κατάσταση αφερεγγυότητας» στην περίπτωση που έχει κατατεθεί κατ’ αυτού αίτηση αναγκαστικής εκτελέσεως η οποία αφορά επιδικασθείσα απαίτηση χρηματικής ικανοποιήσεως, αλλά κατά τη διάρκεια της εκτελεστικής διαδικασίας αναγνωρίστηκε η αδυναμία εισπράξεως της απαιτήσεως λόγω της εκ των πραγμάτων αφερεγγυότητας του εργοδότη αυτού. Εντούτοις, εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει αν, σύμφωνα με το άρθρο 2, παράγραφος 4, της οδηγίας, το οικείο κράτος μέλος αποφάσισε να επεκτείνει την προβλεπόμενη από την εν λόγω οδηγία προστασία των μισθωτών σε μια τέτοια περίπτωση αφερεγγυότητας, η οποία διαπιστώθηκε μέσω άλλων διαδικασιών πέραν εκείνων που αναφέρονται στο εν λόγω άρθρο 2, παράγραφος 1, τις οποίες προβλέπει το εθνικό δίκαιο. Περαιτέρω, το άρθρο 1, παράγραφος 1, και το άρθρο 3 της οδηγίας 2008/94/ΕΚ έχουν την έννοια ότι χρηματική ικανοποίηση την οποία οφείλει ο εργοδότης στους επιζώντες συγγενείς λόγω της ψυχικής οδύνης που υπέστησαν συνεπεία του θανάτου υπαλλήλου από εργατικό ατύχημα μπορεί να θεωρηθεί ότι συνιστά «απαίτηση μισθωτών από συμβάσεις εργασίας ή από σχέσεις εργασίας», κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 1, της οδηγίας, μόνον όταν εμπίπτει στην έννοια της «αμοιβής εργασίας», όπως αυτή ορίζεται από το εθνικό δίκαιο, όπερ εναπόκειται στο εθνικό δικαστήριο να εκτιμήσει.
Διαβάστε περισσότερα
Περίληψη: Το άρθρο 11, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας 2003/109/ΕΚ του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με το καθεστώς υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι είναι επί μακρόν διαμένοντες, έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε ρύθμιση κράτους μέλους βάσει της οποίας, για τον καθορισμό των δικαιωμάτων σε παροχή κοινωνικής ασφάλισης, δεν λαμβάνονται υπόψη τα μέλη της οικογένειας του επί μακρόν διαμένοντος, κατά την έννοια του άρθρου 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας αυτής, τα οποία δεν διαμένουν εντός του κράτους μέλους, αλλά σε τρίτη χώρα, ενώ λαμβάνονται υπόψη τα μέλη της οικογένειας του υπηκόου του εν λόγω κράτους μέλους τα οποία διαμένουν σε τρίτη χώρα, όταν το εν λόγω κράτος μέλος δεν δήλωσε την πρόθεσή του να κάνει χρήση της επιτρεπόμενης από το άρθρο 11, παράγραφος 2, της οδηγίας παρέκκλισης από την ίση μεταχείριση, κατά τη μεταφορά της οδηγίας αυτής στο εσωτερικό του δίκαιο.
Βλ. για το ίδιο θέμα και απόφαση ΔΕΕ επί της υπόθεσης C – 302/19
Διαβάστε περισσότερα
Περίληψη: Τα άρθρα 14 και 28 της οδηγίας 2006/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2006, για την εφαρμογή της αρχής των ίσων ευκαιριών και της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών σε θέματα εργασίας και απασχόλησης, ερμηνευόμενα υπό το πρίσμα της οδηγίας 92/85/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 1992, σχετικά με την εφαρμογή μέτρων που αποβλέπουν στη βελτίωση της υγείας και της ασφάλειας κατά την εργασία των εγκύων, λεχώνων και γαλουχουσών εργαζομένων (δέκατη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16, παράγραφος 1, της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ), έχουν την έννοια ότι δεν αντιτίθενται σε διάταξη εθνικής συλλογικής συμβάσεως η οποία προβλέπει μόνο για τις γυναίκες εργαζόμενες που ασχολούνται οι ίδιες με την ανατροφή του τέκνου τους το δικαίωμα σε άδεια μετά τη λήξη της νόμιμης άδειας μητρότητας, υπό την προϋπόθεση ότι η πρόσθετη αυτή άδεια αποσκοπεί στην προστασία των γυναικών εργαζομένων σε σχέση με τα επακόλουθα τόσο της εγκυμοσύνης όσο και της μητρότητας, πράγμα το οποίο απόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει, λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, τις προϋποθέσεις θεμελιώσεως του δικαιώματος στην εν λόγω άδεια, τις λεπτομέρειες χορηγήσεως και τη διάρκεια αυτής, καθώς και το επίπεδο έννομης προστασίας που παρέχεται στο πλαίσιο της εν λόγω άδειας.
Διαβάστε περισσότερα
Περίληψη: Το άρθρο 1, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 98/59/ΕΚ του Συμβουλίου, της 20ής Ιουλίου 1998, για προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών που αφορούν τις ομαδικές απολύσεις, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, προκειμένου να εκτιμηθεί αν ατομική απόλυση της οποίας αμφισβητείται το κύρος αποτελεί μέρος ομαδικής απόλυσης, η περίοδος αναφοράς που προβλέπεται στη διάταξη αυτή προκειμένου να κριθεί αν υπάρχει ομαδική απόλυση πρέπει να υπολογίζεται λαμβανομένης υπόψη οποιασδήποτε περιόδου 30 ή 90 συναπτών ημερών κατά τη διάρκεια της οποίας, αφενός, έχει λάβει χώρα η ως άνω ατομική απόλυση και, αφετέρου, έχει σημειωθεί ο μεγαλύτερος αριθμός απολύσεων στις οποίες προέβη ο εργοδότης για έναν ή περισσότερους λόγους μη συνδεόμενους με το πρόσωπο του εργαζομένου, κατά την έννοια της εν λόγω διατάξεως.
Διαβάστε περισσότερα
Περίληψη: Το άρθρο 5, παράγραφος 5, πρώτη περίοδος, της οδηγίας 2008/104/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2008, περί της εργασίας μέσω εταιρείας προσωρινής απασχόλησης, έχει την έννοια ότι δεν αντιτίθεται σε εθνική νομοθεσία η οποία δεν περιορίζει τον αριθμό των διαδοχικών τοποθετήσεων του ίδιου προσωρινά απασχολουμένου στον ίδιο έμμεσο εργοδότη και δεν εξαρτά τη νομιμότητα της προσφυγής στην προσωρινή απασχόληση από τη μνεία τεχνικών λόγων ή λόγων απτόμενων των αναγκών παραγωγής, οργάνωσης ή αντικατάστασης εργαζομένων, οι οποίοι να τη δικαιολογούν. Αντιθέτως, αντιβαίνει στη διάταξη αυτή η μη λήψη, εκ μέρους των κρατών μελών, μέτρων για τη διαφύλαξη της προσωρινής φύσης της προσωρινής απασχόλησης, καθώς και εθνική κανονιστική ρύθμιση η οποία δεν προβλέπει κανένα μέτρο για την αποτροπή διαδοχικών τοποθετήσεων του ίδιου προσωρινά απασχολούμενου στον ίδιο έμμεσο εργοδότη με σκοπό την καταστρατήγηση των διατάξεων της οδηγίας 2008/104 στο σύνολό της.
