Ν. 4670/2020 «Ασφαλιστική μεταρρύθμιση και ψηφιακός μετασχηματισμός Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-Ε.Φ.Κ.Α.) και άλλες διατάξεις».

 

Διαβάστε περισσότερα…

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΣ ΕΘΝΙΚΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ (e-Ε.Φ.Κ.Α.)

Άρθρο 1

Ηλεκτρονικός Εθνικός Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης - Ένταξη του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. στον e-E.Φ.Κ.A.

Στον ν. 4387/2016 (Α’ 85) προστίθεται άρθρο 51Α ως εξής:

«Άρθρο 51Α

  1. Το Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) με την επωνυμία «Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης (Ε.Φ.Κ.Α.)» μετονομάζεται από την 1.3.2020 σε «Ηλεκτρονικός Εθνικός Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης», αποκαλούμενος στο εξής «e-Ε.Φ.ΚΑ». Όπου στην κείμενη νομοθεσία αναφέρεται «Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης (Ε.Φ.Κ.Α.)», νοείται ο «Ηλεκτρονικός Εθνικός Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης (e-Ε.Φ.Κ.Α)».
  2. Στον e-Ε.Φ.Κ.Α. εντάσσεται από την 1.3.2020 το Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης και Εφάπαξ Παροχών (Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π.). Το Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) με την επωνυμία Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης και Εφάπαξ Παροχών (Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π.) καταργείται και ο e-Ε.Φ.Κ.Α. καθίσταται οιονεί καθολικός διάδοχος αυτού. Στον e-Ε.Φ.Κ.Α. εντάσσονται ο Κλάδος Επικουρικής Ασφάλισης και ο Κλάδος Εφάπαξ Παροχών του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. με πλήρη οικονομική, λογιστική και περιουσιακή αυτοτέλεια έκαστος. Ο e-Ε.Φ.Κ.Α. έχει ως σκοπό την ασφαλιστική κάλυψη όλων των υπακτέων στην ασφάλιση προσώπων του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π., για τους ασφαλιστικούς κινδύνους που προβλέπονται από την οικεία νομοθεσία, και τη χορήγηση των παροχών του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π.».

Άρθρο 2

Ένταξη φορέων, κλάδων, τομέων και λογαριασμών στον e-Ε.Φ.Κ.Α.

Στο άρθρο 53 του ν. 4387/2016, προστίθενται παράγραφοι 4 και 5 και το άρθρο 53 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 53

  1. Ο e-Ε.Φ.Κ.Α. αποτελείται από, έναν (1) κλάδο κύριας ασφάλισης και λοιπών παροχών, στον οποίο εντάσσονται, σύμφωνα με τα ειδικώς οριζόμενα στο άρθρο 51 του παρόντος, οι παρακάτω φορείς, με τους κλάδους, τομείς και λογαριασμούς τους, πλην των αναφερόμενων στο Κεφάλαιο ΣΤ) ως εξής:
  • ● Α. Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών (Ι.Κ.Α. - Ε.Τ.Α.Μ.).

- α. Κλάδος κύριας σύνταξης.

αα. Κλάδος κύριας σύνταξης ΙΚΑ - ΕΤΑΜ.

ββ. Τομέας Ασφάλισης Προσωπικού ΔΕΗ.

γγ. Λογαριασμός Ειδικού Κεφαλαίου ΙΚΑ - ΕΤΑΜ (πρώην ΤΑΠ - ΟΤΕ).

- β. Κλάδος ασθένειας.

αα. Λογαριασμός παροχών σε χρήμα.

- γ. Τομέας Ασφαλισμένων Δημοσίου.

- δ. Τομέας Ασφαλισμένων Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων.

- ε. Ειδικός Λογαριασμός Δώρου Εργατοτεχνιτών Οικοδόμων (ΕΛΔΕΟ).

  • ● B. Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Προσωπικού Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης (Ε.Τ.Α.Π. - Μ.Μ.Ε.).

- α. Κλάδος κύριας ασφάλισης.

αα. Τομέας σύνταξης Προσωπικού Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών και Θεσσαλονίκης.

ββ. Τομέας ασφάλισης Ιδιοκτητών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών και Θεσσαλονίκης.

γγ. Τομέας ασφάλισης Ιδιοκτητών, Συντακτών και Υπαλλήλων Τύπου.

δδ. Τομέας ασφάλισης Ανταποκριτών Ξένου Τύπου.

εε. Τομέας ασφάλισης Φωτοειδησεογράφων και Εικονοληπτών Επικαίρων Τηλεόρασης.

στστ. Τομέας σύνταξης Εφημεριδοπωλών και Υπαλλήλων Πρακτορείου Αθηνών.

ζζ. Τομέας σύνταξης Εφημεριδοπωλών και Υπαλλήλων Πρακτορείου Θεσσαλονίκης.

ηη. Τομέας ασφάλισης Τεχνικών Τύπου Αθηνών και Θεσσαλονίκης.

θθ. Τομέας Ασφάλισης Τεχνικών Ραδιοφώνου και Τηλεόρασης (ΤΑΤΕ-ΡΤ).

- β. Κλάδος ανεργίας και δώρου.

αα. Λογαριασμός Ανεργίας Προσωπικού Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών και Θεσσαλονίκης.

ββ. Λογαριασμός Ανεργίας Τεχνικών Τύπου Αθηνών και Θεσσαλονίκης.

γγ. Λογαριασμός Δώρου Εορτών Εφημεριδοπωλών.

γ. Κλάδος Υγείας.

αα. Τομέας Υγείας Ιδιοκτητών, Συντακτών και Υπαλλήλων Τύπου.

ββ. Τομέας Υγείας Εφημεριδοπωλών και Υπαλλήλων Πρακτορείων Αθηνών.

γγ. Τομέας Υγείας Τεχνικών Τύπου Αθηνών.

δδ. Λογαριασμός παροχών σε χρήμα Ε.Τ.Α.Π.-Μ.Μ.Ε.

  • ● Γ. Ενιαίο Ταμείο Ανεξάρτητα Απασχολούμενων (Ε.Τ.Α.Α.).

- α. Κλάδος Κύριας Ασφάλισης.

αα. Τομέας Σύνταξης Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Έργων (ΤΣΜΕΔΕ), και η Ειδική Προσαύξηση.

ββ. Τομέας Σύνταξης και Ασφάλισης Υγειονομικών (ΤΣΑΥ) και ο Κλάδος Μονοσυνταξιούχων.

γγ. Τομέας Ασφάλισης Νομικών και ο ειδικός κλάδος για τους δικαστικούς λειτουργούς και τους λειτουργούς του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους που έχει συσταθεί με το άρθρο 39 του ν. 4075/2012 (Α’ 89).

- β. Κλάδος Υγείας.

αα. Τομέας Υγείας Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Έργων.

ββ. Τομέας Υγείας Υγειονομικών.

γγ. Τομέας Υγείας Δικηγόρων Αθηνών.

δδ. Τομέας Υγείας Δικηγόρων Πειραιά.

εε. Τομέας Υγείας Δικηγόρων Θεσσαλονίκης.

στστ. Τομέας Υγείας Δικηγόρων Επαρχιών.

ζζ. Τομέας Υγείας Συμβολαιογράφων.

ηη. Λογαριασμός Παροχών σε Χρήμα Ε.Τ.Α.Α.

  • ● Δ. Οργανισμός Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών (Ο.Α.Ε.Ε.).

- α. Κλάδος Κύριας Ασφάλισης.

αα. Κλάδος Κύριας Ασφάλισης Ο.Α.Ε.Ε.

ββ. Τομέας Ασφάλισης Ναυτικών και Τουριστικών Πρακτόρων.

- β. Κλάδος Υγείας.

αα. Λογαριασμός παροχών σε χρήμα.

  • ● E. Οργανισμός Γεωργικών Ασφαλίσεων (ΟΓΑ), εκτός του Λογαριασμού Αγροτικής Εστίας.

- α. Κλάδος Υποχρεωτικής Ασφάλισης του ν. 4169/1961 (Α’ 81).

- β. Κλάδος Κύριας Ασφάλισης Αγροτών του ν. 2458/1997 (Α’ 15).

- γ. Κλάδος Υγείας.

- δ. Λογαριασμός παροχών σε χρήμα.

  • ● ΣΤ. Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο (Ν.Α.Τ.), συμπεριλαμβανομένου του Κεφαλαίου Δυτών και του Κεφαλαίου Ανεργίας - Ασθένειας Ναυτικών (Κ.Α.Α.Ν.).
  • ● Ζ. Ταμείο Ασφάλισης Υπαλλήλων Τραπεζών και Επιχειρήσεων Κοινής Ωφέλειας (Τ.Α.Υ.Τ.Ε.Κ.Ω.).

- α. Κλάδος Υγείας.

αα. Τομέας Ασθένειας Προσωπικού Ο.Τ.Ε. (Τ.Α.Π.-Ο.Τ.Ε.).

ββ. Τομέας Ασθένειας Προσωπικού Η.Σ.Α.Π. (Τ.Α.Π.-Η.Σ.Α.Π.).

γγ. Τομέας Ασθένειας Προσωπικού ΗΛΠΑΠ (Τ.Α.Π.-ΗΛΠΑΠ).

δδ. Τομέας Ασθένειας Προσωπικού Δ.Ε.Η. (Τ.Α.Π.-Δ.Ε.Η.).

εε. Τομέας Ασθένειας Προσωπικού ΕΤΒΑ (Τ.Α.Π.- ΕΤΒΑ).

στστ. Τομέας Ασθένειας Προσωπικού Εμ-πορικής Τράπεζας της Ελλάδος (Τ.Α.Π. - Ε.Τ.Ε.).

ζζ. Τομέας Ασθένειας Προσωπικού Τραπεζών Πίστεως, Γενικής και Αμέρικαν Εξπρές (Τ.Α.Α.Π.Τ.Π.Γ.Α.Ε.).

ηη. Τομέας Ασθένειας Προσωπικού Ασφαλιστικής Εταιρίας «ΕΘΝΙΚΗ» (Τ.Α.Π.Α.Ε. ΕΘΝΙΚΗ).

θθ. Λογαριασμός παροχών σε χρήμα Τ.Α.Υ.Τ.Ε.Κ.Ω.

  • ● Η. Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Τραπεζοϋπαλλήλων (Ε.Τ.Α.Τ.).
  1. Στον κλάδο κύριας ασφάλισης και λοιπών παροχών περιέρχονται και οι εν γένει συνταξιοδοτικές αρμοδιότητες, οι οποίες ασκούνται κατά την έναρξη ισχύος του νόμου από τη Γενική Διεύθυνση Χορήγησης Συντάξεων Δημοσίου Τομέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσιονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 3 του άρθρου 4.
  2. Στον ως άνω κλάδο κύριας ασφάλισης και λοιπών παροχών του e-Ε.Φ.Κ.Α. περιέρχονται και οι αρμοδιότητες των φορέων, κλάδων, τομέων και λογαριασμών πρόνοιας που δεν εντάσσονται σε αυτόν και αφορούν σε παροχές σε χρήμα. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων καθορίζεται το ποσό του πάγιου πόρου του άρθρου 34 του ν. 2773/1999 (Α’ 286), όπως επικαιροποιήθηκε με τα οριζόμενα στο άρθρο 132 του ν. 3655/2008 (Α’ 58), καθώς και το ύψος του ποσού κάθε άλλου πόρου υπέρ του ΚΑΠ-ΔΕΗ που διατηρήθηκε με την παράγραφο 9 του άρθρου 44 του ν. 3863/2010 (Α’ 115), το οποίο αποδίδεται στον e-Ε.Φ.Κ.Α. έναντι των παροχών σε χρήμα του Τμήματος Παροχών Πρόνοιας Ασφαλισμένων του πρώην Κ.Α.Π.-Δ.Ε.Η., τη χορήγηση των οποίων αναλαμβάνει, σύμφωνα με το παρόν, ο e-Ε.Φ.Κ.Α. Η προσυνταξιοδοτική παροχή στους μέχρι τις 31.12.1992 ασφαλισμένους του πρώην Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Τραπεζοϋπαλλήλων (Ε.Τ.Α.Τ.), καθώς και στα μέλη των οικογενειών τους, χορηγείται σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης του άρθρου 61 περίπτωση β’ του ν. 3371/2005 (Α’ 178) εφόσον έχουν θεμελιώσει έως την έναρξη ισχύος του παρόντος το σχετικό δικαίωμα. Το άρθρο 30 του παρόντος νόμου εφαρμόζεται αναλογικά και στους μέχρι τις 31.12.1992 ασφαλισμένους του Ε.Τ.Α.Τ. που δεν έχουν θεμελιώσει, ως την έναρξη ισχύος του παρόντος, δικαίωμα λήψης της προσυν-ταξιοδοτικής παροχής ως προς τον τρόπο υπολογισμού της επικουρικής τους σύνταξης.

4.Ο Κλάδος Επικουρικής Ασφάλισης του e-Ε.Φ.Κ.Α. περιλαμβάνει:

α) το πρώην Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών (Ε.Τ.Ε.Α.Μ.),

β) τους πρώην τομείς του Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης Ιδιωτικού Τομέα (Τ.Ε.Α.Ι.Τ.),

γ) το πρώην Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Δημοσίων Υπαλλήλων (Τ.Ε.Α.Δ.Υ.) και τους τομείς αυτού «ΤΕΑΠΟΚΑ» και «ΤΑΔΚΥ»,

δ) το πρώην Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Τραπεζοϋπαλλήλων (Ε.Τ.Α.Τ.) ως προς την επικουρική ασφάλιση,

ε) τους πρώην τομείς του Κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης του Ταμείου Ασφάλισης Υπαλλήλων Τραπεζών και Επιχειρήσεων Κοινής Ωφέλειας (Τ.Α.Υ.Τ.Ε.Κ.Ω.),

στ) τον πρώην Κλάδο Ασφάλισης Προσωπικού Δ.Ε.Η. του Τ.Α.Υ.Τ.Ε.Κ.Ω. ως προς τους κατ’ επικουρική ασφάλιση ασφαλισμένους του,

ζ) τον πρώην Ειδικό Λογαριασμό «Κεφάλαιο Επικουρικής Σύνταξης Προσωπικού ΕΒΖ» και το Ταμείο Αλληλοβοήθειας Υπαλλήλων Ελληνικής Βιομηχανίας Ζάχαρης (Τ.Α.Υ.Ε.Β.Ζ.),

η) τους πρώην τομείς του Κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης του Τ.Ε.Α.Π.Α.Σ.Α. [Τομέας Επικουρικής Ασφάλισης Υπαλλήλων Αστυνομίας Πόλεων (Τ.Ε.Α.Υ.Α.Π.)], Τομέας Επικουρικής Ασφάλισης Ελληνικής Χωροφυλακής (Τ.Ε.Α.Ε.Χ.) και Τομέας Επικουρικής Ασφάλισης Υπαλλήλων Πυροσβεστικού Σώματος (Τ.Ε.Α.Υ.Π.Σ.),

θ) τον πρώην Κλάδο Επικουρικής Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών του Ο.Α.Ε.Ε.,

ι) τον πρώην Τομέα Επικουρικής Ασφάλισης Αρτοποιών (Τ.Ε.Α.Α.) του Κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών του Ο.Α.Ε.Ε.,

ια) τον πρώην Τομέα Επικουρικής Ασφάλισης Πρατηριούχων Υγρών Καυσίμων (Τ.Ε.Α.Π.Υ.Κ.) του Κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών του Ο.Α.Ε.Ε.,

ιβ) τον πρώην Τομέα Επικουρικής Ασφάλισης Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Έργων του Κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης του Ε.Τ.Α.Α.,

ιγ) τον πρώην Τομέα Ασφάλισης Συμβολαιογράφων (Τ.Α.Σ.) του Κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης του Ε.Τ.Α.Α.,

ιδ) τον πρώην Τομέα Επικουρικής Ασφάλισης Δικηγόρων (Τ.Ε.Α.Δ.) του Κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης του Ε.Τ.Α.Α.,

ιε) τον πρώην Τομέα Επικουρικής Ασφάλισης Ιδιοκτητών Συντακτών και Υπαλλήλων Τύπου του Κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης του Ε.Τ.Α.Π.-Μ.Μ.Ε.,

ιστ) τον πρώην Τομέα Επικουρικής Ασφάλισης Τεχνικών Τύπου Αθηνών και Θεσσαλονίκης του Κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης του Ε.Τ.Α.Π.-Μ.Μ.Ε.,

ιζ) τον πρώην Κλάδο Επικουρικής Ασφάλισης Ναυτικών (Κ.Ε.Α.Ν.) του Ν.Α.Τ.,

ιη) το πρώην Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Προσωπικού Ιδρυμάτων Εμπορικού Ναυτικού (Τ.Ε.Α.Π.Ι.Ε.Ν.).