Διαβάστε περισσότερα
Περίληψη: Τα άρθρα 1 και 2 της οδηγίας 2000/78/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2000, για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία, έχουν την έννοια ότι δεν εφαρμόζονται σε εθνική ρύθμιση δυνάμει της οποίας οι διδάσκοντες ενός πανεπιστημιακού ιδρύματος που συνεχίζουν να ασκούν το επάγγελμά τους μετά τη συμπλήρωση της νόμιμης ηλικίας συνταξιοδότησης μπορούν να διατηρήσουν το καθεστώς του μόνιμου διδάσκοντος μόνον εφόσον έχουν την ιδιότητα του επιβλέποντος διδακτορική διατριβή, ενώ οι διδάσκοντες που δεν έχουν την ιδιότητα του επιβλέποντος διδακτορική διατριβή μπορούν να συνάψουν με το ως άνω ίδρυμα μόνον συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου, οι οποίες προβλέπουν καθεστώς κατώτερων αμοιβών σε σχέση με τις αμοιβές των μελών του μόνιμου διδακτικού προσωπικού. Περαιτέρω, η ρήτρα 4, σημείο 1, της συμφωνίας-πλαισίου για την εργασία ορισμένου χρόνου έχει την έννοια ότι αντιτίθεται στην εφαρμογή εθνικής ρύθμισης δυνάμει της οποίας οι διδάσκοντες ενός πανεπιστημιακού ιδρύματος που συνεχίζουν να ασκούν το επάγγελμά τους μετά τη συμπλήρωση της νόμιμης ηλικίας συνταξιοδότησης μπορούν να διατηρήσουν το καθεστώς του μόνιμου διδάσκοντος μόνον εφόσον έχουν την ιδιότητα του επιβλέποντος διδακτορική διατριβή, ενώ οι διδάσκοντες που δεν έχουν την ιδιότητα του επιβλέποντος διδακτορική διατριβή μπορούν να συνάψουν με το ως άνω ίδρυμα μόνον συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου, οι οποίες προβλέπουν καθεστώς αμοιβών κατώτερων από αυτές των μελών του μόνιμου διδακτικού προσωπικού, υπό την προϋπόθεση ότι η πρώτη κατηγορία διδασκόντων αποτελείται από εργαζομένους αορίστου χρόνου αντίστοιχους με εκείνους που εμπίπτουν στη δεύτερη κατηγορία και ότι η διαφορετική μεταχείριση όσον αφορά, ιδίως, το εν λόγω καθεστώς αμοιβών δεν δικαιολογείται από αντικειμενικούς λόγους, πράγμα που εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει.
Διαβάστε περισσότερα
Περίληψη: Το άρθρο 7, παράγραφος 2, και το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΕ) 492/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2011, που αφορά την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων στο εσωτερικό της Ένωσης, έχουν την έννοια ότι αντιτίθενται σε κανονιστική ρύθμιση κράτους μέλους δυνάμει της οποίας υπήκοος άλλου κράτους μέλους και τα ανήλικα τέκνα του που έχουν, τόσο ο μεν όσο και τα δε, εντός του πρώτου κράτους μέλους δικαίωμα διαμονής το οποίο θεμελιώνεται στο άρθρο 10 του ως άνω κανονισμού, λόγω της φοίτησης των τέκνων σε σχολείο του εν λόγω κράτους, αποκλείονται, υπό οποιεσδήποτε περιστάσεις και αυτομάτως, από το δικαίωμα να λαμβάνουν τις παροχές για την κάλυψη των εξόδων της διαβίωσής τους. Η ερμηνεία αυτή δεν θίγεται από το άρθρο 24, παράγραφος 2, της οδηγίας 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1612/68 και την κατάργηση των οδηγιών 64/221/ΕΟΚ, 68/360/ΕΟΚ, 72/194/ΕΟΚ, 73/148/ΕΟΚ, 75/34/ΕΟΚ, 75/35/ΕΟΚ, 90/364/ΕΟΚ, 90/365/ΕΟΚ και 93/96/ΕΟΚ. Περαιτέρω, το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) 883/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας, σε συνδυασμό με το άρθρο 3, παράγραφος 3, και το άρθρο 70, παράγραφος 2, του εν λόγω κανονισμού, έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε κανονιστική ρύθμιση κράτους μέλους δυνάμει της οποίας υπήκοος άλλου κράτους μέλους και τα ανήλικα τέκνα του που έχουν, τόσο ο μεν όσο και τα δε, εντός του πρώτου κράτους μέλους δικαίωμα διαμονής το οποίο θεμελιώνεται στο άρθρο 10 του κανονισμού 492/2011, λόγω της φοίτησης των τέκνων σε σχολείο στο εν λόγω κράτος και είναι ενταγμένοι στο κράτος αυτό σε σύστημα κοινωνικής ασφάλισης κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, του κανονισμού 883/2004, αποκλείονται, υπό οποιεσδήποτε περιστάσεις και αυτομάτως, από το δικαίωμα επί των ειδικών μη ανταποδοτικού τύπου παροχών σε χρήμα.
Διαβάστε περισσότερα
Περίληψη: Σε περίπτωση μεταβίβασης επιχείρησης υπαχθείσας σε διαδικασία αφερεγγυότητας που πραγματοποιήθηκε από τον σύνδικο της πτώχευσης, η οδηγία 2001/23/ΕΚ του Συμβουλίου, της 12ης Μαρτίου 2001, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, σχετικά με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων ή επιχειρήσεων, λαμβανομένων υπόψη ιδίως του άρθρου της 3, παράγραφοι 1 και 4, καθώς και του άρθρου της 5, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, έχει την έννοια ότι δεν αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση, όπως αυτή έχει ερμηνευθεί από την εθνική νομολογία, σύμφωνα με την οποία, κατά την επέλευση, μετά την κίνηση της διαδικασίας αφερεγγυότητας, του γεγονότος που γεννά δικαίωμα σε σύνταξη γήρατος βάσει συμπληρωματικού επαγγελματικού συνταξιοδοτικού συστήματος, ο διάδοχος δεν υπέχει υποχρέωση για τα δικαιώματα προσδοκίας του εργαζομένου στην εν λόγω σύνταξη γήρατος τα οποία θεμελιώθηκαν σε περιόδους απασχόλησης πριν από την κίνηση της διαδικασίας αφερεγγυότητας, υπό την προϋπόθεση ότι, όσον αφορά το μέρος του ποσού για το οποίο δεν υπέχει υποχρέωση ο διάδοχος, τα μέτρα που θεσπίσθηκαν για την προστασία των συμφερόντων των εργαζομένων είναι τουλάχιστον ισοδύναμα με το επίπεδο προστασίας που απαιτείται δυνάμει του άρθρου 8 της οδηγίας 2008/94 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2008, περί προστασίας των μισθωτών σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εργοδότη τους. Το άρθρο 3, παράγραφος 4, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2001/23, σε συνδυασμό με το άρθρο 8 της οδηγίας 2008/94, έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση, όπως αυτή έχει ερμηνευθεί από την εθνική νομολογία, η οποία προβλέπει, κατά την επέλευση γεγονότος που γεννά δικαίωμα σε παροχές γήρατος βάσει επαγγελματικού συμπληρωματικού συνταξιοδοτικού συστήματος μετά την κίνηση της διαδικασίας αφερεγγυότητας κατά τη διάρκεια της οποίας πραγματοποιήθηκε η μεταβίβαση της επιχείρησης και όσον αφορά το μέρος των παροχών αυτών που δεν βαρύνει τον διάδοχο, ότι, αφενός, ο αρμόδιος σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο φορέας ασφαλίσεως κατά της αφερεγγυότητας δεν υποχρεούται να παρέμβει όταν τα δικαιώματα προσδοκίας για παροχές γήρατος δεν είχαν καταστεί οριστικά κατά τον χρόνο της κίνησης της εν λόγω διαδικασίας αφερεγγυότητας και ότι, αφετέρου, για τους σκοπούς του προσδιορισμού του ποσού που αφορά το μέρος των παροχών που βαρύνει τον εν λόγω φορέα, το ποσό αυτό υπολογίζεται βάσει των ακαθάριστων μηνιαίων αποδοχών του συγκεκριμένου εργαζομένου κατά την ημερομηνία της κίνησης της εν λόγω διαδικασίας, εάν προκύψει ότι οι εργαζόμενοι στερούνται την ελάχιστη προστασία που εγγυάται η διάταξη αυτή, στοιχείο που εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει. Περαιτέρω, το άρθρο 8 της οδηγίας 2008/94, στο μέτρο που προβλέπει την ελάχιστη προστασία των κεκτημένων δικαιωμάτων ή των δικαιωμάτων προσδοκίας των εργαζομένων σε παροχές γήρατος, μπορεί να έχει άμεσο αποτέλεσμα, οπότε μπορεί να γίνει επίκλησή του έναντι φορέα ιδιωτικού δικαίου, ο οποίος έχει οριστεί από το οικείο κράτος μέλος ως φορέας ασφάλισης κατά του κινδύνου αφερεγγυότητας των εργοδοτών στον τομέα των επαγγελματικών συντάξεων, καθόσον, αφενός, λαμβανομένων υπόψη των καθηκόντων ασφάλισης που έχουν ανατεθεί στον φορέα αυτόν και των όρων υπό τους οποίους τα ασκεί, αυτός μπορεί να εξομοιωθεί προς το κράτος, και, αφετέρου, τα καθήκοντα αυτά καλύπτουν πράγματι τα είδη παροχών γήρατος για τα οποία επιβάλλεται η ελάχιστη προστασία που προβλέπει το άρθρο 8, στοιχείο που εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει.
Διαβάστε περισσότερα
Περίληψη: Το άρθρο 267 ΣΛΕΕ έχει την έννοια ότι ο Giudice di pace (ειρηνοδίκης, Ιταλία) είναι «δικαστήριο κράτους μέλους», όπως ο όρος αυτός νοείται στο εν λόγω άρθρο. Το άρθρο 7, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/88/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργανώσεως του χρόνου εργασίας, και το άρθρο 31, παράγραφος 2, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν την έννοια ότι ένας ειρηνοδίκης ο οποίος, στο πλαίσιο των καθηκόντων του, παρέχει πραγματικές και ουσιαστικού χαρακτήρα υπηρεσίες, οι οποίες δεν είναι ούτε καθαρά περιθωριακές ούτε επουσιώδεις και για τις οποίες εισπράττει αποζημιώσεις που έχουν τον χαρακτήρα αμοιβής, μπορεί να εμπίπτει στην έννοια του «εργαζομένου», όπως αυτή χρησιμοποιείται στις ως άνω διατάξεις, πράγμα που εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει. Περαιτέρω, η ρήτρα 2, σημείο 1, της συμφωνίας-πλαισίου για την εργασία ορισμένου χρόνου η οποία συνήφθη στις 18 Μαρτίου 1999, που περιλαμβάνεται στο παράρτημα της οδηγίας 1999/70/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, σχετικά με τη συμφωνία-πλαίσιο CES, UNICE και CEEP για την εργασία ορισμένου χρόνου, έχει την έννοια ότι ο όρος «εργαζόμενος ορισμένου χρόνου», που περιλαμβάνεται στη διάταξη αυτή, μπορεί να καλύπτει ειρηνοδίκη, διοριζόμενο για ορισμένο χρονικό διάστημα, ο οποίος, στο πλαίσιο των καθηκόντων του, παρέχει πραγματικές και ουσιαστικού χαρακτήρα υπηρεσίες, οι οποίες δεν είναι ούτε καθαρά περιθωριακές ούτε επουσιώδεις και για τις οποίες εισπράττει αποζημιώσεις που έχουν τον χαρακτήρα αμοιβής, πράγμα που εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει. Τέλος, η ρήτρα 4, σημείο 1, της συμφωνίας-πλαισίου για την εργασία ορισμένου χρόνου η οποία συνήφθη στις 18 Μαρτίου 1999, που περιλαμβάνεται στο παράρτημα της οδηγίας 1999/70, έχει την έννοια ότι αντιτίθεται στην εφαρμογή εθνικής ρυθμίσεως που δεν προβλέπει το δικαίωμα των ειρηνοδικών για ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών 30 ημερών, όπως αυτό προβλέπεται για τους τακτικούς δικαστές, σε περίπτωση που οι ειρηνοδίκες είναι «εργαζόμενοι ορισμένου χρόνου», κατά την έννοια της ρήτρας 2, σημείο 1, της εν λόγω συμφωνίας-πλαισίου, και σε περίπτωση που αυτοί τελούν σε κατάσταση συγκρίσιμη με εκείνη των τακτικών δικαστών, εκτός αν μια τέτοια διαφορετική μεταχείριση δικαιολογείται από τα διαφορετικά απαιτούμενα προσόντα και τη φύση των καθηκόντων των οποίων την ευθύνη οι εν λόγω δικαστές οφείλουν να αναλάβουν, πράγμα το οποίο εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει.
Διαβάστε περισσότερα
Περίληψη: Το άρθρο 14, σημείο 2, στοιχείο αʹ, του κανονισμού (ΕΟΚ) 1408/71 του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1971, περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας, όπως τροποποιήθηκε και ενημερώθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 118/97 του Συμβουλίου, της 2ας Δεκεμβρίου 1996, και όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 631/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, καθώς και το άρθρο 13, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, σημείο i, του κανονισμού (ΕΚ) 883/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 465/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2012, έχουν την έννοια ότι εργοδότης ενός οδηγού φορτηγών διεθνών μεταφορών, κατά τις διατάξεις αυτές, είναι η επιχείρηση η οποία ασκεί στην πράξη τη διευθυντική εξουσία επί του εν λόγω οδηγού φορτηγών, βαρύνεται στην πράξη με το αντίστοιχο μισθολογικό κόστος και διαθέτει στην πράξη την εξουσία να τον απολύσει, και όχι η επιχείρηση με την οποία ο εν λόγω οδηγός φορτηγών συνήψε σύμβαση εργασίας και η οποία εμφανίζεται τυπικώς στη σύμβαση αυτή ως εργοδότης του οδηγού.
Διαβάστε περισσότερα
Περίληψη: Το άρθρο 7, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/88/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργάνωσης του χρόνου εργασίας, έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε εθνική νομολογία δυνάμει της οποίας εργαζόμενος που απολύθηκε παρανόμως και στη συνέχεια επαναπροσλήφθηκε σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, κατόπιν της ακυρώσεως της απόλυσής του με δικαστική απόφαση, δεν δικαιούται ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών για το χρονικό διάστημα μεταξύ της απόλυσης και της επαναπρόσληψης, για τον λόγο ότι, κατά το χρονικό διάστημα αυτό, δεν παρείχε πραγματική εργασία στον εργοδότη. Περαιτέρω, το άρθρο 7, παράγραφος 2, της οδηγίας 2003/88 έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε εθνική νομολογία δυνάμει της οποίας, σε περίπτωση λύσης της σχέσης εργασίας εργαζομένου ο οποίος απολύθηκε παρανόμως και στη συνέχεια επαναπροσλήφθηκε σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, κατόπιν της ακυρώσεως της απόλυσής του με δικαστική απόφαση, ο εργαζόμενος αυτός δεν δικαιούται να λάβει χρηματική αποζημίωση για την ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών της οποίας δεν είχε κάνει χρήση κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ της παράνομης απόλυσης και της επαναπρόσληψής του.