  1. Ο Κλάδος Εφάπαξ Παροχών του e-Ε.Φ.Κ.Α. περιλαμβάνει:
  • ● Α. Το πρώην Ταμείο Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων (Τ.Π.Δ.Υ.) με τους Τομείς του:

α. Τομέα Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων.

β. Τομέα Πρόνοιας Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ.

γ. Τομέα Πρόνοιας Ορθοδόξου Εφημεριακού Κλήρου της Ελλάδος.

δ. Τομέα Πρόνοιας Προσωπικού Εμπορικών, Βιομηχανικών, Επαγγελματικών, Βιοτεχνικών Επιμελητηρίων του Κράτους.

ε. Τομέα Πρόνοιας Προσωπικού Ταμείου Νομικών.

στ. Τομέα Πρόνοιας Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων.

  • ● Β. Το πρώην Ταμείο Πρόνοιας Ιδιωτικού Τομέα (ΤΑΠΙΤ) με τους Τομείς του:

α. Τομέα Πρόνοιας Εργατοϋπαλλήλων Μετάλλου.

β. Τομέα Πρόνοιας Προσωπικού Εταιρειών Λιπασμάτων.

γ. Τομέα Πρόνοιας Προσωπικού Εταιρειών Τσιμέντων.

δ. Τομέα Πρόνοιας Προσωπικού Ιπποδρομιών.

ε. Τομέα Πρόνοιας Υπαλλήλων Εμπορικών Καταστημάτων.

στ. Τομέα Πρόνοιας Ξενοδοχοϋπαλλήλων.

ζ. Τομέα Πρόνοιας Λιμενεργατών.

η. Τομέα Πρόνοιας Υπαλλήλων Οργανισμού Λιμένος Πειραιώς.

θ. Τομέα Πρόνοιας Προσωπικού Οργανισμού Εθνικού Θεάτρου.

ι. Τομέα Πρόνοιας Προσωπικού Οργανισμού Υδρεύσεως Θεσσαλονίκης.

ια. Τομέα Πρόνοιας Προσωπικού Οργανισμού Λιμένος Θεσσαλονίκης.

  • ● Γ. Τον πρώην Κλάδο Πρόνοιας του Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Προσωπικού Εργαζομένων στα Μ.Μ.Ε. (Ε.Τ.Α.Π.- Μ.Μ.Ε.) με τους Τομείς του:

α. Τομέα Πρόνοιας Ιδιοκτητών, Συντακτών και Υπαλλήλων Τύπου.

β. Τομέα Πρόνοιας Εφημεριδοπωλών και Υπαλλήλων Πρακτορείων Αθηνών.

γ. Τομέα Πρόνοιας Εφημεριδοπωλών και Υπαλλήλων Πρακτορείων Θεσσαλονίκης.

  • ● Δ. Τον πρώην Κλάδο Πρόνοιας του Ταμείου Ασφάλισης Υπαλλήλων Τραπεζών και Επιχειρήσεων Κοινής Ωφέλειας (Τ.Α.Υ.Τ.Ε.Κ.Ω.) με τους Τομείς του:

α. Τομέα Πρόνοιας Προσωπικού Ο.Τ.Ε.

β. Κλάδο Ασφάλισης Προσωπικού Δ.ΕΗ. (Κ.Α.Π.-Δ.Ε.Η.).

γ. Τομέα Πρόνοιας Προσωπικού Ο.Σ.Ε.

δ. Τομέα Πρόνοιας Προσωπικού Ε.Ρ.Τ. και Τουρισμού.

ε. Τομέα Πρόνοιας Προσωπικού Εμπορικής Τραπέζης.

στ. Τομέα Πρόνοιας Προσωπικού Ιονικής-Λαϊκής Τραπέζης.

  • ● Ε. Τον πρώην Κλάδο Πρόνοιας του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολούμενων (Ε.Τ.Α.Α.) με τους Τομείς του:

α. Τομέα Πρόνοιας Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Έργων.

β. Τομέα Πρόνοιας Υγειονομικών.

γ. Τομέα Πρόνοιας Δικηγόρων Αθηνών.

δ. Τομέα Πρόνοιας Δικαστικών Επιμελητών.

ε. Τομέα Πρόνοιας Συμβολαιογράφων.

στ. Τομέα Πρόνοιας Εργοληπτών Δημοσίων Έργων.

  • ● ΣΤ. Το πρώην Ταμείο Πρόνοιας Αξιωματικών Εμπορικού Ναυτικού (Τ.Π.Α.Ε.Ν.).
  • ● Ζ. Το πρώην Ταμείο Πρόνοιας Κατωτέρων Πληρωμάτων Εμπορικού Ναυτικού (Τ.Π.Κ.Π.Ε.Ν.).
  • ● Η. Τον πρώην «Ειδικό Λογαριασμό Πρόνοιας προσωπικού του Ι.Κ.Α. - Ε.Τ.Α.Μ.»

Άρθρο 3

Περιουσία-Πόροι-Επενδύσεις Τροποποίηση του άρθρου 56 του ν. 4387/2016

Το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 56 του ν. 4387/2016 (Α’ 85) τροποποιείται, στο άρθρο προστίθενται παράγραφοι 3 και 4 και αυτό διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Πόρους του κλάδου κύριας ασφάλισης και λοιπών παροχών του e-Ε.Φ.Κ.Α. αποτελούν: α. Τα έσοδα από τις ασφαλιστικές εισφορές των ασφαλισμένων και εργοδοτών, οι πρόσοδοι περιουσίας, η απόδοση των κεφαλαίων και των αποθεματικών, καθώς και κάθε άλλο έσοδο και πόρος που θεσμοθετείται υπέρ αυτού.

β. Τα έσοδα από τις προβλεπόμενες εισφορές υπέρ των φορέων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών που εντάσσονται στον e-Ε.Φ.Κ.Α., σύμφωνα με το άρθρο 53, οι πρόσοδοι περιουσίας, καθώς και η απόδοση των κεφαλαίων και των αποθεματικών αυτών και κάθε άλλο έσοδο και πόρος που προβλέπεται από διάταξη νόμου.

γ. Η επιχορήγηση από τον κρατικό προϋπολογισμό για τη χρηματοδότηση της εθνικής σύνταξης.

  1. Εισφορές και πάσης φύσεως πόροι που εισπράττονταν από τους εντασσόμενους φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς του άρθρου 53 του παρόντος και αποδίδονταν σε τρίτους φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς, εξακολουθούν να εισπράττονται από τον e-Ε.Φ.Κ.Α. και να αποδίδονται από αυτόν στους δικαιούχους φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.
  2. Πόρους του κλάδου επικουρικής ασφάλισης και του κλάδου εφάπαξ παροχών του e-Ε.Φ.Κ.Α. αποτελούν τα έσοδα από τις προβλεπόμενες εισφορές υπέρ των αντίστοιχων κλάδων του ταμείου Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π., που εντάσσεται στον e-Ε.Φ.Κ.Α., οι πρόσοδοι περιουσίας, καθώς και η απόδοση των κεφαλαίων και αποθεματικών αυτών και κάθε άλλο έσοδο και πόρος που προβλέπεται στην οικεία νομοθεσία και στα άρθρα 35 και 77 του ν. 4387/2016 (Α’ 85) ή άλλες διατάξεις νόμων.
  3. Εισφορές και πάσης φύσεως πόροι που εισ-πράττονταν από τους εντασσόμενους φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς του άρθρου 53 του παρόντος μαζί με τους φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. και αποδίδονταν σε τρίτους φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς εξακολουθούν να εισπράττονται από τον e-Ε.Φ.Κ.Α. και να αποδίδονται από αυτόν στους δικαιούχους φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς, σύμφωνα με τα άρθρα 35 και 77 του ν. 4387/2016 και κάθε άλλη σχετική διάταξη.».

Άρθρο 4

Διοίκηση e-Ε.Φ.Κ.Α.

Το άρθρο 57 του ν. 4387/2016 αντικαθίσταται ως εξής:

....................................................................

Άρθρο 5

Μεταβατική διάταξη για τις αρμοδιότητες της Διοίκησης, του Διοικητικού Συμβουλίου, των Κεντρικών και Περιφερειακών Υπηρεσιών του εντασσόμενου στον e-Ε.Φ.Κ.Α. φορέα του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π.

Στον ν. 4387/2016 προστίθεται άρθρο 69 ΙΓ ως εξής:

....................................................................

Άρθρο 6

Περιουσία, λογιστική και οικονομική λειτουργία Κλάδων Επικούρησης και Εφάπαξ Παροχών του e-Ε.Φ.Κ.Α.

Στον ν. 4387/2016 προστίθεται άρθρο 70Α ως εξής:

....................................................................

Άρθρο 7

Μεταβατική διάταξη για το προσωπικό του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π.

Στον ν. 4387/2016 προστίθεται άρθρο 71Α, ως εξής:

....................................................................

Άρθρο 8

Μεταβατικές διατάξεις Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π.

Στον ν. 4387/2016 προστίθεται άρθρο 94Α ως εξής:

«Άρθρο 94Α
Μεταβατική διάταξη

  1. Από την 1.3.2020, όλα τα ασφαλιστέα πρόσωπα του εντασσόμενου ταμείου του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π., σύμφωνα με το άρθρο 76, μεταφέρονται στον e-Ε.Φ.Κ.Α. και θεωρούνται ασφαλισμένοι αυτού. Οι ασφαλισμένοι του εντασσόμενου ταμείου του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. εξακολουθούν να διέπονται από τις διατάξεις της νομοθεσίας αυτού, όπως κάθε φορά ισχύουν. Στον Κλάδο Επικουρικής Ασφάλισης και τον Κλάδο Εφάπαξ Παροχών του e-Ε.Φ.Κ.Α. μεταφέρονται αντίστοιχα όλα τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των ασφαλισμένων και συνταξιούχων του εντασσόμενου ταμείου του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π., ανεξάρτητα από τη χρονική περίοδο ασφάλισής τους.
  2. Οι όροι και προϋποθέσεις συνταξιοδότησης, ο καθορισμός του ποσού επικουρικής σύνταξης και εφάπαξ και κάθε άλλη παροχή του εντασσόμενου ταμείου του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π., όπως και κάθε θέμα που δεν προβλέπεται ρητώς στο παρόν, εξακολουθούν να διέπονται από τις διατάξεις της νομοθεσίας αυτού, όπως ισχύουν και έχουν διαμορφωθεί μέχρι την έναρξη λειτουργίας του e-Ε.Φ.Κ.Α. την 1.3.2020. Η πρόβλεψη αυτή καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς αιτήσεις κατά τον χρόνο έναρξης της λειτουργίας του e-Ε.Φ.Κ.Α.
  3. Χρόνος ασφάλισης για τον Κλάδο Επικουρικής Ασφάλισης και τον Κλάδο Εφάπαξ Παροχών του e-Ε.Φ.Κ.Α. είναι ο χρόνος για τον οποίο καταβάλλονται ή οφείλονται ασφαλιστικές εισφορές υπέρ των ανωτέρω κλάδων αντιστοίχως από 1.3.2020 και εφεξής και ο χρόνος ασφάλισης του εντασσόμενου ταμείου του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π., όπως προβλέπεται στο άρθρο 79.
  4. Μέχρι την έκδοση του Ενιαίου Κανονισμού Ασφάλισης και Παροχών του e-Ε.Φ.Κ.Α., που θα περιλαμβάνει τον Κλάδο Επικουρικής Ασφάλισης και τον Κλάδο Εφάπαξ Παροχών του εντασσόμενου ταμείου Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π., εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι καταστατικές διατάξεις των εντασσόμενων ταμείων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών και η γενικότερη νομοθεσία του εντασσόμενου ταμείου Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π., εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις διατάξεις του παρόντος.
  5. Μέχρι τη σύσταση των επιτροπών της περίπτωσης α’ της παραγράφου 2 του άρθρου 52, συνεχίζουν να λειτουργούν οι Διοικητικές Επιτροπές του εντασσόμενου φορέα του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. του άρθρου 80 με τις ίδιες αρμοδιότητες και το ισχύον θεσμικό καταστατικό τους πλαίσιο, όπως έχει διαμορφωθεί μέχρι την 1.3.2020. Τα ως άνω όργανα αποτελούν Διοικητικές Επιτροπές του e-Ε.Φ.Κ.Α. και διέπονται από τις ισχύουσες διατάξεις, εφαρμοζόμενες αναλόγως.»

Άρθρο 9

Καταργούμενες διατάξεις

Η παράγραφος 11 του άρθρου 70 του ν. 4387/2016 και η παράγραφος 8 του άρθρου 45Α του ν. 4052/2012, όπως προστέθηκε με το άρθρο 82 του ν. 4387/2016, καταργούνται από τότε που ίσχυσαν.

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ

ΨΗΦΙΑΚΟΣ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΦΟΡΕΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ «e-Ε.Φ.Κ.Α.»

  • • ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’

Άρθρο 10

Μητρώο Ασφαλισμένων Ηλεκτρονικού Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης e- Ε.Φ.Κ.Α.

  1. Για την εγγραφή άμεσα ή έμμεσα ασφαλισμένου στο μητρώο ασφαλισμένων του Ηλεκτρονικού Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-Ε.Φ.Κ.Α.) και τη μεταβολή ατομικών στοιχείων υποβάλλεται, κατόπιν ταυτοποίησης, αίτηση με ηλεκτρονικό τρόπο στον δικτυακό τόπο του e-Ε.Φ.Κ.Α. και αν-τλούνται τα απαραίτητα στοιχεία από το μητρώο του «ΑΜΚΑ-ΕΜΑΕΣ», μέσω διαλειτουργικότητας των αναγκαίων πληροφοριακών συστημάτων σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 47 και 48 του ν. 4623/2019 (Α’ 134), με την επιφύλαξη εξαιρέσεων που προβλέπονται σε ειδικές ρυθμίσεις για αυτεπάγγελτη εγγραφή.

Σε περίπτωση που τα αντλούμενα ατομικά στοιχεία δεν είναι επικαιροποιημένα, απαιτείται διόρθωση αυτών στο πληροφοριακό σύστημα του «ΑΜΚΑ-ΕΜΑΕΣ».

  1. Για την εγγραφή ή μεταβολή ατομικών στοιχείων των έμμεσα ασφαλισμένων μελών απαιτείται υποβολή αίτησης με ηλεκτρονικό τρόπο. Στις περιπτώσεις ανήλικων μελών η αίτηση υποβάλλεται από τον έναν γονέα και απαιτείται έγκριση με ηλεκτρονικό τρόπο από τον άλλο προκειμένου να οριστικοποιηθεί.
  2. Έως την ολοκλήρωση της διασύνδεσης των πληροφοριακών συστημάτων της ΑΑΔΕ με τον e-Ε.Φ.Κ.Α., για τη χορήγηση στοιχείων στον e-Ε.Φ.Κ.Α., θα ακολουθείται η διαδικασία της ΠΟΛ. 1154/2018 (Β’3253/ 08.08.2018) απόφασης Διοικητή Α.Α.Δ.Ε.
  3. Για κάθε νέα εγγραφή ή διαγραφή μέλους στο Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος (ΤΕΕ), στον οικείο Δικηγορικό, Ιατρικό και Φαρμακευτικό Σύλλογο καταχωρίζεται υποχρεωτικά ο Αριθμός Μητρώου Κοινωνικής Ασφάλισης (ΑΜΚΑ). Το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος (Τ.Ε.Ε.) και οι οικείοι Δικηγορικοί, Ιατρικοί και Φαρμακευτικοί Σύλλογοι αποστέλλουν μηνιαίως ηλεκτρονικό αρχείο με εγγραφές ή διαγραφές μελών στον e-Ε.Φ.Κ.Α., έως την ανάπτυξη απευθείας διασύνδεσης των πληροφοριακών τους συστημάτων με τον e-Ε.Φ.Κ.Α.
  4. Όλες οι αναγκαίες διασυνδέσεις των πληροφοριακών συστημάτων, για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, διενεργούνται σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 47 και 48 του ν. 4623/2019 (Α’ 133).
  5. Σε περίπτωση θανάτου άμεσα ή έμμεσα ασφαλισμένου, η διαγραφή από τον e-Ε.Φ.Κ.Α. πραγματοποιείται αυτεπάγγελτα με την αναγγελία της ληξιαρχικής πράξης θανάτου μέσω του Συστήματος Αριάδνη του ν. 4144/2013 (Α’ 23) και ισχύει από την ημερομηνία θανάτου.
  6. Η απογραφή των ιδιωτικών οικοδομικών έργων πραγματοποιείται ηλεκτρονικά με αίτηση του ιδιοκτήτη στον δικτυακό τόπο του e-Ε.Φ.Κ.Α. σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την έκδοση της άδειας, για την οποία δεν απαιτείται η καταβολή προκαταβολής εισφορών στον e-Ε.Φ.Κ.Α. (π.χ. άδειες μικρής κλίμακας, σαρανταοκτάωρη άδεια), και σε κάθε περίπτωση πριν από την έναρξη των οικοδομικών εργασιών.

Η απογραφή των ιδιωτικών οικοδομικών έργων, για τα οποία απαραίτητη προϋπόθεση για την έκδοση οικοδομικής άδειας είναι η καταβολή προκαταβολής και η έκδοση του
εντύπου e-Ε.Φ.Κ.Α. «Σημείωμα κατάθεσης Εισφορών για Έκδοση Οικοδομικής Άδειας», σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 39 του Κανονισμού του τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, πραγματοποιείται στον δικτυακό τόπο του e-Ε.Φ.Κ.Α. πριν από την έκδοση της άδειας.

  1. Η απογραφή των νομικών προσώπων και των εκ του νόμου υπευθύνων γίνεται και από πιστοποιημένους χρήστες της πλατφόρμας Ηλεκτρονική Υπηρεσία Μιας Στάσης (e-ΥΜΣ).

Στα στοιχεία των εκ του νόμου υπευθύνων του νομικού προσώπου περιλαμβάνονται υποχρεωτικά ο Αριθμός Μητρώου Κοινωνικής Ασφάλισης (ΑΜΚΑ) και ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου (ΑΦΜ).

  1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων και Ψηφιακής Διακυβέρνησης, μετά από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του e-Ε.Φ.Κ.Α., ρυθμίζονται ο χρόνος εφαρμογής, η διαδικασία υποβολής των αιτήσεων, της χορήγησης πληροφοριών, σύμφωνα με τη νομοθεσία περί προστασίας προσωπικών δεδομένων, ο τύπος των αιτήσεων και προβεβαιώσεων, οι τυχόν εξαιρέσεις, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή της παραγράφου 7 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 11

Χορήγηση βεβαιώσεων και πιστοποιητικών

  1. Το σύνολο των βεβαιώσεων και πιστοποιητικών που χορηγεί ο Ηλεκτρονικός Εθνικός Φορέας Κοινωνικών Ασφαλίσεων (e-Ε.Φ.Κ.Α.), σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις για τις συναλλαγές των πολιτών με άλλες Yπηρεσίες και Oργανισμούς, λαμβάνεται αυτόματα σε ηλεκτρονική μορφή μέσω απευθείας διασύνδεσης με τα πληροφοριακά συστήματα των φορέων στους οποίους υποβάλλονται, σύμφωνα με τα άρθρα 47 και 48 του ν. 4623/2019 (Α’ 134) και τον ν. 3979/2011 (Α’ 138).
  2. Μέχρι την ολοκλήρωση της διασύνδεσης των πληροφοριακών συστημάτων των φορέων της παραγράφου 1 δημιουργείται στο πληροφοριακό σύστημα «ΑΤΛΑΣ» υποσύστημα χορήγησης βεβαιώσεων. Χρήστες του υποσυστήματος είναι οι υπάλληλοι των φορέων, στους οποίους απαιτείται η υποβολή των βεβαιώσεων και οι οποίοι, κατόπιν πιστοποίησης, αντλούν υποχρεωτικά τις προβλεπόμενες βεβαιώσεις και πιστοποιητικά για λογαριασμό των συναλλασσόμενων.
  3. Μετά την παρέλευση τριμήνου από την έναρξη χορήγησης βεβαιώσεων και πιστοποιητικών από το υποσύστημα της παραγράφου 2, διακόπτεται η έντυπη χορήγηση τούτων από τις Yπηρεσίες του e-Ε.Φ.Κ.Α., εκτός περιπτώσεων όπου υφίσταται τεχνικό πρόβλημα.
  4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων και Ψηφιακής Διακυβέρνησης ρυθμίζονται ο χρόνος εφαρμογής, η διαδικασία πιστοποίησης, ο τύπος και ο τρόπος χορήγησης των βεβαιώσεων και πιστοποιητικών, σύμφωνα με τη νομοθεσία περί προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, οι τυχόν εξαιρέσεις, οι τεχνικές προϋποθέσεις και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 12

Αναλυτική Περιοδική Δήλωση (ΑΠΔ) και πράξεις βεβαίωσης οφειλής

  1. Με βάση τα στοιχεία των εμπρόθεσμων αρχικά υποβληθεισών Αναλυτικών Περιοδικών Δηλώσεων (ΑΠΔ) επανελέγχεται αυτόματα κάθε μήνα η ασφαλιστική ικανότητα μισθωτών που δεν έλαβαν ασφαλιστική ικανότητα κατά την ετήσια χορήγηση ασφαλιστικής ικανότητας.
  2. Από 1η Ιουλίου 2020 όλοι οι υπόχρεοι εργοδότες υποβολής ΑΠΔ είναι υπόχρεοι ηλεκτρονικής υποβολής ΑΠΔ.
  3. Τα δεδομένα που καταχωρούνται στην ΑΠΔ διασταυρώνονται με το πληροφοριακό σύστημα «ΕΡΓΑΝΗ» του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, προ της οριστικής υποβολής της ΑΠΔ. Σε περίπτωση ασυμβατότητας, ενημερώνεται ο εργοδότης για την ανάγκη διόρθωσης και, εφόσον απαιτείται, εκδίδονται και επιδίδονται ηλεκτρονικά οι προβλεπόμενες πράξεις επιβολής και βεβαιώσεις.
  4. Οι Πράξεις Επιβολής Εισφορών (ΠΕΕ), οι Πράξεις Επιβολής Προσθέτου Τέλους (ΠΕΠΤ),οι Πράξεις Επιβολής Πρόσθετης Επιβάρυνσης Εισφορών (ΠΕΠΕΕ) και οι Πράξεις Βεβαίωσης Οφειλής (ΠΒΟ) που εκδίδονται κατά τον μηχανογραφικό έλεγχο δηλωθεισών και καταβληθεισών ασφαλιστικών εισφορών επιδίδονται ηλεκτρονικά μέσω ανάρτησης στις Hλεκτρονικές Yπηρεσίες του e-Ε.Φ.Κ.Α., στις οποίες έχουν πρόσβαση με χρήση των προσωπικών τους κωδικών οι εργοδότες. Ως ημερομηνία γνωστοποίησης των Πράξεων θεωρείται η ημερομηνία ηλεκτρονικής πρόσβασης του εργοδότη στην εφαρμογή, η οποία καταγράφεται ηλεκτρονικά και μπορεί να αποτυπωθεί εγγράφως.
  5. Οι Πράξεις Βεβαίωσης Οφειλής (ΠΒΟ) Μη Μισθωτών εκδίδονται ηλεκτρονικά και αναρτώνται στις Hλεκτρονικές Yπηρεσίες e-Ε.Φ.Κ.Α. στις οποίες οι ασφαλισμένοι έχουν πρόσβαση, με χρήση των προσωπικών τους κωδικών. Ως ημερομηνία γνωστοποίησης της Πράξης Βεβαίωσης Οφειλής θεωρείται η ημερομηνία ηλεκτρονικής πρόσβασης του ασφαλισμένου στην εφαρμογή, η οποία καταγράφεται ηλεκτρονικά και μπορεί να αποτυπωθεί εγγράφως.
  6. Η παράγραφος 3 του άρθρου 13 του ν. 4611/2019 (Α’ 73), όπως ισχύει μετά τις διατάξεις του άρθρου 39 του ν. 4647/2019 (Α’ 204), αντικαθίσταται ως εξής:

«3. Οι οφειλέτες που απώλεσαν ανυπαίτια τη ρύθμιση των άρθρων 2, 3, 4 και 5 του ν. 4611/2019, στην οποία είχαν ενταχθεί, δύνανται να επανενταχθούν σ’ αυτή μέχρι την 31η Μαρτίου 2020, υπό την προϋπόθεση καταβολής του συνόλου των δόσεων της ρύθμισης που έχουν καταστεί απαιτητές, καθώς και νέων βεβαιωμένων, εκτός ρυθμίσεως οφειλών. Η αίτηση για την επανένταξη στη ρύθμιση θα υποβάλλεται από τον οφειλέτη στις αρμόδιες Υπηρεσίες του ΚΕΑΟ.»

  1. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων ρυθμίζονται ο τρόπος διασταύρωσης με το πληροφοριακό σύστημα «ΕΡΓΑΝΗ», ο τύπος των ηλεκτρονικών πράξεων, το όργανο που τις υπογράφει, η διαδικασία υποβολής ενστάσεων, ο χρόνος και οι τεχνικές λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

Άρθρο 13

Τροποποίηση του άρθρου 14 του ν. 4075/2012 (Α’ 89)

Το άρθρο 14 του ν. 4075/2012 (Α’ 89) αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 14
Χρόνος υποβολής Αναλυτικών Περιοδικών Δηλώσεων Κοινών Επιχειρήσεων

  1. Η Αναλυτική Περιοδική Δήλωση των εργοδοτών που απασχολούν προσωπικό που υπάγεται στην ασφάλιση του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ ή στην ασφάλιση των φορέων ή κλάδων και λογαριασμών των Οργανισμών Κοινωνικής Πολιτικής, τις εισφορές των οποίων εισπράττει ή συνεισπράττει το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και προβλέπεται από την παράγραφο 1 του ν. 2972/2001 (Α’ 291), υποβάλλεται μέσω διαδικτύου από την πρώτη έως την τελευταία ημέρα του μήνα που έπεται του ημερολογιακού μήνα απασχόλησης, ανεξαρτήτως του αριθμού μητρώου.
  2. Η ΑΠΔ του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α. α’ και β’ βαθμού υποβάλλεται μέσω διαδικτύου από την πρώτη έως την τελευταία ημέρα του μεθεπόμενου της μισθολογικής περιόδου απασχόλησης μήνα, ανεξαρτήτως του αριθμού μητρώου.
  3. Ως ημερομηνία υποβολής θεωρείται η ημερομηνία αποδοχής και επιτυχούς καταχώρισης στον δικτυακό τόπο του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ.
  4. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου ισχύουν για μισθολογικές περιόδους από 1.1.2013 και εφεξής.
  5. Οι ανωτέρω προθεσμίες υποβολής της Αναλυτικής Περιοδικής Δήλωσης και καταβολής των εισφορών δύνανται να μεταβάλλονται με απόφαση του Δ.Σ. του e-Ε.Φ.ΚΑ»

Άρθρο 14

Ιατρικές βεβαιώσεις και γνωματεύσεις

  1. Οι ιατρικές βεβαιώσεις και γνωματεύσεις που απαιτούνται από τον Ηλεκτρονικό Εθνικό Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-Ε.Φ.Κ.Α.) για πιστοποίηση της ανικανότητας προς εργασία για τη χορήγηση αναρρωτικής άδειας, επιδόματος μητρότητας, επιδόματος ασθενείας είτε εξαιτίας νόσου είτε μετά από ατύχημα εργατικό ή μη και του επιδόματος εργατικού ατυχήματος, εκδίδονται υποχρεωτικά μέσω του Συστήματος Ηλεκτρονικής Συν-ταγογράφησης της εταιρείας Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση Κοινωνικής Ασφάλισης Α.Ε. (ΗΔΙΚΑ Α.Ε.).
  2. Στο Σύστημα Ηλεκτρονικής Συνταγογράφησης δημιουργείται ηλεκτρονικό υποσύστημα υποστήριξης των Κέντρων Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕΠΑ) του e-Ε.Φ.Κ.Α. Η λειτουργία του ηλεκτρονικού υποσυστήματος υποστηρίζει ενδεικτικά τη σύνταξη της γνωμάτευσης του εισηγητικού φακέλου από τον θεράποντα ιατρό, τον προγραμματισμό των ιατρικών επιτροπών πιστοποίησης (πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια), τον προγραμματισμό της εξέτασης των ασφαλισμένων στην επιτροπή, την παροχή πρόσβασης στον ιατρικό φάκελο του εξεταζόμενου από την επιτροπή ή κατ’ οίκον και την αυθημερόν έκδοση της απόφασης πιστοποίησης αναπηρίας.

Κάθε αντίθετη καταστατική διάταξη καταργείται μετά τη λειτουργία του ηλεκτρονικού υποσυστήματος.

  1. Οι αποφάσεις των Ανωτάτων Υγειονομικών Επιτροπών που εκδίδονται με σκοπό να υποβληθούν στον e-Ε.Φ.Κ.Α. για τη χορήγηση παροχών και συντάξεων αναπηρίας καταχωρίζονται υποχρεωτικά στο Σύστημα Ηλεκτρονικής Συνταγογράφησης.
  2. Με κοινή απόφαση των Yπουργών Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Ψηφιακής Διακυβέρνησης και Υγείας ρυθμίζονται ο χρόνος έναρξης λειτουργίας των ηλεκτρονικών υπηρεσιών, οι εξαιρέσεις, οι τεχνικές λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου, οι διαδικασίες χορήγησης των ιατρικών βεβαιώσεων σύμφωνα με τη νομοθεσία περί προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

Άρθρο 15

Χορήγηση παροχών σε χρήμα

  1. Οι ασφαλισμένες του Ηλεκτρονικού Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-Ε.Φ.Κ.Α.) υποβάλλουν ηλεκτρονική αίτηση στον δικτυακό τόπο του e-Ε.Φ.Κ.Α. για την πληρωμή του επιδόματος μητρότητας (κυοφορίας και λοχείας) και του ειδικού επιδόματος μητρότητας του άρθρου 11 του π.δ. 176/1997 όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 παράγραφος 4 του π.δ. 41/2003. Η ηλεκτρονική αίτηση υποβάλλεται, κατόπιν ταυτοποίησης εντός προθεσμίας οκτώ (8) μηνών από τη γέννηση του τέκνου.