Διαβάστε περισσότερα
Περίληψη: Ο αιτών εργαζόταν σε πρακτορείο της Άγκυρας με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου. Στις 20 Ιουλίου 2016, η κυβέρνηση κήρυξε κατάσταση έκτακτης ανάγκης για περίοδο τριών μηνών από τις 21 Ιουλίου 2016. Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης στη συνέχεια επεκτεινόταν κάθε τρεις μήνες από το Συμβούλιο Υπουργών. Κατά την διάρκεια αυτής, το Συμβούλιο εξέδωσε τριάντα επτά έκτακτα νομοθετικά διατάγματα (αρ. 667 έως 703) κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 121 του Συντάγματος. Σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο ζ) του ν.δ. 667, όλα τα όργανα που είναι υπεύθυνα για τις προσλήψεις σε κάθε Υπουργείο έπρεπε να απολύσουν κάθε υπάλληλο που θεωρείται ότι ανήκει ή συνδέεται με τρομοκρατικές οργανώσεις, δομές ή ομάδες που το Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας είχε κηρύξει ως εμπλεκόμενες σε δραστηριότητες επιζήμιες για την εθνική ασφάλεια. Δυνάμει αυτού του ν.δ. απολύθηκε και ο αιτών για τον οποίο όμως δεν υπήρχαν επαρκείς αποδείξεις περί της συμμετοχής του σε τρομοκρατικές δομές και οργανώσεις. Το Δικαστήριο έκρινε ότι υπήρξε παράβαση του άρθρου 6 παρ. 1 και 8 της Σύμβασης λόγω ελλιπούς δικαστικού ελέγχου της απόλυσης και στιγματισμού στην επαγγελματική και κοινωνική του φήμη.
Διαβάστε περισσότερα
Περίληψη: O αιτών εργάστηκε ως καθηγητής δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην Ανατολική Σλαβονία και απολύθηκε διότι δεν χρησιμοποιούσε την κλασσική κροατική γλώσσα κατά την διδασκαλία. Οι εθνικές αρχές ισχυρίστηκαν ότι η απόλυση ήταν νόμιμη καθώς δεδομένης της ηλικίας του (55 ετών κατ’ εκείνο τον χρόνο) δεν θα μπορούσε να μάθει κροατικά. Ο αιτών ισχυρίζεται ότι η απόλυση ήταν αυθαίρετη και συνιστά δυσμενή διάκριση σε βάρος του επί τη βάση της ηλικίας και της σέρβικης εθνικής του καταγωγής. Το Δικαστήριο έκρινε ότι υπήρξε παράβαση του άρθρου 8 της Σύμβασης καθώς δεν παρασχέθηκε επαρκής αιτιολογία για την αδυναμία του εργαζομένου αιτούντα να βελτιώσει τα κροατικά του.
Διαβάστε περισσότερα
Περίληψη: O αιτών έπεσε από ένα ύψος περίπου πέντε μέτρων και απέκτησε παραπληγική αναπηρία που τον κατέστησε ανίκανο να χρησιμοποιεί τα πόδια του και εξαρτημένο από αναπηρική καρέκλα. Λίγο αργότερα διαγνώσθηκε από τις αρμόδιες αρχές ως έχων αναπηρία σε ποσοστό 100 %, οπότε και του χορηγήθηκε επίδομα υποβοηθούμενης διαβίωσης μαζί με αυξημένο επίδομα υποβοηθούμενης διαβίωσης, δηλαδή, επίδομα για την απαραίτητη βοήθεια από άλλο άτομο λόγω της σοβαρότητας του τραυματισμού του. Ο αιτών υποστήριξε ότι, σύμφωνα με τη σχετική νομοθεσία, ως πολίτης με αναπηρία, του χορηγήθηκαν λιγότερες μορφές παροχών και πολύ μικρότερο ποσό συνολικά από εκείνους που χαρακτηρίστηκαν ως βετεράνοι πολέμου με αναπηρία, παρά το γεγονός ότι είχε ακριβώς την ίδια αναπηρία. Συγκεκριμένα, ο αιτών υποστήριξε ότι, σε αντίθεση με τους βετεράνους πολέμου με αναπηρία, δεν είχε δικαίωμα επιδόματος προσωπικής αναπηρίας ή ορθοπεδικού επιδόματος και ότι ακόμη και το αυξημένο επίδομα διαβίωσης που του χορηγήθηκε ήταν σημαντικά χαμηλότερο από το αντίστοιχο δικό τους. Το Δικαστήριο δεν δέχθηκε παράβαση του άρθρου 14 της Σύμβασης σε συνδυασμό με το άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ καθότι έκρινε την επιλογή του νομοθέτη για διαφορετική μεταχείριση επαρκή και δικαιολογημένη.
Διαβάστε περισσότερα
ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ
Επιμέλεια ύλης: Έλενα Στοφόρου, ΜΔΕ Εργατικού Δικαίου
Α. ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΡΩΝΟΙΟ (COVID-19)
I. Ν. 4690/2020 «Κύρωση: α) της από 13.4.2020 Π.Ν.Π. «Μέτρα για την αντιμετώπιση των συνεχιζόμενων συνεπειών της πανδημίας του κορωνοϊού COVID-19 και άλλες κατεπείγουσες διατάξεις» (A’ 84) και β) της από 1.5.2020 Π.Ν.Π. «Περαιτέρω μέτρα για την αντιμετώπιση των συνεχιζόμενων συνεπειών της πανδημίας του κορωνοϊού COVID-19 και την επάνοδο στην κοινωνική και οικονομική κανονικότητα» (Α’ 90) και άλλες διατάξεις.».
II. Ν. 4722/2020 «Κύρωση: α) της από 10.8.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου «Επείγουσες ρυθμίσεις αντιμετώπισης εκτάκτων αναγκών του Εθνικού Συστήματος Υγείας, προστασίας από τη διασπορά του κορωνοϊού COVID-19, στήριξης της αγοράς εργασίας και διευκόλυνσης της εκπαιδευτικής διαδικασίας» (A’ 157) και β) της από 22.8.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου «Έκτακτα μέτρα για την ενίσχυση των αστικών συγκοινωνιών, την προμήθεια μέσων ατομικής προστασίας και την πρόσληψη προσωπικού καθαριότητας των σχολικών μονάδων, τη στήριξη των τουριστικών επιχειρήσεων και της αγοράς εργασίας και την ενίσχυση της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας προς αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας του κορωνοϊού COVID-19, καθώς και τη στήριξη των πλημμυροπαθών της Εύβοιας που επλήγησαν κατά τις πλημμύρες της 8ης και 9ης Αυγούστου 2020» (Α’ 161) και άλλες διατάξεις για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας του κορωνοϊού COVID-19 και άλλων επειγόντων ζητημάτων.».
III. Ν. 4727/2020 «Ψηφιακή Διακυβέρνηση (Ενσωμάτωση στην Ελληνική Νομοθεσία της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/2102 και της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1024) - Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες (Ενσωμάτωση στο Ελληνικό Δίκαιο της Οδηγίας (ΕΕ) 2018/1972) και άλλες διατάξεις». (Εξ αποστάσεως εργασία - κλιμακωτό ωράριο)
IV. Ν. 4738/2020 «Ρύθμιση οφειλών και παροχή δεύτερης ευκαιρίας και άλλες διατάξεις» (Αφερεγγυότης, Πτώχευση κ.ά.).
V. Ν. 4756/2020 «Μέτρα ενίσχυσης των εργαζομένων και ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, κοινωνικοασφαλιστικές ρυθμίσεις και διατάξεις για την ενίσχυση των ανέργων».