Κάθε αντίθετη καταστατική διάταξη ως προς την προθεσμία και τον τρόπο υποβολής καταργείται.

Ο εργοδότης καταχωρεί ηλεκτρονικά στον δικτυακό τόπο του e-Ε.Φ.Κ.Α. την προβλεπόμενη βεβαίωση αποχής από την εργασία. Το επίδομα μητρότητας μισθωτής ασφαλισμένης καταβάλλεται σε τραπεζικό λογαριασμό που έχει καταχωρηθεί στο μητρώο ασφαλισμένου, κατόπιν ελέγχου πληρώσεως των προϋποθέσεων χορήγησης.

Η απαιτούμενη ιατρική βεβαίωση και η ληξιαρχική πράξη γέννησης του τέκνου ανακτώνται μέσω διασύνδεσης του e-Ε.Φ.Κ.Α. με το Σύστημα Ηλεκτρονικής Συνταγογράφησης και το Μητρώο Πολιτών, η οποία υλοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 47 του ν. 4623/2019 (Α’ 134).

  1. Ο δικαιούχος επιδόματος ασθενείας υποβάλλει, κατόπιν ταυτοποίησης, ηλεκτρονική αίτηση στον δικτυακό τόπο του e-Ε.Φ.Κ.Α.

Σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την υποβολή της αίτησης του μισθωτού, ο εργοδότης υποχρεούται να καταχωρήσει τα στοιχεία που απαιτούνται για την επεξεργασία της αίτησης και ενδεικτικά την ημερομηνία πρόσληψης, την ειδικότητα, το χρονικό διάστημα της απουσίας από την εργασία λόγω ασθένειας και τις μικτές αποδοχές του μήνα απουσίας. Οι προβλεπόμενες ιατρικές βεβαιώσεις ανακτώνται από το Σύστημα Ηλεκτρονικής Συνταγογράφησης. Κατόπιν ελέγχου πλήρωσης των προϋποθέσεων χορήγησης, το επίδομα καταβάλλεται σε λογαριασμό του δικαιούχου.

  1. Για την πληρωμή των εξόδων κηδείας, ο δικαιούχος υποβάλλει ηλεκτρονική αίτηση, κατόπιν ταυτοποίησης, στον δικτυακό τόπο του e-Ε.Φ.Κ.Α., στην οποία συμπληρώνονται ενδεικτικά ο Αριθμός Μητρώου Κοινωνικής Ασφάλισης (ΑΜΚΑ) και ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου (ΑΦΜ) του αιτούντος, ο ΑΜΚΑ του θανόντος, ο ΑΦΜ της επιχείρησης που τέλεσε την τελετή και στοιχεία ταυτοποίησης του πιστοποιητικού εγγυτέρων συγγενών. Οι επιχειρήσεις που τελούν την τελετή για ασφαλισμένους ή συνταξιούχους του e-Ε.Φ.Κ.Α. υποχρεούνται στην έκδοση ηλεκτρονικού τιμολογίου προς τους δικαιούχους, το οποίο αναρτούν υποχρεωτικά στο τέλος κάθε μήνα στον δικτυακό τόπο του e-Ε.Φ.Κ.Α.
  2. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων ρυθμίζονται ο χρόνος έναρξης και κάθε λεπτομερειακό θέμα σχετικά με το περιεχόμενο της αίτησης, τις διαδικασίες χορήγησης των επιδομάτων και της εφαρμογής του άρθρου, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
  • • ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’

ΨΗΦΙΑΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΣΥΝΤΑΞΗΣ

Άρθρο 16

Πιστοποίηση ψηφιακά διαθέσιμου ασφαλιστικού χρόνου

  1. To σύνολο των δεδομένων και ατομικών στοιχείων που βρίσκεται στα πληροφοριακά συστήματα των πρώην Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης και αφορά στη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος, την απονομή συντάξεων και τη μεταβίβαση συντάξεων αιτία θανάτου συγκεντρώνεται έως 31.05.2020 στο Πληροφοριακό Σύστημα «ΑΤΛΑΣ» του άρθρου 8 του ν. 4237/2014 (Α’ 36).
  2. Οι Υπηρεσίες μισθοδοσίας του ευρύτερου Δημοσίου Τομέα αποστέλλουν στην εταιρεία Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση Κοινωνικής Ασφάλισης Α.Ε. (ΗΔΙΚΑ Α.Ε.) έως 31.7.2020, αρχείο με τα στοιχεία αποδοχών των υπαλλήλων τους από 1.1.2002 ή από την ημερομηνία έναρξης της μηχανογράφησης, σύμφωνα με τις τεχνικές προδιαγραφές που θέτει η ΗΔΙΚΑ Α.Ε.
  3. Η Ενιαία Αρχή Πληρωμών αποστέλλει στην ΗΔΙΚΑ Α.Ε. έως τις 31.7.2020 αρχείο με τα στοιχεία αποδοχών των δημοσίων υπαλλήλων από την ημερομηνία λειτουργίας της, σύμφωνα με τις τεχνικές προδιαγραφές που ορίζονται από την ΗΔΙΚΑ Α.Ε.
  4. Κατόπιν ελέγχου πιστοποιούνται η ακρίβεια και η ορθότητα των δεδομένων και των ατομικών στοιχείων.

Τα πιστοποιημένα δεδομένα θεωρούνται έγκυρα και δεν απαιτείται καμία περαιτέρω επιβεβαίωση βάσει φυσικών παραστατικών για τη χρήση τους στη διαδικασία απονομής και μεταβίβασης σύνταξης.

  1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων και Ψηφιακής Διακυβέρνησης καθορίζονται οι διαδικασίες συγκέντρωσης, ελέγχου και πιστοποίησης των δεδομένων σύμφωνα με τη νομοθεσία περί προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, τα αποδεκτά ποσοστά αποκλίσεων για την πιστοποίηση της ακρίβειας και της ορθότητάς τους, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

Άρθρο17

Ψηφιακός μετασχηματισμός διαδικασίας απονομής σύνταξης ΑΤΛΑΣ

  1. Οι αιτήσεις για απονομή σύνταξης λόγω γήρατος, αναπηρίας ή θανάτου, καθώς και οι αιτήσεις χορήγησης επιδόματος τετραπληγίας ή απολύτου αναπηρίας υποβάλλονται υποχρεωτικά με ηλεκτρονικό τρόπο, κατόπιν ταυτοποίησης, στον δικτυακό τόπο του Ηλεκτρονικού Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-Ε.Φ.Κ.Α.). Στην αίτηση καταχωρείται υποχρεωτικά έγκυρη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.

Η οριστικοποίηση της αίτησης επέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης του ασφαλισμένου για την ορθότητα των δεδομένων που υποβάλλει.

  1. Ο ασφαλισμένος υποχρεούται να επικαιροποιήσει στο σύστημα «ΑΜΚΑ-ΕΜΑΕΣ», τον Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.) και τον αριθμό δελτίου αστυνομικής ταυτότητας πριν την υποβολή της αίτησης για συνταξιοδότηση. Σε περίπτωση αλλοδαπού αιτούντος επικαιροποιούνται υποχρεωτικά τα στοιχεία του διαβατηρίου και, εφόσον προέρχεται από χώρα εκτός του χώρου της Συνθήκης Schengen, τα στοιχεία της άδειας παραμονής.
  2. Σε περίπτωση ασφαλισμένου του Δημοσίου, των Ενόπλων Δυνάμεων, των Σωμάτων Ασφαλείας και των Ο.Τ.Α., συμπληρώνεται το Δελτίο Ατομικής και Υπηρεσιακής Κατάστασης (ΔΑΥΚ), το οποίο αποτελεί προϋπόθεση για την οριστική παραλαβή της αίτησης συνταξιοδότησης και την έναρξη της επεξεργασίας της.

Το ΔΑΥΚ συμπληρώνεται ηλεκτρονικά από τον αρμόδιο υπάλληλο της Υπηρεσίας από την οποία αποχωρεί ο ασφαλισμένος, ο οποίος συγκεντρώνει και καταχωρεί στο ΔΑΥΚ και τα στοιχεία προϋπηρεσίας σε άλλους φορείς του Δημοσίου.

Το ΔΑΥΚ οριστικοποιείται από τον κατά περίπτωση προϊστάμενο του αρμόδιου υπαλλήλου. Κατόπιν οριστικοποίησης του ΔΑΥΚ, δεν απαιτείται καμία επιπλέον επιβεβαίωση των δεδομένων από φυσικά παραστατικά για την έκδοση συνταξιοδοτικής απόφασης.

  1. Σε περίπτωση που ασφαλισμένος έχει στην κατοχή του φυσικά παραστατικά που αποδεικνύουν χρόνο ασφάλισης που δεν έχει ψηφιοποιηθεί ή πιστοποιηθεί ως έγκυρος και δεν αποτελεί δεδομένο του Πληροφοριακού Συστήματος «ΑΤΛΑΣ», υποχρεούται να καταχωρεί τον επιπλέον χρόνο στην ηλεκτρονική αίτηση και να προσκομίζει σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την υποβολή ηλεκτρονικής αίτησης τα φυσικά παραστατικά στο υποκατάστημα του τόπου κατοικίας για έλεγχο, πιστοποίηση και ψηφιοποίηση.

Σε περίπτωση μη προσκόμισης των φυσικών παραστατικών εντός της ανωτέρω προθεσμίας, ο επιπλέον χρόνος δεν λαμβάνεται υπόψη για την επεξεργασία της αίτησης.

  1. Για την οριστικοποίηση της αίτησης με ηλεκτρονικό τρόπο της παραγράφου 1 απαιτείται προηγούμενη συγκατάθεση του αιτούντος για την επεξεργασία και χρήση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τον e-Ε.Φ.Κ.Α. σύμφωνα με τον Γενικό Κανονισμό Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων και τον ν. 4624/2019 (Α’ 137). Για την εκτέλεση της επεξεργασίας της αίτησης, καθώς και κατά τη μετέπειτα διαδικασία ελέγχου των απονομών ο e-Ε.Φ.Κ.Α. διατηρεί το δικαίωμα ελέγχου συντάξεων και επιδομάτων που αφορούν άμεσα συγγενικά πρόσωπα (γονείς, σύζυγο, τέκνα) του αιτούντος.
  2. Σε περίπτωση που ασφαλισμένος αιτείται την αναγνώριση πλασματικού χρόνου, υποχρεούται να συμπληρώσει σε παράρτημα της ηλεκτρονικής αίτησης της παραγράφου 1 τον χρόνο, την κατηγορία εξαγοράς και τον αριθμό πρωτοκόλλου της αντίστοιχης βεβαίωσης ή πιστοποιητικού, από τα οποία προκύπτει το δικαίωμά του, προκειμένου αυτές να ανακτηθούν ηλεκτρονικά από τα συστήματα των φορέων που τα εκδίδουν. Για την εφάπαξ εξαγορά του πλασματικού χρόνου εκδίδεται από το σύστημα ειδοποιητήριο πληρωμής σε Τράπεζα με μοναδικό κωδικό πληρωμής που ισχύει για έναν (1) μήνα.

Σε περίπτωση που δεν εξοφληθεί το ειδοποιητήριο εντός της ανωτέρω οριζόμενης προθεσμίας, γίνεται επεξεργασία της αίτησης, χωρίς να ληφθεί υπόψη το αίτημα αναγνώρισης πλασματικού χρόνου.

  1. Η απόφαση συνταξιοδότησης εκδίδεται ηλεκτρονικά βάσει των διαθέσιμων ψηφιακών δεδομένων του πληροφοριακού συστήματος ΑΤΛΑΣ, των δεδομένων του πληροφοριακού συστήματος των Κέντρων Πιστοποίησης Αναπηρίας (Κ.Ε.Π.Α.), των δεδομένων που ψηφιοποιούνται, σύμφωνα με τη διαδικασία της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, και τυχόν πλασματικού χρόνου που εξαγοράζεται.
  2. Η απόφαση απονομής σύνταξης γνωστοποιείται στη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που έχει δηλώσει ο αιτών στην αίτησή του και δεν απαιτείται κοινοποίηση μέσω ταχυδρομείου.

Η απόφαση θεωρείται ότι κοινοποιήθηκε μετά την παρέλευση δέκα (10) εργασίμων ημερών από την αποστολή με ηλεκτρονικό τρόπο, όπως αυτή τηρείται στο σύστημα ΑΤΛΑΣ και αναγράφεται στην απόφαση. Η απόφαση αναρτάται επίσης στον ατομικό λογαριασμό του ασφαλισμένου στον δικτυακό τόπο του e-Ε.Φ.Κ.Α.

Η απόφαση φέρει μηχανική αποτύπωση της υπογραφής ή ηλεκτρονική υπογραφή του Διοικητή του e-Ε.Φ.Κ.Α. ή αρμόδιου προς τούτο εξουσιοδοτημένου διοικητικού οργάνου, μηχανική αποτύπωση της σφραγίδας της Υπηρεσίας ή την εγκεκριμένη ηλεκτρονική σφραγίδα του e-Ε.Φ.Κ.Α., καθώς και κωδικό ταυτοποίησης για προστασία από πλαστογραφία και αποτελεί δημόσιο έγγραφο, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στον ν. 3979/2011 (Α’ 138).

  1. Ο ασφαλισμένος δύναται να ασκήσει προσφυγή κατά της συνταξιοδοτικής απόφασης που του κοινοποιήθηκε στη διεύθυνση του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του και αναρτήθηκε στον ατομικό του λογαριασμό σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
  2. Για τις αποφάσεις της παραγράφου 5 που εκδίδονται ψηφιακά από το σύστημα ΑΤΛΑΣ πραγματοποιείται δειγματοληπτικός έλεγχος από τις Υπηρεσίες απονομών του e-Ε.Φ.Κ.Α. Σε περίπτωση διαπίστωσης παραποίησης ή ψευδούς δήλωσης στοιχείων, αναστέλλεται η χορήγηση της σύνταξης, αναζητούνται τα αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά συντάξεων σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΕΔΕ, και εφαρμόζονται οι διατάξεις περί υποβολής ψευδούς υπεύθυνης δήλωσης.
  3. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων καθορίζονται ο χρόνος εφαρμογής και οι τυχόν εξαιρέσεις του παρόντος για κάθε κατηγορία συντάξεων, ο τρόπος πιστοποίησης και πρόσβασης χρήστη για την υποβολή της ηλεκτρονικής αίτησης απονομής ή μεταβίβασης σύνταξης, οι τύποι της ηλεκτρονικής αίτησης και της συνταξιοδοτικής απόφασης, η διαδικασία και ο τρόπος διενέργειας του δειγματοληπτικού ελέγχου, πιστοποίησης και ψηφιοποίησης των φυσικών παραστατικών σύμφωνα με τη νομοθεσία περί προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
  4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων και Ψηφιακής Διακυβέρνησης ρυθμίζονται η διαδικασία υποστήριξης των ασφαλισμένων για την ηλεκτρονική υποβολή της αίτησης και την παραλαβή της απόφασης από τα Κέντρα Εξυπηρέτησης Πολιτών, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

Άρθρο 18

Διαλειτουργικότητα Ηλεκτρονικού Εθνικού Φορέα Κοινωνικών Ασφαλίσεων (e-Ε.Φ.Κ.Α.)

  1. Εντός τριμήνου από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου καταχωρούνται υποχρεωτικά ως πεδία ο Αριθμός Μητρώου Κοινωνικής Ασφάλισης (ΑΜΚΑ) και ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.) στις βεβαιώσεις και στα πιστοποιητικά που εκδίδονται από τις Υπηρεσίες στρατολογίας για τη βεβαίωση του χρόνου στράτευσης και τις εφαρμογές του φοιτητολογίου των ιδρυμάτων της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης για τη βεβαίωση του χρόνου σπουδών που δύνανται να αναγνωριστούν ως πλασματικός χρόνος για την απονομή σύνταξης σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.
  2. Η Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων Δημόσιας Διοίκησης του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης αναπτύσσει τις αναγκαίες υποδομές διαλειτουργικότητας μεταξύ των εφαρμογών του Μητρώου Πολιτών του Υπουργείου Εσωτερικών, του Πληροφοριακού συστήματος της Στρατολογίας του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης και των εφαρμογών των φοιτητολογίων των ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης για την ηλεκτρονική πρόσβαση του συστήματος ΑΤΛΑΣ στα δεδομένα των βεβαιώσεων και πιστοποιητικών που απαιτούνται για την απονομή ή μεταβίβαση των συντάξεων.

ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ

ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ - ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΕΠΙΛΟΓΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ

  • • ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 19

Αντικατάσταση του άρθρου 1  του ν. 4387/2016

Το άρθρο 1 του ν. 4387/2016 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«Άρθρο 1
Αντικείμενο - Σκοπός

  1. Αντικείμενο του νόμου είναι η ρύθμιση της έννομης σχέσης κοινωνικής ασφάλισης δημοσίου δικαίου, υποχρεωτικής για όλους τους εργαζόμενους, μισθωτούς, αυτοτελώς απασχολούμενους, ελεύθερους επαγγελματίες, αγρότες και ειδικές κατηγορίες για τους κινδύνους γήρατος, αναπηρίας, θανάτου, εργατικού ατυχήματος, κύριας και επικουρικής ασφάλισης, εφάπαξ και προνοιακών παροχών, καθώς και η ένταξη του ειδικού συνταξιοδοτικού συστήματος των δημοσίων λειτουργών, υπαλλήλων και στρατιωτικών στον e-Ε.Φ.K.Α. Με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων για τους δημοσίους λειτουργούς, υπαλλήλους και στρατιωτικούς oι διατάξεις του παρόντος νόμου καταλαμβάνουν όλους όσους παρέχουν εξαρτημένη εργασία έναντι αμοιβής, καθώς και τους αυτοτελώς απασχολούμενους και τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους απασχολούμενους με το αγροτικό επάγγελμα.

Η έννομη σχέση της κοινωνικής ασφάλισης επέρχεται αυτοδικαίως με την έναρξη της μισθωτής εργασίας και υποχρεωτικά από την τήρηση των διαδικασιών, που προβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις για την έναρξη επαγγέλματος αυτοτελώς απασχολούμενου, ελεύθερου επαγγελματία και αγροτικού επαγγέλματος.

  1. Σκοπός του νόμου είναι η εξασφάλιση της επάρκειας των συντάξεων και της βιωσιμότητας του εθνικού κοινωνικοασφαλιστικού και συνταξιοδοτικού συστήματος και του Ηλεκτρονικού Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-E.Φ.K.A).»

Άρθρο 20

Προσθήκη άρθρου 1Α στον ν. 4387/2016

Στο άρθρο 1 του ν. 4387/2016 προστίθεται άρθρο 1Α ως ακολούθως:

«Άρθρο 1Α
Γενικές αρχές - Εγγυητική ευθύνη του Κράτους

Το ασφαλιστικό σύστημα διέπεται από τις αρχές της κοινωνικής δικαιοσύνης, της ισότητας, της αλληλεγγύης, της αναδιανομής, της υποχρεωτικότητας, της ανταποδοτικότητας, της ενότητας, της επάρκειας και της βιωσιμότητας του συστήματος.

Το Κράτος μεριμνά για την κοινωνική ασφάλιση των εργαζομένων, εγγυάται και διασφαλίζει την επάρκεια των παροχών κύριας και επικουρικής ασφάλισης και τη βιωσιμότητα του e-Ε.Φ.Κ.Α. Έχει εγγυητική υποχρέωση για το σύνολο των ασφαλιστικών παροχών. Ειδικές διατάξεις σχετικές με την κρατική χρηματοδότηση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης καταργούνται».

Άρθρο 21

Προσθήκη άρθρου 1Β στον ν. 4387/2016

Στον ν. 4387/2016 προστίθεται άρθρο 1Β ως ακολούθως:

«Άρθρο 1Β
Πηγές και φύση κανόνων

  1. Οι κανόνες κοινωνικής ασφάλισης αφορούν στο κοινωνικό (γενικό) συμφέρον και είναι αναγ-καστικής εφαρμογής.

Οι κανόνες κοινωνικής ασφάλισης έχουν πρωταρχική πηγή το Σύνταγμα, θεσπίζονται με νόμο και με πράξεις κανονιστικού περιεχομένου κατ’ εξουσιοδότηση νόμου.

  1. Οι κανόνες για την απονομή της σύνταξης των δημοσίων λειτουργών, υπαλλήλων και στρατιωτικών έχουν πρωταρχική πηγή το Σύνταγμα και θεσπίζονται με νόμο, κατόπιν διατυπώσεως της προβλεπόμενης στο άρθρο 73 παράγραφος 2 του Συντάγματος γνωμοδότησης του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
  2. Οι προβλεπόμενες από τον παρόντα νόμο κανονιστικές πράξεις θεσπίζονται, με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, μετά από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του e-Ε.Φ.Κ.Α. Το Διοικητικό Συμβούλιο του e-Ε.Φ.Κ.Α. υποχρεούται να υποβάλει εντός τριάντα (30) ημερών από τη λήψη του εγγράφου σχετική γνώμη. Σε περίπτωση που η ανωτέρω προθεσμία παρέλθει άπρακτη, ο Υπουργός δύναται να εκδώσει τις σχετικές κανονιστικές πράξεις και χωρίς την ανωτέρω γνώμη.»

Άρθρο 22

Αντικατάσταση του άρθρου 2 του ν. 4387/2016

Το άρθρο 2 του ν. 4387/2016 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«Άρθρο 2
Εννοιολογικοί προσδιορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου νοούνται ως:

- Ασφαλισμένοι: Τα πρόσωπα που υποχρεούνται να καταβάλλουν ασφαλιστικές εισφορές από την παροχή εξαρτημένης εργασίας έναντι αμοιβής ή από την άσκηση ελευθέρου επαγγέλματος ή αυτοαπασχόληση ή την άσκηση αγροτικού επαγγέλματος.

- Έμμεσα ασφαλισμένοι: τα μέλη οικογένειας των ασφαλισμένων, καθώς και των συνταξιούχων γήρατος, αναπηρίας και θανάτου.

- Εργοδότες: τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, για λογαριασμό των οποίων παρέχουν την εργασία τους οι μισθωτοί εργαζόμενοι.

- Συνταξιούχοι: τα πρόσωπα τα οποία μετά τη συμπλήρωση των προβλεπομένων προϋποθέσεων λαμβάνουν σύνταξη γήρατος, αναπηρίας ή θανάτου.

- Κύρια σύνταξη: Το ποσό που καταβάλλεται μηνιαίως στους συνταξιούχους ως αναπλήρωση του εισοδήματος μετά την αποχώρησή τους από την ενεργό απασχόληση και αποτελείται από το άθροισμα της εθνικής και της ανταποδοτικής σύνταξης. Ειδικώς για τους δημόσιους λειτουργούς, υπαλλήλους και στρατιωτικούς, σύνταξη είναι το ποσό που καταβάλλεται σε αυτούς, μετά την έξοδό τους από την υπηρεσία, ως συνέχεια της αμοιβής τους, το οποίο, για λόγους δημοσιονομικής βιωσιμότητας και λογιστικής ενότητας του συστήματος, υπολογίζεται σε αντιστοιχία με το άθροισμα της εθνικής και της ανταποδοτικής σύνταξης.

- Εθνική σύνταξη: Το ποσό της σύνταξης που χρηματοδοτείται από τον κρατικό προϋπολογισμό.

- Ανταποδοτική σύνταξη: το ποσό της σύνταξης, που αντιστοιχεί στην καταβολή ασφαλιστικών εισφορών βάσει των συντάξιμων αποδοχών, του χρόνου ασφάλισης και του ποσοστού αναπλήρωσης.

- Επικουρική σύνταξη: το ποσό που καταβάλλεται μηνιαίως στους συνταξιούχους ως συμπληρωματική παροχή της κύριας σύνταξης μετά την αποχώρησή τους από την ενεργό απασχόληση κατόπιν καταβολής μηνιαίων ασφαλιστικών εισφορών ανεξάρτητων των εισφορών της κύριας σύνταξης.

- Εφάπαξ παροχή: το ποσό που καταβάλλεται άπαξ στους συνταξιούχους μετά την αποχώρησή τους από την ενεργό απασχόληση κατόπιν καταβολής ατομικών εισφορών πέραν των εισφορών κύριας και επικουρικής ασφάλισης.

- Προαιρετική ασφάλιση: η συνέχιση της ασφάλισης στον Ε.Φ.Κ.Α. μετά τη διακοπή της ασφαλιστέας απασχόλησης ή ιδιότητας.

- Πολλαπλή καταβολή εισφορών: η υποχρεωτική καταβολή εισφορών μετά την 1.1.2017 για την εκ παραλλήλου άσκηση: α) μισθωτής εργασίας σε περισσότερους του ενός εργοδότες ή β) μισθωτής εργασίας και αυτοτελούς ή ελεύθερου επαγγέλματος ή αγροτικής απασχόλησης και γ) αυτοτελούς και ελεύθερου επαγγέλματος ή αγροτικού επαγγέλματος.

- Παράλληλη ασφάλιση: η ασφάλιση που έχει πραγματοποιηθεί πριν την 1.1.2017 σε δύο ή περισσότερους φορείς λόγω παροχής μισθωτής εργασίας ή λόγω άσκησης εκ παραλλήλου μισθωτής και αυτοτελούς ή ελεύθερου επαγγέλματος ή αγροτικής απασχόλησης σε διαφορετικούς φορείς, τομείς ή λογαριασμούς που εντάχθηκαν στον Ε.Φ.Κ.Α. έως την έναρξη λειτουργίας του.

- Πολλαπλή ασφάλιση: η παροχή εργασίας σε περισσότερους του ενός εργοδότες ή ασφάλιση με διαφορετικές ιδιότητες στον ίδιο φορέα ή το δημόσιο, εφόσον προβλέπονταν υποχρεωτική καταβολή περισσότερων της μιας ασφαλιστικών εισφορών.

- Διαδοχική ασφάλιση: η ασφάλιση που έχει πραγματοποιηθεί έως την 1.1.2017 σε διαδοχικά χρονικά διαστήματα και σε διαφορετικούς φορείς, τομείς ή λογαριασμούς που εντάχθηκαν στον Ε.Φ.Κ.Α.

- Αυτοτελώς απασχολούμενοι: τα πρόσωπα που ασκούν ανεξάρτητο επάγγελμα για το οποίο υπάγονται βάσει γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων στην ασφάλιση του πρώην ΕΤΑΑ.

- Ελεύθεροι επαγγελματίες: τα πρόσωπα που ασκούν ελεύθερο επάγγελμα για το οποίο υπάγονται βάσει γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων στην ασφάλιση του πρώην ΟΑΕΕ.

- Αγρότες: Τα πρόσωπα που ασκούν αγροτική απασχόληση και βάσει γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων υπάγονται στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ, με εξαίρεση τους εκμεταλλευτές φωτοβολταϊκών συστημάτων, τους εργάτες γης που αμείβονται με εργόσημο, τους επαγγελματοβιοτέχνες που υπάγονται στην ασφάλιση του πρώην
ΟΓΑ με εισοδηματικά - πληθυσμιακά κριτήρια και τους ιδιοκτήτες τουριστικών καταλυμάτων.»

  • • ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’

ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΚΑΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΩΝ

Άρθρο 23

Τροποποίηση του άρθρου 5 του ν. 4387/2016 και προσθήκη νέων άρθρων 5Α και 5Β

Οι παράγραφοι 1, 2 και 4 του άρθρου 5 του ν. 4387/2016 τροποποιούνται και προστίθενται νέα παράγραφος 5 στο ίδιο άρθρο και νέα άρθρα 5Α και 5Β στον ν. 4387/2016. Τα άρθρα 5, 5Α και 5Β του ν. 4387/2016 διαμορφώνονται ως εξής:

«Άρθρο 5
Ενιαίοι κανόνες ασφάλισης παροχών υπαλλήλων Δημοσίου

  1. Από 1.1.2017 το συνολικό ποσοστό εισφοράς κλάδου σύνταξης στον Ε.Φ.Κ.Α. ασφαλισμένου και εργοδότη ορίζεται σε 20% επί των συνταξίμων μηνιαίων αποδοχών των προσώπων της περίπτωσης α’ της παραγράφου 1 του άρθρου 4, και κατανέμεται κατά 6,67% σε βάρος του ασφαλισμένου και κατά 13,33% σε βάρος του Δημοσίου και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου.
  2. α) Το ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών για τον υπολογισμό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς των μισθωτών και των εργοδοτών, ορίζεται στο ποσό των έξι χιλιάδων πεντακοσίων (6.500) ευρώ, αναπροσαρμοζόμενο από την 1.1.2023 έως 31.12.2024 κατ’ έτος με διαπιστωτική πράξη του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, κατά το ποσοστό μεταβολής του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή του προηγούμενου έτους. Σε περίπτωση αρνητικής τιμής του ως άνω ποσοστού το ποσό των ασφαλιστέων αποδοχών παραμένει στα επίπεδα του προηγουμένου έτους. Από 1.1.2025 και εφεξής το ανώτατο όριο των ασφαλιστέων αποδοχών προσαυξάνεται κατ’έτος κατά τον δείκτη μεταβολής μισθών σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στη παράγραφο 4 του άρθρου 8.

β) Οι ασφαλιστικές εισφορές για τα πρόσωπα, που υπάγονται στις διατάξεις του άρθρου 4 του ν. 3660/2008 (Α’ 78), παραμένουν στο ύψος που προβλεπόταν μέχρι την 1.1.2017.

  1. Οι εισφορές δηλώνονται από τον εργοδότη στην Αναλυτική Περιοδική Δήλωση, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.
  2. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων καθορίζονται οι απαιτούμενες διαδικασίες για τις προσαρμογές στα πληροφοριακά συστήματα και κάθε άλλη αναγ-καία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του άρθρου αυτού.
  3. Όπου στην κείμενη νομοθεσία αναφέρεται ο Υπουργός Οικονομικών ως αρμόδιος για την έκδοση αποφάσεων επί συνταξιοδοτικών θεμάτων του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (Ε.Φ.Κ.Α.), νοείται εφεξής ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, διατηρούμενης της συναρμοδιότητας του Υπουργού Οικονομικών επί θεμάτων εφαρμογής μισθολογικών διατάξεων επί συνταξιούχων του Δημοσίου.