VI. ΑΠΟΦ. 20788/610/2020 Υπ. Οικονομικών - Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων - Υγείας «Παράταση της ισχύος των έκτακτων και προσωρινών μέτρων στην αγορά εργασίας για την αντιμετώπιση και τον περιορισμό της διάδοσης του κορωνοϊού COVID-19, ως προς την οργάνωση του χρόνου και του τόπου εργασίας, του άρθρου 4 της από 11.03.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου «Κατεπείγοντα μέτρα αντιμετώπισης των αρνητικών συνεπειών της εμφάνισης του κορωνοϊού COVID-19 και της ανάγκης περιορισμού της διάδοσής του» (Α' 55)».
VII. ΑΠΟΦ. 21036/1737/2020 Υπ. Οικονομικών -Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων «Καθορισμός επιδόματος εορτών Πάσχα 2020 και χρόνος καταβολής αυτού. Προσδιορισμός του επιδόματος εορτών Πάσχα που καλύπτεται από τον κρατικό προϋπολογισμό και διαδικασία πληρωμής του».
VIII. ΑΠΟΦ. οικ. 23102/477/2020 Υπ. Οικονομικών - Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων «Μέτρα οικονομικής ενίσχυσης εποχικά εργαζομένων - Αναστολή συμβάσεων εργασίας εργαζομένων των επιχειρήσεων - εργοδοτών του ιδιωτικού τομέα που πλήττονται σημαντικά».
IX. ΑΠΟΦ. οικ. 34236/860/2020 Υπ. Οικονομικών - Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων «Αναστολή συμβάσεων εργασίας εργαζομένων σε επιχειρήσεις - εργοδότες που ανήκουν σε κλάδους που πλήττονται βάσει ΚΑΔ για τους μήνες Αύγουστο και Σεπτέμβριο 2020».
X. Αποφ. 37095/1436/2020 Υπ. Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων - Υγείας «Καθορισμός έννοιας «ευπαθών ομάδων εργαζομένων» του ιδιωτικού τομέα της Οικονομίας έναντι των συνεπειών μετάδοσης του COVID-19, καθώς και των απαιτουμένων ιατρικών πιστοποιητικών για την εφαρμογή της διατάξεως του άρθρου ογδόου της από 22.08.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α' 161).».
XI. ΑΠΟΦ. 39363/1537/2020 Υπ. Οικονομικών - Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων - Υγείας «Λεπτομέρειες εφαρμογής και χρόνος ισχύος των περ. β) έως και ε) της παρ. 2 του άρθρου 4 της από 11.03.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α' 55), όπως ισχύει, για «ευπαθείς ομάδες εργαζομένων» του ιδιωτικού τομέα της Οικονομίας».
XII. ΑΠΟΦ. οικ. 39539/996/2020 Υπ. Οικονομικών - Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων «Ανοιχτό πρόγραμμα 100.000 νέων επιδοτούμενων θέσεων εργασίας».
XIII. ΑΠΟΦ. οικ. 42774/1072/2020 Υπ. Οικονομικών - Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων «Αναστολή συμβάσεων εργασίας εργαζομένων σε επιχειρήσεις - εργοδότες που ανήκουν σε κλάδους που πλήττονται βάσει ΚΑΔ για τον μήνα Οκτώβριο».
XIV. ΑΠΟΦ. 44921/1377/2020 Υπ. Οικονομικών - Ανάπτυξης και Επενδύσεων - Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων - Υγείας «Επέκταση, σε όλη την Επικράτεια, της ισχύος των έκτακτων και προσωρινών μέτρων του άρθρου 235 του ν. 4727/2020 (Α’ 184), ως προς την οργάνωση του τόπου και του χρόνου εργασίας για την αποσυμφόρηση των μέσων μαζικής μεταφοράς και του τόπου εργασίας».
XV. ΑΠΟΦ. οικ. 48713/1232/2020 Υπ. Οικονομικών - Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων «Αναστολή συμβάσεων εργασίας εργαζομένων σε επιχειρήσεις - εργοδότες του ιδιωτικού τομέα κατά τον μήνα Νοέμβριο».
XVI. ΑΠΟΦ. οικ. 49989/1266/2020 Υπ. Οικονομικών - Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων «Αναστολή συμβάσεων εργασίας εργαζομένων σε επιχειρήσεις - εργοδότες του ιδιωτικού τομέα κατά τον μήνα Δεκέμβριο».
XVII. ΑΠΟΦ. 49091/Δ1.14744/2020 Υπ. Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων «Τροποποίηση της υπό στοιχεία 40331/Δ1.13521/ 13-9-2019 «Επανακαθορισμός όρων ηλεκτρονικής υποβολής εντύπων αρμοδιότητας Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ) και Οργανισμού Απασχολήσεως Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ)» (Β’3520) απόφασης του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει». (Έντυπο για Διανομείς)
XVIII. ΑΠΟΦ. οικ. 51083/2612/2020 Υπ. Οικονομικών - Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων «Καθορισμός της διαδικασίας και του τρόπου καταβολής του επιδόματος εορτών Χριστουγέννων 2020».
XIX. Εγκ. 29056/938/15-7-2020 Υπ. Εργασίας και Κοιν. Υποθέσεων «Οδηγίες για τη χορήγηση της άδειας φροντίδας παιδιού σε σχέση με τις αναστολές συμβάσεων εργασίας εργαζομένων, λόγω των έκτακτων και προσωρινών μέτρων στην αγορά εργασίας για την αντιμετώπιση και τον περιορισμό της διάδοσης του κορωνοϊού COVID-19».
XX. Εγκ. Φ.40021/οικ.32117/1357/6.8.2020 Υπ. Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων «Διευκρινίσεις σχετικά με τη χορήγηση άδειας και επιδόματος ασθένειας και μητρότητας (κυοφορίας-λοχείας) για το χρονικό διάστημα αναστολής των επιχειρήσεων λόγω των έκτακτων μέτρων της πανδημίας COVID-19».
Β. ΣΥΛΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ - ΔΙΑΙΤΗΤΙΚΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ
I. ΔΙΑΙΤΗΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΜΟΝ. 2/2020 «Για τους όρους αμοιβής και εργασίας του προσωπικού των Αμίσθων Υποθηκοφυλακείων και Κτηματολογικών Γραφείων».
II. ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ (7-10-2020) «Για τους όρους αμοιβής και εργασίας των εργαζομένων στις επιχειρήσεις καλλυντικών με την ειδικότητα του/της συμβούλου ομορφιάς/αισθητικού».
III. ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ (21-10-2020) «Για τους όρους αμοιβής και εργασίας του προσωπικού των βιομηχανικών-βιοτεχνικών επιχειρήσεων ζαχαρωδών προϊόντων όλης της χώρας».
IV. ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ (4-12-2020) «Για τους όρους αμοιβής και εργασίας των εργαζομένων στα πάσης φύσεως μη κύρια ξενοδοχειακά καταλύματα όλης της χώρας».
V. ΔΙΑΙΤΗΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΠΕΝΤ. 2/2020 «Για τους όρους αμοιβής και εργασίας των Τεχνικών Ελληνικής Ραδιοφωνίας (ΕΤΕΡ) που εργάζονται σε Ραδιοφωνικούς Σταθμούς μέλη της Ένωσης Ιδιοκτητών Ιδιωτικών Ραδιοφωνικών Σταθμών Αθηνών (Ε.Ι.Ι.Ρ.Α.)».
VI. ΔΙΑΙΤΗΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΠΕΝΤ. 3/2020 «Για τους όρους αμοιβής και εργασίας των εργαζομένων στον κλάδο της Ιδιωτικής Ασφάλισης και ειδικότερα στις Ασφαλιστικές Επιχ/σεις μη θυγατρικές Τραπεζών, στους Ασφαλιστικούς Φορείς και στις Ασφαλιστικές Επιχ/σεις θυγατρικές Τραπεζών».
ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ
Επιμέλεια ύλης: Σοφία Γεωργακοπούλου, ΜΔΕ Εργατικού Δικαίου
Στο βιβλίο αυτό αντιμετωπίζονται επίκαιρα ζητήματα του εργατικού δικαίου και συγκεκριμένα από το χώρο των ατομικών εργασιακών σχέσεων. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται σε ζητήματα που ανακύπτουν από την μεταφορά οδηγιών της ΕΕ στο εσωτερικό δίκαιο. Μεταξύ των ζητημάτων αυτών είναι οι απαγορεύσεις διακρίσεων για διάφορους λόγους, όπως λόγω θρησκείας, αναπηρίας, ηλικίας, η προστασία από ομαδικές απολύσεις, η προστασία των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβίβασης επιχείρησης, τα χρονικά όρια εργασίας και η προβληματική των λεγόμενων «άτυπων» σχέσεων εργασίας, όπως είναι οι συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου, οι συμβάσεις μερικής απασχόλησης και οι συμβάσεις προσωρινής απασχόλησης, με τις οποίες προωθείται η σύγχρονη ελαστικότητα στις εργασιακές σχέσεις.
Τα εργατικά αυτά νομοθετήματα, με βάση το περιεχόμενό τους, έχουν ενταχθεί συστηματικά σε επιμέρους ενότητες, προκειμένου να διευκολύνεται ο χρήστης στην αναζήτηση των διατάξεων που τον ενδιαφέρουν. Επίσης, συμπεριλαμβάνονται και διατάξεις από ορισμένα γενικά νομοθετήματα, όπως είναι ο Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, ο Πτωχευτικός Κώδικας, εφόσον αυτές έχουν σημασία για τις εργασιακές σχέσεις. Τέλος, συμπεριλαμβάνονται και οι οδηγίες της ευρωπαϊκής ένωσης που ρυθμίζουν ζητήματα εργατικού δικαίου, γιατί συχνά ανακύπτει ανάγκη προσφυγής σε αυτές, είτε για μια σύμφωνη με την οδηγία ερμηνεία του εθνικού δικαίου είτε, εφόσον δεν είναι δυνατή η σύμφωνη με την οδηγία ερμηνεία, για να καταστεί διάταξη του εθνικού δικαίου μη συμβατή με την οδηγία, ανεφάρμοστη. Η παρούσα έκδοση περιλαμβάνει όλες τις τροποποιήσεις της εργατικής νομοθεσίας μέχρι τον Δεκέμβριο του 2019.
Στην παρούσα έκδοση ενσωματώνονται όλες οι επελθούσες νομοθετικές μεταβολές στο Εργατικό Δίκαιο, Ατομικό και Συλλογικό. Έχουν δε ληφθεί υπόψη όλες οι νομοθετικές τροποποιήσεις της εργατικής νομοθεσίας μέχρι τον Δεκέμβριο του 2019.
Η 7η έκδοση του έργου «Εργατική Νομοθεσία» περιλαμβάνει τα βασικότερα και χρησιμότερα στην πράξη νομοθετήματα εργατικού δικαίου και είναι ενημερωμένη μέχρι και τον πρόσφατο Ν 4635/2019. Συγκεκριμένα περιλαμβάνει 82 νομοθετήματα που καλύπτουν το σύνολο σχεδόν της ύλης του εργατικού δικαίου, τόσο σε επίπεδο ατομικών όσο και συλλογικών εργασιακών σχέσεων, μεταξύ των οποίων και όλα τα μείζονα νομοθετήματα των τελευταίων ετών και συνοδεύεται από αναλυτικά περιεχόμενα και αλφαβητικό ευρετήριο. Αποτελεί αναμφισβήτητα ένα εύχρηστο εργαλείο για τους φοιτητές αλλά και για όλους όσοι ασχολούνται με το εργατικό δίκαιο, ιδιαίτερα στις σημερινές συνθήκες των συχνών και αλλεπάλληλων μεταβολών της εργατικής νομοθεσίας.
Το παρόν έργο αποτελεί ένα σύγχρονο εγχειρίδιο στον κρίσιμο και επίκαιρο τομέα του συλλογικού εργατικού δικαίου. Το έργο διαρθρώνεται σε τρία μείζονα κεφάλαια. Στο πρώτο κεφάλαιο εξετάζεται και αναλύεται η συνδικαλιστική ελευθερία, ειδικότερα η οργάνωση και οι μορφές άσκησής της. Ειδικό βάρος αποδίδεται στην ανάλυση των συνδικαλιστικών οργανώσεων των μισθωτών, τα είδη τους (πρωτοβάθμιες, δευτεροβάθμιες, τριτοβάθμιες, ομοσπονδίες, εργατικά κέντρα, συνομοσπονδίες), ενώ παρουσιάζεται σε ειδική ενότητα και ο εργοδοτικός συνδικαλισμός, ιδίως μέσω των επαγγελματικών οργανώσεων του Ν 1712/1987.Στο δεύτερο κεφάλαιο, που αφορά στη συλλογική αυτονομία και την επίλυση των συλλογικών διαφορών εργασίας, αναλύονται διεξοδικά αφενός το δίκαιο των συλλογικών συμβάσεων εργασίας (ΣΣΕ), με όλα τα επίκαιρα ζητήματα, και αφετέρου οι θεσμοί της μεσολάβησης και διαιτησίας, αλλά και της συμφιλίωσης στο πλαίσιο λειτουργίας του ΟΜΕΔ. Τέλος, στο τρίτο κεφάλαιο, που αναφέρεται στο δίκαιο των εργασιακών συγκρούσεων, παρουσιάζεται εμπεριστατωμένα το δίκαιο της απεργίας σε όλες του τις εκφάνσεις, τόσο στον ιδιωτικό τομέα, όσο και στον δημόσιο, ενώ ειδική ενότητα αφιερώνεται στο ζήτημα της ανταπεργίας.
Στη μονογραφία αυτή γίνεται μια συστηματική παρουσίαση της διαδικασίας της προδικαστικής παραπομπής (άρθρο 267 ΣυνθΛΕΕ). Η μελέτη επιχειρεί να δώσει απαντήσεις στα πιθανά ερωτήματα που θα θέσει ο εθνικός δικαστής όταν εξετάζει το ενδεχόμενο να απευθυνθεί στο ΔΕΕ (σκοπός και σκοπιμότητα υποβολής προδικαστικού ερωτήματος, ουσιαστικές προϋποθέσεις, αξιοποίηση της απάντησης του ΔΕΕ στη δικανική του κρίση κλπ.).Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της μελέτης είναι ότι η ανάλυση γίνεται από την οπτική γωνία του εργατικού δικαίου. Τούτο επιβάλλεται με δεδομένη τη διείσδυση του ενωσιακού στον ιστό του παραδοσιακού εσωτερικού εργατικού δικαίου.Στο ανά χείρας βιβλίο γίνεται αναφορά και αξιολόγηση αν όχι όλων, των σημαντικότερων αποφάσεων του ΔΕΕ επί ελληνικών προδικαστικών ερωτημάτων εργατικού δικαίου. Με τον τρόπο αυτό σκιαγραφείται η προστιθέμενη αξία της ‘ματιάς’ του ΔΕΕ στο ελληνικό εργατικό δίκαιο. Το Δικαστήριο προσέγγισε τον συγκεκριμένο κλάδο του δικαίου πάντοτε με σεβασμό στις δικαιοπολιτικές επιλογές του Έλληνα νομοθέτη, ενώ παράλληλα συνέβαλε στη διαμόρφωση μιας ερμηνευτικής αντίληψης πιο πραγματιστικής και εγγύτερης στον προστατευτικό σκοπό, που είναι η πεμπτουσία του.