Άρθρο 5Α
Ασφάλιση εξωκοινοβουλευτικών μελών της Κυβέρνησης και Υφυπουργών, καθώς και μετακλητών υπαλλήλων

  1. Τα μέλη της Κυβέρνησης και οι Υφυπουργοί που δεν είναι βουλευτές, καθώς και οι διοριζόμενοι σε οιαδήποτε θέση μετακλητού υπαλλήλου, ανεξαρτήτως σχέσεως εργασίας δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, από την ημερομηνία διορισμού τους διατηρούν το καθεστώς ασφάλισης κύριας και επικουρικής ασφάλισης, υγειονομικής περίθαλψης και εφάπαξ παροχής, στο οποίο υπάγονταν πριν από τον διορισμό τους. Ο σχετικός χρόνος ασφάλισης θεωρείται ότι έχει διανυθεί στο καθεστώς αυτό.
  2. α) Για την ασφάλισή τους, και για τους κλάδους στους οποίους προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης βάσει του προγενέστερου καθεστώτος, καταβάλλονται ασφαλιστικές εισφορές:

αα) για κύρια ασφάλιση, μηνιαία εισφορά σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 5,

αβ) για υγειονομική περίθαλψη, μηνιαία εισφορά σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 41,

αγ) για επικουρική ασφάλιση, μηνιαία εισφορά εμμίσθων ασφαλισμένων βάσει του άρθρου 97,

αδ) για εφάπαξ παροχή, μηνιαία εισφορά εμμίσθων ασφαλισμένων βάσει του άρθρου 35.

β) Οι ανωτέρω ασφαλιστικές εισφορές υπολογίζονται επί των συνταξίμων μηνιαίων αποδοχών, όπως αυτές καθορίζονται για τα πρόσωπα που υπάγονται στο άρθρο 5 του παρόντος.

Η εισφορά ασφαλισμένου βαρύνει τα πρόσωπα της παραγράφου 1 και η εργοδοτική εισφορά, όπου προβλέπεται, το αρμόδιο Υπουργείο για τα μέλη της Κυβέρνησης και τους Υφυπουργούς ή τον φορέα στον οποίο γίνεται ο διορισμός για τους μετακλητούς υπαλλήλους.

Η εισφορά ασφαλισμένου παρακρατείται από τον εργοδότη, και αποδίδεται με την εργοδοτική εισφορά στους φορείς κοινωνικής ασφάλισης.

γ) Η ασφαλιστική εισφορά που καταβάλλεται σύμφωνα με τα ανωτέρω θεωρείται εισφορά μισθωτού για την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 17 και 36.

  1. Εφόσον στο προγενέστερο καθεστώς ασφάλισης περιλαμβάνονται φορείς που δεν έχουν ενταχθεί στον Ε.Φ.Κ.Α. ή το Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. καταβάλλονται οι προβλεπόμενες για τους φορείς αυτούς ασφαλιστικές εισφορές.
  2. Εάν τα πρόσωπα της παραγράφου 1 κατά το αμέσως προηγούμενο πριν τον διορισμό τους δωδεκάμηνο δεν υπάγονταν στην ασφάλιση φορέα κύριας ασφάλισης της ημεδαπής, καταβάλλουν ασφαλιστικές εισφορές για κύρια σύνταξη και υγειονομική περίθαλψη υπέρ του Ε.Φ.Κ.Α. (πρώην ΙΚΑ-ΕΤΑΜ), και για επικουρική ασφάλιση στον κλάδο επικουρικής ασφάλισης του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π., σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 2.
  3. Εάν τα πρόσωπα της παραγράφου 1 είναι συνταξιούχοι από ίδιο δικαίωμα, καταβάλλουν ασφαλιστικές εισφορές για κύρια σύνταξη και υγειονομική περίθαλψη υπέρ του Ε.Φ.Κ.Α. (πρώην ΙΚΑ-ΕΤΑΜ).
  4. Οι ρυθμίσεις των ανωτέρω παραγράφων εφαρμόζονται στα πρόσωπα της παραγράφου 1 που διορίζονται από την 1.7.2019.

Σε περίπτωση που από την αναδρομική εφαρμογή των ανωτέρω ρυθμίσεων προκύψουν ποσά προς επιστροφή, το επιπλέον ποσό που έχει καταβληθεί συμψηφίζεται, μέχρι εξαλείψεώς του, με μελλοντικές καταβολές ασφαλιστικών εισφορών. Εάν προκύψει οφειλή, αυτή εξοφλείται σε ισόποσες μηνιαίες δόσεις, ίσες με τον αριθμό των μηνών για τους οποίους προκύπτει διαφορά, χωρίς την επιβολή προστίμων καθυστέρησης εξόφλησης.

  1. Στις ανωτέρω ρυθμίσεις μπορούν να υπαχθούν και πρόσωπα της παραγράφου 1 που έχουν διοριστεί μέχρι 30.6.2019 και εξακολουθούν να υπηρετούν στις θέσεις, εφόσον υποβάλουν σχετική αίτηση εντός τριμήνου από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. Στην περίπτωση αυτή υπάγονται στις ρυθμίσεις του παρόντος από την 1.7.2019.

Άρθρο 5Β
Δικαιοδοσία Ελεγκτικού Συνεδρίου

Οι διαφορές που αναφύονται από την εφαρμογή των διατάξεων του Κεφαλαίου αυτού εμπίπτουν στην αποκλειστική δικαιοδοσία του Ελεγκτικού Συνεδρίου, βάσει της περίπτωσης στ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 98 του Συντάγματος, με την επιφύλαξη της ειδικής δικαιοδοσίας του Ειδικού Δικαστηρίου της παραγράφου 2 του άρθρου 88 του Συντάγματος. Καμιά διάταξη του νόμου αυτού δεν πρέπει να ερμηνευθεί ότι αφαιρεί ή θίγει τη δικαιοδοσία του Ελεγκτικού Συνεδρίου επί των διαφορών από την απονομή συντάξεων στους δημόσιους λειτουργούς και υπαλλήλους και στους στρατιωτικούς. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 9 του άρθρου 19 του ν. 4387/2016, όπως ισχύει, καταργείται.»

Άρθρο 24

Τροποποίηση του άρθρου 8 του ν. 4387/2016

Στην παράγραφο 5 του άρθρου 8 του ν. 4387/2016 ο πίνακας των ποσοστών αναπλήρωσης αριθμείται σε πίνακα 1, αντικαθίσταται το εδάφιο πριν τον πίνακα 1, προστίθενται νέο εδάφιο και ο πίνακας 2 και το άρθρο 8 του ν. 4387/2016 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 8
Ανταποδοτική σύνταξη

  1. Οι υπάλληλοι και λειτουργοί του Δημοσίου, καθώς και οι στρατιωτικοί, οι οποίοι θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης εξ ιδίου δικαιώματος, ανικανότητας ή κατά μεταβίβαση, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις, δικαιούνται ανταποδοτικό μέρος σύνταξης, που προκύπτει με βάση τις συντάξιμες αποδοχές της παραγράφου 2, τον χρόνο ασφάλισης, όπως ορίζεται στο άρθρο 15 και τα κατ’ έτος ποσοστά αναπλήρωσης, όπως αυτά προκύπτουν από τον πίνακα ο οποίος ενσωματώνεται στην παράγραφο 5, σύμφωνα με τις διατάξεις των επόμενων παραγράφων.
  2. α. Ως συντάξιμες αποδοχές για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους σύνταξης κύριας ασφάλισης εξ ιδίου δικαιώματος, ανικανότητας ή κατά μεταβίβαση λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου καθ’ όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού του βίου. Ο μέσος αυτός όρος υπολογίζεται ως το πηλίκο της διαίρεσης του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών διά του συνολικού χρόνου ασφάλισής του. Ως σύνολο μηνιαίων αποδοχών που έλαβε ο ασφαλισμένος νοείται το άθροισμα των μηνιαίων αποδοχών που υπόκεινται σε εισφορές, καθ’ όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού του βίου.

Για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών λαμβάνονται υπόψη οι αποδοχές του ασφαλισμένου για κάθε ημερολογιακό έτος, προσαυξανόμενες σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 4. Στις περιπτώσεις συνταξιοδότησης με τις προϋποθέσεις των διατάξεων του τετάρτου εδαφίου της περίπτωσης α’ της παραγράφου 1 των άρθρων 1 και 26 του π.δ. 169/2007 (Α’ 210), είτε με βάση τις διατάξεις που παραπέμ-πουν σε αυτές, όπως ισχύουν κάθε φορά, καθώς και για όσα από τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα συνταξιοδοτούνται με βάση τις διατάξεις του ν. 612/1977 (Α’ 164) είτε με βάση τις διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτές και ισχύουν κάθε φορά είτε με βάση τις διατάξεις του ν. 2084/1992 (Α’ 165), ως συντάξιμες αποδοχές επί των οποίων θα υπολογιστεί το ποσοστό αναπλήρωσης των τριάντα πέντε (35) ετών λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος των μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου κατά τη διάρκεια της συνολικής ασφάλισής του.

β. Για τον χρόνο ασφάλισης που αναγνωρίζεται πλασματικά, κατόπιν καταβολής του προβλεπόμενου ποσού εξαγοράς, ως συντάξιμες αποδοχές ορίζεται το ποσό που θα αποτελούσε τον ασφαλιστέο μηνιαίο μισθό - εισόδημα αν εκλαμβανόταν ως μηνιαία εισφορά το ποσό που καταβλήθηκε για την εξαγορά κάθε μήνα ασφάλισης.

  1. Για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης των προσώπων των περιπτώσεων β’ και γ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 6, ως συντάξιμες αποδοχές λαμβάνεται υπόψη ο, σύμφωνα με την περίπτωση α’ της παραγράφου 2, μέσος όρος των μηνιαίων αποδοχών, όπως αυτές ισχύουν κατά περίπτωση με βάση τις διατάξεις της ίδιας παραγράφου, που προκύπτει από το ασφαλιστικό έτος 2002 και έως την έναρξη καταβολής της σύνταξης του υπαλλήλου ή λειτουργού του Δημοσίου ή του στρατιωτικού.

Αν δεν προκύπτει χρόνος ασφάλισης (πραγματικός, πλασματικός, χρόνος προαιρετικής ασφάλισης ή άλλος που λογίζεται ως συντάξιμος), τουλάχιστον πέντε (5) ετών από την 1.1.2002 μέχρι την έναρξη καταβολής της σύνταξης του υπαλλήλου ή λειτουργού του Δημοσίου ή του στρατιωτικού, τότε για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών αναζητείται χρόνος ασφάλισης (πραγματικός, πλασματικός, χρόνος προαιρετικής ή άλλος που λογίζεται ως συντάξιμος) και κατά το πριν την 1.1.2002 χρονικό διάστημα και μέχρι τη συμπλήρωση συνολικά έως πέντε (5) ετών ασφάλισης.

Για συντάξεις με έναρξη καταβολής από την 1.1.2021, αν δεν προκύπτει χρόνος ασφάλισης (πραγματικός, πλασματικός, χρόνος προαιρετικής ασφάλισης ή άλλος που λογίζεται ως συντάξιμος), τουλάχιστον δέκα (10) ετών από την 1.1.2002 μέχρι την έναρξη καταβολής της σύνταξης του υπαλλήλου ή λειτουργού του Δημοσίου ή του στρατιωτικού, τότε για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών αναζητείται χρόνος ασφάλισης (πραγματικός, πλασματικός, χρόνος προαιρετικής ή άλλος που λογίζεται ως συντάξιμος) και κατά το πριν την 1.1.2002 χρονικό διάστημα και μέχρι τη συμπλήρωση έως δέκα (10) ετών ασφάλισης.

  1. α. Η αναπροσαρμογή των συνταξίμων αποδοχών, για το διάστημα έως και το 2024, διενεργείται κατά τη μεταβολή του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής. Η προσαύξηση των συνταξίμων αποδοχών για το διάστημα από το 2025 και εφεξής διενεργείται με βάση τον δείκτη μεταβολής μισθών, που υπολογίζεται από την ΕΛΣΤΑΤ.

β. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων και Οικονομικών καθορίζονται οι αναγκαίες λεπτομέρειες και η διαδικασία της εφαρμογής του δείκτη μεταβολής μισθών της ΕΛΣΤΑΤ για την αναπροσαρμογή των συνταξίμων αποδοχών.

  1. Το τελικό ποσό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης υπολογίζεται για το σύνολο του χρόνου ασφάλισης, με βάση το ποσοστό αναπλήρωσης του κατωτέρω πίνακα, που προσαρτάται στο τέλος της παρούσας και αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της. Το ποσοστό αναπλήρωσης για κάθε έτος ασφάλισης εντός εκάστης κλίμακας ετών, αντιστοιχεί στο ποσοστό που αναγράφεται στην τρίτη στήλη του πίνακα.

Έως 30.09.2019 τα ποσοστά αναπλήρωσης για κάθε επιμέρους περίοδο ασφάλισης αποτυπώνονται στον ακόλουθο πίνακα 1:

ΚΛΙΜΑΚΕΣ ΕΤΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

ΠΟΣΟΣΤΟ ΑΝΑΠΛΗΡΩΣΗΣ
 

ΑΠΟ

ΕΩΣ

0

15

0,77%

15,01

18

0,84%

18,01

21

0,90%

21,01

24

0,96%

24,01

27

1,03%

27,01

30

1,21%

30,01

33

1,42%

33,01

36

1,59%

36,01

39

1,80%

39,01

42 και περισσότερα

2,00%

Από την 1.10.2019 τα ποσοστά αναπλήρωσης για κάθε επιμέρους περίοδο ασφάλισης αποτυπώνονται στον ακόλουθο πίνακα 2:

ΚΛΙΜΑΚΕΣ ΕΤΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

ΠΟΣΟΣΤΟ ΑΝΑΠΛΗΡΩΣΗΣ
 

ΑΠΟ

ΕΩΣ

0

15

0,77%

15,01

18

0,84%

18,01

21

0,90%

21,01

24

0,96%

24,01

27

1,03%

27,01

30

1,21%

30,01

33

1,98%

33,01

36

2,50%

36,01

40

2,55%

40,01 ΚΑΙ ΑΝΩ ΚΑΤ' ΕΤΟΣ

0,50%

Το συνολικό ακαθάριστο ποσό της ανταποδοτικής σύνταξης, όπως αυτό προκύπτει σύμφωνα με το παρόν άρθρο, δεν μπορεί να υπερβαίνει το ακαθάριστο ποσό των συντάξιμων αποδοχών, όπως αυτές ορίζονται στις παραγράφους 2 και 3.

  1. Πρόσωπα τα οποία είναι συνταξιούχοι των ενταχθέντων στον Ε.Φ.Κ.Α. φορέων, τομέων και κλάδων, κατά την ημερομηνία ένταξής τους στον Ε.Φ.Κ.Α., εφόσον οι συντάξεις τους είναι της αυτής αιτίας, δικαιούνται από τον Ε.Φ.Κ.Α. σύνταξη ίση με το άθροισμα των καταβαλλόμενων συντάξεων από τους ενταχθέντες στον Ε.Φ.Κ.Α. φορείς, τομείς και κλάδους. Αν οι συντάξεις προέρχονται από διαφορετικές αιτίες, ο Ε.Φ.Κ.Α. εξακολουθεί να καταβάλλει αυτές χωριστά.
  2. Η παράγραφος 2 του άρθρου 14 του π.δ. 169/2007 (Α’ 210) και της παραγράφου 5 του άρθρου 55, καθώς και κάθε άλλη διάταξη που παραπέμπει σε αυτές δεν έχουν εφαρμογή για τα πρόσωπα των περιπτώσεων β’ και γ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 6.»

Άρθρο 25

Τροποποίηση του άρθρου 14 του ν. 4387/2016

Στο άρθρο 14 του ν. 4387/2016 προστίθεται νέα παράγραφος 3, η υφιστάμενη παράγραφος 3 του άρθρου 14 του ν. 4387/2016 αναριθμείται σε 4 και τροποποιείται, και η υφιστάμενη παράγραφος 4 αναριθμείται σε 5. Το άρθρο 14 του ν. 4387/2016 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 14
Αναπροσαρμογή συντάξεων - προστασία καταβαλλόμενων συντάξεων

  1. α. Σε εφαρμογή των ενιαίων κανόνων του Ε.Φ.Κ.Α. και των θεμελιωδών αρχών του άρθρου 1, οι ήδη καταβαλλόμενες κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, κύριες συντάξεις αναπροσαρμόζονται, σύμφωνα με τα άρθρα 7, 8, 13 και 14, βάσει των διατάξεων των επόμενων παραγράφων.

β. Για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους των καταβαλλόμενων, έως την έναρξη ισχύος του παρόντος, συντάξεων, για τον προσδιορισμό των συντάξιμων αποδοχών λαμβάνεται υπόψη ο συντάξιμος μισθός επί του οποίου κανονίστηκε η ήδη χορηγηθείσα σύνταξη, όπως αυτός είχε διαμορφωθεί πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος, με βάση τους κανόνες αναπροσαρμογής των συντάξιμων αποδοχών του Δημοσίου, που ίσχυαν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος.

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων καθορίζεται κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή της διάταξης αυτής.

  1. α. Μέχρι τις 31.12.2018, οι συντάξεις της προηγούμενης παραγράφου συνεχίζουν να καταβάλλονται στο ύψος που είχαν διαμορφωθεί κατά την 31.12.2014, σύμφωνα με τις τότε ισχύουσες διατάξεις. Ειδικά ο υπολογισμός της κράτησης υπέρ υγειονομικής περίθαλψης διενεργείται, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 30 του άρθρου 1 του ν. 4334/2015 (Α’ 80), όπως ισχύει.

β. Από την 1.1.2019, αν το καταβαλλόμενο ποσό των συντάξεων αυτών είναι μεγαλύτερο εκείνου που προκύπτει από τον υπολογισμό τους σύμφωνα με την παράγραφο 1, το επιπλέον ποσό εξακολουθεί να καταβάλλεται στον δικαιούχο, συμψηφιζόμενο κατ’ έτος και μέχρι την πλήρη εξάλειψή του, με την εκάστοτε αναπροσαρμογή των συντάξεων, όπως αυτή προκύπτει κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 4.

γ. Αν το καταβαλλόμενο ποσό των συντάξεων είναι μικρότερο από αυτό που προκύπτει από τον υπολογισμό τους βάσει της παραγράφου 1, τότε αυτό προσαυξάνεται, από την 1.1.2019, κατά το ένα πέμπτο της διαφοράς σταδιακά και ισόποσα εντός πέντε (5) ετών.

δ. Τα στοιχεία που προκύπτουν από τις περιπτώσεις β’ και γ’ αποτυπώνονται από την 1η.1.2018 για κάθε ασφαλισμένο στο οικείο πληροφοριακό σύστημα.

  1. α. Από την 1.10.2019 οι συντάξεις που έχουν απονεμηθεί ή εκκρεμεί η απονομή τους μετά την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016, υπολογίζονται εκ νέου σύμφωνα με τα ποσοστά αναπλήρωσης του πίνακα 2 της παραγράφου 5 του άρθρου 8. Από την 1.10.2019, καταβάλλονται τυχόν προκύπτουσες αυξήσεις στη σύνταξη. Αν το ποσό των συντάξεων αυτών, όπως επανυπολογίζεται, είναι μικρότερο εκείνου που προκύπτει από τον υπολογισμό τους σύμφωνα με τον πίνακα 1 της παραγράφου 5 του άρθρου 8, το ποσό της διαφοράς που προκύπτει εξακολουθεί να καταβάλλεται στον δικαιούχο ως προσωπική διαφορά.

β.α) Οι κύριες συντάξεις που έχουν απονεμηθεί ή εκκρεμεί η απονομή τους πριν την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016 και έχουν επανυπολογισθεί σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 υπολογίζονται εκ νέου από 1.10.2019 σύμφωνα με τα ποσοστά αναπλήρωσης του πίνακα 2 της παραγράφου 5 του άρθρου 8.

β.β) Από την 1.10.2019 αν το καταβαλλόμενο ποσό των συντάξεων είναι μεγαλύτερο εκείνου που προκύπτει από τον υπολογισμό τους σύμφωνα με τον πίνακα 2 της παραγράφου 5 του άρθρου 8, το επιπλέον ποσό εξακολουθεί να καταβάλλεται στον δικαιούχο ως προσωπική διαφορά, συμψηφιζόμενο κατ’ έτος και μέχρι την πλήρη εξάλειψή του, με την εκάστοτε αναπροσαρμογή των συντάξεων, όπως αυτή προκύπτει κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 4α του παρόντος άρθρου.

β.γ) Από την 1.10.2019 αν το καταβαλλόμενο ποσό των συντάξεων είναι μικρότερο από αυτό που προκύπτει από τον υπολογισμό τους σύμφωνα με τον πίνακα 2 της παραγράφου 5 του άρθρου 8, τότε συνεχίζει να καταβάλλεται η προσωπική διαφορά με βάση τα ποσοστά αναπλήρωσης του πίνακα 1 της παραγράφου 5 του άρθρου 8 και το ποσό των συντάξεων προσαυξάνεται κατά το ένα πέμπτο της τυχόν πρόσθετης διαφοράς που προκύπτει, για την περίοδο από την 1η Οκτωβρίου 2019 έως την 31η Δεκεμβρίου 2020 και σταδιακά ισόποσα κατ’ έτος έως την 31η Δεκεμβρίου 2024. Στην περίπτωση που η προσωπική διαφορά που προκύπτει είναι μικρότερη από την προσωπική διαφορά που προέκυπτε από τον επανυπολογισμό της σύνταξης με βάση τα ποσοστά αναπλήρωσης του πίνακα 1 της παραγράφου 5 του άρθρου 8, ολοκληρώνεται η καταβολή της προσωπικής διαφοράς που προκύπτει με βάση τα ποσοστά αναπλήρωσης του πίνακα 1 της παραγράφου 5 του άρθρου 8 και η διαφορά των δύο ποσών συμψηφίζεται κατ’ έτος και μέχρι την πλήρη εξάλειψή της με την εκάστοτε αναπροσαρμογή των συντάξεων, όπως αυτή προκύπτει κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 4α του άρθρου 8.

γ. Τα στοιχεία που προκύπτουν από τις περιπτώσεις α’ και β’ αποτυπώνονται από την 1.1.2020 για κάθε ασφαλισμένο στο οικείο πληροφοριακό σύστημα.

  1. α. Το συνολικό ποσό της σύνταξης αυξάνεται από την 1.1.2023 κατ’ έτος, με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων με βάση συντελεστή που προκύπτει από το άθροισμα του ετήσιου ποσοστού μεταβολής του ΑΕΠ συν το ποσοστό μεταβολής του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή του προηγούμενου έτους διαιρούμενου διά του δύο (2) και δεν υπερβαίνει το ποσοστό μεταβολής του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή.

β. Οι διατάξεις της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσίου με τις οποίες προβλέπεται αναπροσαρμογή ή αύξηση των συντάξεων που καταβάλλονται από αυτό, κατά τρόπο διαφορετικό από τον οριζόμενο στην περίπτωση α’ ή με βάση τις ισχύουσες κάθε φορά μισθολογικές διατάξεις, καταργούνται.

  1. Από την 1.1.2017 και ανά τριετία, η Εθνική Αναλογιστική Αρχή εκπονεί υποχρεωτικά αναλογιστικές μελέτες, οι οποίες επικυρώνονται από την Επιτροπή Οικονομικής Πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με αντικείμενο τη συνεχή παρακολούθηση της εξέλιξης της εθνικής συνταξιοδοτικής δαπάνης. Με ειδικό νόμο ανακαθορίζονται οι συντάξεις με στόχο τη διασφάλιση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του ασφαλιστικού συστήματος. Το ύψος των ανωτέρω δαπανών για την εθνική, την ανταποδοτική και την επικουρική σύνταξη, προβαλλόμενο έως το έτος 2060, δεν πρέπει να υπερβαίνει το περιθώριο αύξησης των 2,5 ποσοστιαίων μονάδων του ΑΕΠ, με έτος αναφοράς το 2009.»

Άρθρο 26

Αντικατάσταση του άρθρου 19 του ν. 4387/2016

Το άρθρο 19 του ν. 4387/2016 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«Άρθρο 19
Διατάξεις περί διαδοχικής ασφάλισης

1α. Η αίτηση συνταξιοδότησης που υποβάλλεται βάσει των διατάξεων της διαδοχικής ασφάλισης εξετάζεται από την αρμόδια Υπηρεσία του φορέα ή τομέα ή κλάδου ή λογαριασμού, στην οποία ασφαλισμένοι υπάγονταν, λόγω ιδιότητας ή απασχόλησης, κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης, σύμφωνα με τη νομοθεσία του τελευταίου αυτού φορέα.

Η διαδικασία εύρεσης των συνταξιοδοτικών προϋποθέσεων με τις οποίες θεμελιώνεται συνταξιοδοτικό δικαίωμα καθορίζεται ως ακολούθως:

Τα πρόσωπα, τα οποία ασφαλίστηκαν διαδοχικά σε περισσότερους από έναν ενταχθέντες στον Ε.Φ.Κ.Α. ασφαλιστικούς οργανισμούς, δικαιούνται σύνταξη με τις προϋποθέσεις του ενταχθέντος φορέα ή τομέα ή κλάδου ή λογαριασμού όπου υπάγονταν κατά το χρόνο άσκησης της τελευταίας δραστηριότητας ή απασχόλησης, εφόσον πραγματοποίησαν στην ασφάλισή του:

αα) χίλιες (1.000) ημέρες ασφάλισης συνολικά από τις οποίες τριακόσιες (300) ημέρες την τελευταία πενταετία πριν την υποβολή αίτησης συνταξιοδότησης ή πριν τη διακοπή της ασφάλισης για την κρίση του δικαιώματος σε σύνταξη λόγω γήρατος,

αβ) εξακόσιες (600) ημέρες ασφάλισης οποτεδήποτε πριν τη διακοπή της δραστηριότητας ή απασχόλησης ή την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης ή την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου για τις συντάξεις λόγω αναπηρίας ή θανάτου.

β. Σε περίπτωση που δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις της περίπτωσης 1α’ ή σε περίπτωση που πληρούνται, αλλά δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις συνταξιοδότησης του φορέα ή τομέα ή κλάδου ή λογαριασμού όπου υπάγονταν κατά τον χρόνο άσκησης της τελευταίας δραστηριότητας ή απασχόλησης, δικαιούνται σύνταξη με τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης της δραστηριότητας στην οποία πραγματοποίησαν τις περισσότερες ημέρες ασφάλισης, στην οποία δεν περιλαμβάνεται η τελευταία, εφόσον:

βα) έχουν συμπληρώσει το όριο ηλικίας συνταξιοδότησης λόγω γήρατος ή είναι ανάπηρα με το ποσοστό αναπηρίας που προβλέπεται από τη νομοθεσία του φορέα που υπάγονταν κατά τον χρόνο άσκησης της τελευταίας δραστηριότητας ή απασχόλησης και

ββ) πληρούνται οι προϋποθέσεις για συνταξιοδότηση που προβλέπει η νομοθεσία του φορέα της δραστηριότητας που διήνυσαν τον περισσότερο χρόνο ασφάλισης.

γ. Σε περίπτωση που τα ανωτέρω πρόσωπα δεν συγκεντρώνουν τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης που προβλέπει η νομοθεσία του φορέα της δραστηριότητας ή απασχόλησης στην οποία πραγματοποίησαν τις περισσότερες ημέρες ασφάλισης, σύμφωνα με την περίπτωση 1β’ τότε το συνταξιοδοτικό δικαίωμα κρίνεται με τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης του φορέα της δραστηριότητας ή απασχόλησης κατά φθίνουσα σειρά αριθμού ημερών ασφάλισης.

δ. Σε περίπτωση που δεν συγκεντρώνουν τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης που προβλέπει η νομοθεσία κάποιου από τους ενταχθέντες, πλην του τελευταίου, στον Ε.Φ.Κ.Α. φορέα ή τομέα ή κλάδου ή λογαριασμού, στους οποίους ασφαλίσθηκαν, τότε η αίτηση συνταξιοδότησης απορρίπτεται.

ε. Ως χρόνος ασφάλισης που απαιτείται για την πλήρωση των ανωτέρω προϋποθέσεων της περίπτωσης 1 της παραγράφου 1 λογίζεται ο χρόνος υποχρεωτικής ή προαιρετικής ασφάλισης. Ειδικά, για την πλήρωση των προϋποθέσεων του απαιτούμενου συνολικού χρόνου ασφάλισης (ήτοι χιλίων (1.000) ημερών ασφάλισης), καθώς και των εξακοσίων (600) ημερών ασφάλισης, δύναται να συνυπολογιστεί και ο χρόνος αναγνώρισης στρατιωτικής θητείας για τον οποίο καταβλήθηκαν εισφορές στον αρμόδιο ενταχθέντα φορέα, τομέα, κλάδο ή λογαριασμό.

στ. Ειδικές διατάξεις που αφορούν στην ύπαρξη ενεργού ασφαλιστικού δεσμού, στη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας σε δεδομένο χρόνο σε σχέση με τον χρόνο διακοπής της απασχόλησης, στην παραγραφή κ.λπ., δεν λαμβάνονται υπόψη για την εφαρμογή του άρθρου αυτού.

  1. Το ποσό της σύνταξης υπολογίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 7, 8 και 28 με βάση τον συνολικό χρόνο που διανύθηκε στην ασφάλιση όλων των ενταχθέντων στον Ε.Φ.Κ.Α. φορέων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών.

Ο παράλληλος χρόνος ασφάλισης έως 31.12.2016 σε περισσότερους του ενός φορείς, αξιοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 17 και 36Α.

  1. Ο ασφαλισμένος δύναται να επιλέξει τον συνυπολογισμό του χρόνου διαδοχικής ασφάλισης στους ενταχθέντες στον Ε.Φ.Κ.Α. φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς, υπό την προϋπόθεση ότι μετά την ένταξή τους στον Ε.Φ.Κ.Α., δεν συνεχίζει να ασφαλίζεται για δραστηριότητα ή απασχόληση που υπάγεται στην ασφάλιση του αντίστοιχου φορέα, τομέα, κλάδου και λογαριασμού που δεν επιθυμεί την προσμέτρηση του χρόνου του. Δεν είναι δυνατή η προσμέτρηση μόνο μέρους του χρόνου που διανύθηκε στην ασφάλιση του κάθε φορέα, τομέα, κλάδου και λογαριασμού.
  2. Στις περιπτώσεις που έχει διανυθεί παράλληλος χρόνος ασφάλισης σε περισσότερους του ενός ενταχθέντες στον Ε.Φ.Κ.Α φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς έως 31.12.2016, ο ασφαλισμένος δύναται να επιλέξει τον χρόνο ασφάλισης που επιθυμεί να συνυπολογίσει σύμφωνα με τις διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης.
  3. Στα πρόσωπα που θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα λόγω γήρατος με δεκαπέντε (15) τουλάχιστον έτη ασφάλισης στο εξηκοστό έβδομο έτος της ηλικίας, με συνυπολογισμό διαδοχικού χρόνου ασφάλισης, χορηγείται σύνταξη από την Υπηρεσία του Ε.Φ.Κ.Α. του τελευταίου φορέα ή τομέα ή κλάδου ή λογαριασμού στον οποίο υπαγόταν ο ασφαλισμένος, χωρίς να εξετάζεται η πλήρωση των προϋποθέσεων της παραγράφου 1.
  4. Για τα πρόσωπα που προσλήφθηκαν για πρώτη φορά στο Δημόσιο πριν την 1η.1.1983 και έχουν πραγματοποιήσει χρόνο ασφάλισης σε περισσότερους από έναν φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς που εντάχθηκαν στον Ε.Φ.Κ.Α., ισχύουν τα εξής:

α. Γ ια αιτήσεις συνταξιοδότησης που έχουν υποβληθεί έως την 13η.5.2016, εφαρμόζονται τα άρθρα 1 έως 6 του ν. 1405/1983 (Α’ 180).