Το παρόν έργο προσεγγίζει ερμηνευτικά και ιστορικά τον θεσμό της κοινωνικής ασφάλισης και παρουσιάζει την οικονομική του λειτουργία. Ειδικότερα παρουσιάζει τις πηγές του δικαίου κοινωνικής ασφάλισης, την έννοια και τις προϋποθέσεις υπαγωγής στην ασφάλιση, τα είδη της κοινωνικής ασφάλισης, την ένδικη προστασία των ασφαλισμένων, την έννοια και τα είδη των κοινωνικοασφαλιστικών παροχών, τον τρόπο υπολογισμού των συντάξεων, επιδομάτων κ.ά. παροχών. Το έργο έχει λάβει υπόψη τις αποφάσεις εκείνες της Ολομέλειας του ΣτΕ με τις οποίες κρίθηκαν αντισυνταγματικές βασικές διατάξεις του Ν 4387/2017 και ακυρώθηκαν κανονιστικές πράξεις που έχουν εκδοθεί με βάση αυτόν.
Tο παρόν έργο καταπιάνεται με ζητήματα τόσο δικονομικού όσο ουσιαστικού δικαίου. Ειδικότερα περιλαμβάνει μία ενδελεχή ανάλυση των δικονομικών θεμάτων εκουσίας δικαιοδοσίας περί σωματείων καθώς και μία κατ’ άρθρο ερμηνεία των σωματειακών διατάξεων του Α.Κ.. Επιπλέον εστιάζει ειδικώς σε θέματα σχετικά με το δίκαιο των επαγγελματικών οργανώσεων, τις συνδικαλιστικές οργανώσεις εργαζομένων, τις αγροτικές συνδικαλιστικές οργανώσεις. Τέλος, η παρούσα έκδοση περιέχει πρακτικά θέματα για τη σύσταση και αναγνώριση σωματείου, για τροποποίηση καταστατικού, για τη διοικητική λειτουργία του σωματείου καθώς και υποδείγματα δικογράφων.
ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑΣ
Επιμέλεια ύλης: Σοφία Κοκκιναρά, Δικηγόρος, ΜΔΕ Εργατικού Δικαίου
ΑΤΟΜΙΚΟ ΕΡΓΑΤΙΚΟ
Ν. Γαβαλάς, Η αποτυχία του ελληνικού νομικού συστήματος να ανταπεξέλθει στις απαιτήσεις της Οδηγίας 1999/70 για την αποτροπή της καταχρηστικής προσφυγής σε συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου στον δημόσιο τομέα – Νεότοκη μητέρα απολύεται χωρίς αποζημίωση από δημόσιο εκπαιδευτικό ίδρυμα – Επ’ ευκαιρία της ΑΠ 107/2019, ΕΕργΔ 2020, σελ. 753.
Ν. Γαβαλάς, Νομιμότητα διορισμού συμβασιούχων σε προσωποπαγείς θέσεις κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 20 παρ. 6 του ν. 4452/2017 - Επ’ ευκαιρία της υπ’ αρ. 95/2020 γνωμοδοτήσεως του Ν.Σ.Κ, ΕΕργΔ 2020, σελ. 1489.
Π. Γαλάνης, Ρυθμίσεις κατά των διακρίσεων στην εργασία ατόμων με αναπηρία, ΔΕΕ 2020, σελ. 678.
Δ. Γούλας, Η απαγόρευση των διακρίσεων λόγω ηλικίας στο πεδίο της εργασίας, κατά το ενωσιακό και το ελληνικό δίκαιο, ΔΕΝ 2020, σελ. 1297.
Ε. Ερμίδου, Η άδεια αναψυχής κατά το ενωσιακό δίκαιο, ΕΕργΔ 2020, σελ. 405.
Δ. Ζερδελής, Άκυρη σύμβαση εργασίας και αξίωση αδικαιολόγητου πλουτισμού, σελ. 1.
Δ. Ζερδελής, Ο περιορισμός της ευθύνης του εργαζομένου για ζημίες κατά την εκτέλεση της εργασίας (ΑΚ 652), ΕΕργΔ 2020, σελ. 1361.
Ε. Κώστογλου, Η έννοια του αντικειμενικού λόγου κατά τη ρήτρα 4 της συμφωνίας – πλαισίου για την εργασία ορισμένου χρόνου, ΕΕργΔ 2020, σελ. 795.
Δ. Λαδάς, Τηλεργασία και άδεια ειδικού σκοπού, ΔΕΝ 2020, σελ. 833.
Ι. Ληξουριώτης, Εμβολιασμός και άλλα μέτρα κατά του Covid-19 και εργασιακή σχέση, ΔΕΕ 2021, σελ. 1.
Β. Καρόκης, Η Uber ενώπιον των δικαστηρίων σε Η.Π.Α. Ηνωμένο Βασίλειο και Γαλλία: Η αναζήτηση της εξάρτησης, ΔΕΕ 2021, σελ. 194.
Α. Μεντεσίδου, Η απαγόρευση διακρίσεων σε βάρος των εργαζομένων ορισμένου χρόνου: oριοθέτηση της λειτουργίας της ρήτρας 4 της Οδηγίας 1999/70 από τη ρήτρα 5 αυτής με αφορμή την μη καταβολή αποζημίωσης απόλυσης στους εργαζομένους ορισμένου χρόνου, ΕΕργΔ 2020, σελ. 1381.
Κ. Μπακόπουλος, Εθελουσία έξοδος και επιδότηση ανεργίας, ΔΕΝ 2020, σελ. 840.
Π. Μπουμπουχερόπουλος, Αδυναμία παροχής εργασίας, τηλεργασία και εναρμόνιση επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής κατά την περίοδο ισχύος των μέτρων για τον περιορισμό της διάδοσης του κορωνοϊού SARS-CoV-2, ΕΕργΔ 2020, σελ. 507.
Ε. Παναγιωτακοπούλου - Ε. Παπανικολάου, Η εξ αποστάσεως εργασία στον ιδιωτικό τομέα, ΔΕΝ 2020, σελ. 1793.
C. Papadimitriou, L’intelligence artificielle et le droit du travail: quelles relations? Quelles conséquences ? quel avenir ? Le cas d droit grec σε Intelligence artificielle, gestion algorithmique du personnel et droit du travail, Dalloz 2020, 225.
C. Papadimitriou, La crise de Covid-19 et le droit du travail en Grèce, Droit Soial 2020, 697
Ν. Πατσουράκη, Ομαδικές απολύσεις. Μία σύντομη αναδρομή εξ αφορμής της ΣτΕ 1786/2019, ΔΕΝ 2020, σελ. 1622.
Π. Πετρόγλου, Η ΔΣΕ 190 και η Σύσταση 206 του Ιουνίου 2019: Αναγνώριση της σεξουαλικής παρενόχλησης και της παρενόχλησης λόγω φύλου στην εργασία ως μορφών έμφυλης βίας, ΕΕργΔ 2020, σελ. 993.
Α. Πολυχρονιάδου, Συμβάσεις έργου που υποκρύπτουν παράνομη ενοικίαση εργαζομένων – Με αφορμή την υπ’ αριθμ. 43/2020 απόφαση του Εφετείου Αθηνών, ΕΕργΔ 2020, σελ. 555.
Α. Πολυχρονιάδου, Η προστασία της μητρότητας κατά το ενωσιακό δίκαιο, ΕΕργΔ 2020, σελ. 1009.
Α. Πολυχρονιάδου, Μεταβίβαση τμήματος επιχειρήσεως στο πλαίσιο ομίλου εταιριών (με αφορμή την απόφαση 2431/19 Μον. Πρωτ. Αθηνών), ΔΕΝ 2020, σελ. 1153.
Α. Πολυχρονιάδου, Πρόσθετη άδεια μητρότητας ή και πατρότητας? Με αφορμή την απόφαση Δ.Ε.Ε. της 18ης Νοεμβρίου 2020 επί της υποθέσεως C-463/19, Syndicat CFTC, ΕΕργΔ 2020, σελ. 1395.
Ε. Ρίζος, Περί της ΑΠ 137/2020, των συνεπειών ανυπαίτιας καθυστέρησης εκπλήρωσης της παροχής και περί της διάκρισης υπερημερίας οφειλέτη – υπερημερίας δανειστή, ΕΕργΔ 2020, σελ. 881.
Ι. Σκανδάλης, Ο χρόνος εργασίας στην τηλεργασία, ΧρΙΔ 2020, σελ. 499.
Δ. Τραυλός-Τζανετάτος, Η μεταφορά προσωπικού στο εσωτερικό ομίλου επιχειρήσεων (άρθρο 10 ΠΝΠ 20.03.2020) – Μία πρώτη ερμηνευτική προσέγγιση, ΕΕργΔ 2020, σελ. 497.
Χ. Τσέλιου, Παραίτηση μισθωτού από μισθολογικές αξιώσεις, ΔΕΝ 2020, σελ. 847.
Μichel Miné, Διακρίσεις στην εργασία και την απασχόληση – Επίκαιρη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ΕΕργΔ 2020, σελ. 767.
Achim Seifert, Το δίκαιο του χρόνου εργασίας της Δ.Ο.Ε.: Κινητήρια δύναμη για το ενωσιακό δίκαιο; ΕΕργΔ 2021, σελ. 11.
ΣΥΛΛΟΓΙΚΟ ΕΡΓΑΤΙΚΟ
Α. Καζάκος, Η ερμηνεία συλλογικών συμβάσεων εργασίας και διαιτητικών αποφάσεων και η πλήρωση των κενών τους, ΕΕργΔ 2020, σελ. 625.
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ
Χαρά Πόνη, Η ανατροπή του τεκμηρίου ύπαρξης εξαρτημένης εργασίας στις διαφορές επιβολής προστίμου αδήλωτων εργαζομένων, Δίκαιο της Κοινωνικής Ασφάλισης (ΔτΚΑ), σελ. 639
Δημήτρης Μπούρλος, Διαδοχική και παράλληλη ασφάλιση, ΔτΚΑ, σελ. 650.
Ιωσήφ-Λάζαρος Χατζητιμοθέου, Αναλυτική Περιοδική Δήλωση (ΑΠΔ), ΔτΚΑ, σελ. 655
Άννα Τσέτουρα, Τα κοινωνικά δικαιώματα στη νέα τεχνολογική πραγματικότητα e-Διακυβέρνηση, ΤΠΕ και προσωπικά δεδομένα, ΔτΚΑ, σελ. 663.
ΓΕΝΙΚΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ
Γ. Αγαπητός, Η Ευρώπη χρειάζεται πυξίδα για νέο προσανατολισμό, ΔΕΝ 2020, σελ. 1617.
B. Δούκα, Η λήψη «πλήρως αυτοματοποιημένων αποφάσεων» από τον εργοδότη: Το άρθρο 22 του Γενικού Kανονισμού Προσωπικών δεδομένων (Κανονισμός 2016/679 – Γ.Κ.Π.Δ.), ΕΕργΔ 2020, σελ. 369.
Κ. Παπαδημητρίου, Ά. Στεργίου, Και μετά την πανδημία COVID-19, τι;, ΔτΚΑ, σελ. 823.
Χ. Τσέλιου, Εργατικές διαφορές και διαμεσολάβηση, ΔΕΝ 2020, σελ. 843.
ΑΛΛΟΔΑΠΗ ΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Ι. ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ: Η Συμφωνία Εμπορίου ΕΕ – ΗΒ και τα εργασιακά δικαιώματα στο Ηνωμένο Βασίλειο μετά το Brexit, Πάνου Καποτά, Επίκουρου Καθηγητή Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου του Portsmouth
ΑΠΟ ΤΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ
Επιμέλεια: Ιωάννης Σκανδάλης, Επίκουρος Καθηγητής Νομικής Σχολής Αθηνών
Η ΕΔΕΚΑ, παραμένοντας π στη δέσμευσή της να συμμετάσχει ενεργά σε όλες τις σύγχρονες εξελίξεις στο χώρο του εργατικού και κοινωνικοασφαλιστικού δικαίου σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, συμμετείχε ή/και συνδιοργάνωσε τις ακόλουθες επιστημονικές εκδηλώσεις:
Ι. Μεσογειακό Συνέδριο (webinar) Εργατικού Δικαίου 2020 με τίτλο "Ιn-Work Poverty in the EU: Challenges and Perspectives" (08.10 και 09.10.2020).
ΙΙ. Διαδικτυακή ημερίδα με θέμα: «Social security in times of corona from a comparative law perspective: The case of migrant workers and other vulnerable groups (of workers)» στο πλαίσιο του Προγράμματος Πανεπιστημιακής Συνεργασίας μεταξύ του Πανεπιστημίου Εφαρμοσμένων Επιστημών της Φούλντα (Γερμανία) & του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (04.12.2020).
III. Διαδικτυακό Συνέδριο με θέμα: «Αναζωογόνηση της οικονομικής δημοκρατίας στην Ελλάδα στο πλαίσιο της κρίσης Covid & Εκπροσώπηση εργαζομένων σε επίπεδο Διοίκησης Επιχειρήσεων - Μια ευρωπαϊκή προοπτική και ανταλλαγή εμπειριών», το οποίο διοργανώθηκε με απόλυτη επιτυχία και ευρύτατη συμμετοχή από το ETUI, σε συνεργασία με το Ερευνητικό Κέντρο Εργατικού Δικαίου του ΕΚΠΑ και την ΕΔΕΚΑ( 15.12.2020).
IV. Διαδικτυακή ημερίδα της ΕΔΕΚΑ με θέμα «Ζητήματα εργασίας των διανομέων (delivery)», η οποία έλαβε χώρα στις 12.03.2021 με ευρύτατη συμμετοχή.
Στην εν λόγω ημερίδα έλαβαν χώρα οι ακόλουθες εισηγήσεις:
- Κ. Παπαδημητρίου, Καθηγητής Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ: Εισαγωγή στη γενική προβληματική
- Δ. Λαδάς, Επίκουρος Καθηγητής Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ: Η εξάρτηση των διανομέων
- Ι. Σκανδάλης, Επίκουρος Καθηγητής Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ: Η υγιεινή και ασφάλεια των διανομέων
Συγκριτικό δίκαιο:
- Γρ. Μισκεδάκης, Δικηγόρος ΜΔ Εργατικού Δικαίου Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ: Οι διανομείς στο ιταλικό δίκαιο
- Μιχ. Παπαδημητρίου, Δικηγόρος ΜΔ Εργατικού Δικαίου Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ: Οι διανομείς κατά το ισπανικό και γαλλικό δίκαιο
- Άγγελος Στεργίου, Καθηγητής Νομικής Σχολής ΑΠΘ: Η κοινωνική ασφάλιση των διανομέων
- Αγγελική Καίσαρη, Δικηγόρος: Η οπτική γωνία των εργαζομένων
ΠΡΟΣΕΧΕΙΣ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΕΣ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ
|