β. Από 13.5.2016 εξακολουθούν να εφαρμόζονται τα άρθρα 1 έως 6 του ν. 1405/1983, μόνο για τα πρόσωπα για τα οποία δεν έχουν καταβληθεί ασφαλιστικές εισφορές για κύρια σύνταξη στο Δημόσιο.

γ. Για χρόνο ασφάλισης, για τον οποίο έχουν καταβληθεί ασφαλιστικές εισφορές, εφαρμόζονται οι διατάξεις του παρόντος άρθρου περί συνυπολογισμού διαδοχικού χρόνου ασφάλισης και δεν απαιτείται αναγνώριση του χρόνου αυτού, εφόσον υποβληθεί η αίτηση συνταξιοδότησης μετά τις 13.5.2016.

Το ίδιο ισχύει και για τις εκκρεμείς αιτήσεις αναγνώρισης κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του ν. 4387/2016, σε οποιοδήποτε στάδιο έκδοσης της σχετικής πράξης αναγνώρισης, εφόσον υποβληθεί αίτηση συνταξιοδότησης μετά τις 13.5.2016.

Πράξεις αναγνώρισης που έχουν εκδοθεί προ της 13ης.5.2016 και αφορούν χρόνο για τον οποίο είχαν καταβληθεί εισφορές, για πρόσωπα που υποβάλλουν αίτηση συνταξιοδότησης μετά τις 13.05.2016, παραμένουν ισχυρές, με την επιφύλαξη του άρθρου 66 του π.δ. 169/2007 (Α’ 210).

  1. Για τους φορείς, τομείς, κλάδους ή λογαριασμούς που χορηγούν εφάπαξ παροχές που εντάχθηκαν στον Κλάδο Εφάπαξ Παροχών του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. υποβάλλεται μία αίτηση χορήγησης εφάπαξ παροχής στην αρμόδια Υπηρεσία του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. στην οποία υπάγεται ο ασφαλισμένος, πριν τη διακοπή της ασφάλισης ή την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, κατά την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου. Η αρμόδια Υπηρεσία του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. εξετάζει την αίτηση για το σύνολο του χρόνου που έχει διανυθεί σε όλους τους ενταχθέντες φορείς, τομείς, κλάδους ή λογαριασμούς, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 35 του ν. 4387/2016.

Αιτήσεις χορήγησης εφάπαξ παροχής που έχουν υποβληθεί πριν την έναρξη λειτουργίας του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. εξετάζονται, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4387/2016 από την αρμόδια Υπηρεσία του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π.

  1. Εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 11 του ν.δ. 4202/1961, όπως ισχύουν περί επιλύσεως αμφισβητήσεων.

Ειδικότερα η επίλυση αμφισβητήσεων που αφορούν συντάξεις υπαλλήλων ή λειτουργών του Δημοσίου, καθώς και στρατιωτικών εξακολουθεί να υπάγεται στην αρμοδιότητα του Ελεγ-κτικού Συνεδρίου.

  1. Τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο ισχύουν για όλα τα πρόσωπα ανεξαρτήτως χρόνου υπαγωγής στην ασφάλιση και ανεξαρτήτως χρόνου που υπήχθησαν διαδοχικά για πρώτη φορά στην ασφάλιση οποιουδήποτε φορέα.
  2. α. Αιτήσεις συνταξιοδότησης που έχουν υποβληθεί πριν από τις 13.05.2016, εξετάζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.δ. 4202/1961 (Α’ 175), όπως ίσχυαν πριν την τροποποίησή τους με τον ν. 4387/2016.

β. Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται για αιτήσεις συνταξιοδότησης που υποβάλλονται από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και εφεξής, καθώς και για όσες εκκρεμούν σε οποιοδήποτε στάδιο της διοικητικής διαδικασίας, των οποίων τα οικονομικά αποτελέσματα ανατρέχουν στην ημερομηνία της αρχικής αίτησης συνταξιοδότησης. Οι αιτήσεις, οι οποίες έχουν απορριφθεί, επανεξετάζονται κατόπιν οχλήσεως του ασφαλισμένου, με έναρξη των οικονομικών αποτελεσμάτων από την έναρξη ισχύος του νόμου.

  1. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και στον κλάδο επικουρικής ασφάλισης του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π.»

Άρθρο 27

Αντικατάσταση του άρθρου 20 του ν. 4387/2016

Το άρθρο 20 του ν. 4387/2016 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«Άρθρο 20
Απασχόληση συνταξιούχων

1.α. Στους εξ ιδίου δικαιώματος συνταξιούχους του Ε.Φ.Κ.Α., οι οποίοι έχουν ήδη αναλάβει ή αναλαμβάνουν από της δημοσιεύσεως του νόμου εργασία ή αποκτούν ιδιότητα ή δραστηριότητα υποχρεωτικώς υπακτέα στην ασφάλιση του Ε.Φ.Κ.Α., οι ακαθάριστες συντάξεις κύριες και επικουρικές καταβάλλονται μειωμένες κατά ποσοστό 30% για όσο χρονικό διάστημα απασχολούνται ή διατηρούν την ιδιότητα ή τη δραστηριότητα.

Ειδικότερα για συνταξιούχους, οι οποίοι έχουν ήδη αναλάβει ή αναλαμβάνουν από της δημοσιεύσεως του νόμου εργασία ή αποκτούν ιδιότητα ή δραστηριότητα σε φορείς της Γενικής Κυβέρνησης υποχρεωτικώς υπακτέα στην ασφάλιση του Ε.Φ.Κ.Α., αναστέλλεται πλήρως η καταβολή των κύριων και επικουρικών συντάξεων εφόσον δεν έχουν συμπληρώσει το 61o έτος της ηλικίας τους έως και τις 28.2.2021 και το 62ο έτος από την 1η.3.2022 και εφεξής.

Οι συνταξιούχοι, οι οποίοι είχαν αναλάβει πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου εργασία ή είχαν αποκτήσει ιδιότητα ή δραστηριότητα υποχρεωτικώς υπακτέα στην ασφάλιση η οποία συνεχίζεται και για τους οποίους προβλέπονταν εξαίρεση από το άρθρο 20 του ν. 4387/ 2016, καθώς και από τις προϊσχύουσες αυτού διατάξεις, υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος άρθρου από την 1.3.2021.

β. Στο ποσό της ακαθάριστης σύνταξης/συντάξεων δεν συμπεριλαμβάνονται το εξωιδρυματικό επίδομα των διατάξεων των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 42 του ν. 1140/1981 (Α’ 68) όπως ισχύει, και το επίδομα ανικανότητας των διατάξεων του άρθρου 54 του π.δ. 169/2007 (Α’ 210).

  1. Για τους συνταξιούχους λόγω αναπηρίας εφαρμόζονται οι διατάξεις των εντασσομένων στον Ε.Φ.Κ.Α. φορέων.
  2. α. Για το χρονικό διάστημα απασχόλησης του συνταξιούχου καταβάλλονται για τον μισθωτό συνταξιούχο και τον αυτοτελώς απασχολούμενο ή ελεύθερο επαγγελματία ή υπαγόμενο στη ασφάλιση του ΟΓΑ, με την επιφύλαξη της περίπτωσης α’ της παραγράφου 4, οι προβλεπόμενες ασφαλιστικές εισφορές των άρθρων 38 ή 39 ή 40 αντιστοίχως.

β. Οι συνταξιούχοι πρώην φορέων κύριας ασφάλισης ή του Δημοσίου που είχαν αναλάβει ή αναλαμβάνουν δραστηριότητα για την οποία υπάγονται στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ καταβάλλουν την ασφαλιστική εισφορά του άρθρου 40.

  1. Κατ’ εξαίρεση των ανωτέρω ρυθμίσεων δεν μειώνεται το ποσόν της σύνταξης:

α. Των συνταξιούχων του ΟΓΑ εφόσον ασκούν απασχόληση υπακτέα στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ.

β. Των ψυχικά ασθενών του άρθρου 23 του ν. 4488/2017 (Α’ 176).

γ. Των συνταξιούχων με βάση τον ν. 612/1977 (Α’ 164) και τις διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτόν.

δ. Των συνταξιούχων του τετάρτου εδαφίου της περίπτωσης α’ της παραγράφου 1 των άρθρων 1 και 26 του π.δ. 169/2007 (Α’ 210).

ε. Όσων λαμβάνουν το εξωιδρυματικό επίδομα ή το αντίστοιχο επίδομα του άρθρου 54 του π.δ. 169/2007 (Α’ 210).

στ. Των πολύτεκνων, των οποίων το ένα τουλάχιστον των τέκνων είναι ανήλικο ή σπουδάζει σε ανώτερες ή ανώτατες σχολές και έως τη συμπλήρωση του εικοστού τετάρτου έτους της ηλικίας του ή είναι ανίκανο για κάθε βιοποριστική εργασία.

ζ. Των προσώπων που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 4 του ν. 4387/2016.

η. Των συνταξιούχων άλλων φορέων και του Δημοσίου, εφόσον το ετήσιο εισόδημά τους από απασχόληση στον αγροτικό τομέα ως αγροτών, μελισσοκόμων, κτηνοτρόφων, πτηνοτρόφων και αλιέων δεν υπερβαίνει το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ.

  1. Ο συνταξιούχος που αναλαμβάνει μισθωτή εργασία ή αυταπασχολείται δύναται να αξιοποιήσει τον χρόνο της ασφάλισής του. Για το χρονικό διάστημα της απασχόλησης του συνταξιούχου δύναται κατόπιν αιτήσεώς του να χορηγείται για την κύρια σύνταξη ποσό, που προκύπτει με βάση τα ποσοστά αναπλήρωσης και τις συντάξιμες αποδοχές των άρθρων 8 και 28 και μόνο για το χρονικό διάστημα της απασχόλησης ως συνταξιούχου. Για την επικουρική σύνταξη χορηγείται ποσό που προκύπτει με βάση τον υπολογισμό της επικουρικής σύνταξης και μόνο για το χρονικό διάστημα της απασχόλησης μετά τη συνταξιοδότηση, σύμφωνα με το άρθρο 96.
  2. Για τους απασχολούμενους συνταξιούχους κατά την 12η.5.2016, οι οποίοι συνέχισαν απασχολούμενοι χωρίς διακοπή και μετά την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016 (Α’ 85) όλος ο χρόνος εργασίας ή η αυτοαπασχόληση ή μέρος αυτού αξιοποιείται σύμφωνα με τα ανωτέρω, εφόσον από τις προϊσχύουσες διατάξεις προβλέπονταν αξιοποίηση του χρόνου απασχόλησης.
  3. Οι συνταξιούχοι της παραγράφου 1 υποχρεούνται, πριν αναλάβουν εργασία ή αυτοαπασχοληθούν, να δηλώσουν τούτο στον φορέα κύριας ασφάλισης του Ε.Φ.Κ.Α., καθώς και στο Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. Παράλειψη της δήλωσης συνεπάγεται καταλογισμό σε βάρος του συνταξιούχου ποσού ίσου με το ύψος δώδεκα (12) μηνιαίων συντάξεων.

Το ποσό της οφειλής δύναται να αποπληρωθεί με παρακράτηση έως του ποσού του ενός τετάρτου από την κύρια σύνταξη και για την επικουρική σύμφωνα με το άρθρο 46 του παρόντος νόμου. Άλλως εισπράττεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ) (ν.δ. 356/1974 Α’ 90).

  1. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, ορίζονται οι προϋποθέσεις, οι όροι, η διαδικασία διασταύρωσης και ελέγχου στοιχείων μεταξύ του ΣΕΠΕ και του e-Ε.Φ.Κ.Α., καθώς και κάθε άλλο θέμα για την εφαρμογή του παρόντος.
  2. Κάθε αντίθετη διάταξη καταργείται.»
  • • ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ’

ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΑΣΦΑΛΙΣΜΕΝΩΝ ΤΟΥ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΤΟΜΕΑ

Άρθρο 28

Αντικατάσταση του άρθρου 28 του ν. 4387/2016 (Α’ 85)

Το άρθρο 28 του ν. 4387/2016 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 28
Ανταποδοτική σύνταξη

  1. Οι ασφαλισμένοι κύριας ασφάλισης του Κεφαλαίου αυτού, οι οποίοι θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης λόγω γήρατος, αναπηρίας ή θανάτου, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις, δικαιούνται ανταποδοτικό μέρος σύνταξης, που προκύπτει με βάση τις συντάξιμες αποδοχές, όπως ορίζονται στο άρθρο αυτό, τον χρόνο ασφάλισης, όπως ορίζεται στο άρθρο 34, και τα κατ’ έτος ποσοστά αναπλήρωσης υπολογιζόμενα επί των συντάξιμων αποδοχών του πίνακα 1 και 2 της παραγράφου 5 του άρθρου 8, σύμφωνα με τις ειδικότερες ρυθμίσεις των επόμενων παραγράφων.
  2. Ως συντάξιμες αποδοχές για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους σύνταξης κύριας ασφάλισης λόγω γήρατος, αναπηρίας ή θανάτου λαμβάνονται υπόψη:

α. Για τους μισθωτούς, ο μέσος όρος μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου καθ’ όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού βίου του. Ο μέσος όρος υπολογίζεται ως το πηλίκο της διαίρεσης του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου διά του συνολικού χρόνου ασφάλισής του. Ως σύνολο μηνιαίων αποδοχών που έλαβε ο ασφαλισμένος νοείται το άθροισμα των μηνιαίων αποδοχών που υπόκεινται σε εισφορές, καθ’ όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού βίου του.

β. Για τους αυτοαπασχολούμενους, τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους ασφαλισμένους του πρώην ΟΓΑ, ο μέσος όρος του μηνιαίου ασφαλιστέου εισοδήματος, το οποίο υπόκειται σε εισφορές καθ’ όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού βίου του. Το μηνιαίο ασφαλιστέο εισόδημα υπολογίζεται ως εξής:

  1. Για το χρονικό διάστημα έως 31.12.2016 το ποσό που θα αποτελούσε το ασφαλιστέο μηνιαίο εισόδημα αν εκλαμβανόταν ως μηνιαία εισφορά, το ποσό που πράγματι καταβλήθηκε για κάθε μήνα ασφάλισης διά του συντελεστή 0,20.

Στο ανωτέρω ποσό συνυπολογίζονται με αναγωγή κατά κεφαλήν, τυχόν υφιστάμενοι μέχρι την ημερομηνία αυτή κοινωνικοί πόροι υπέρ των αντίστοιχων ταμείων και η ασφαλιστική εισφορά -όπου υπήρχε- που έχει καταβληθεί από τον εργοδότη.

  1. Για το χρονικό διάστημα από την 1.1.2017 έως 31.12.2018 το εισόδημα, το οποίο υπόκειται σε εισφορές, σύμφωνα με τα άρθρα 39 και 40 κατά το ως άνω χρονικό διάστημα.

iii. Για το χρονικό διάστημα από την 1.1.2019 το ποσό που προκύπτει από το πηλίκο της διαίρεσης του ποσού της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς που έχει καταβληθεί χωρίς τις μειώσεις του άρθρου 98 και του άρθρου 141 παράγραφος 2 του ν. 3655/2008 (Α’ 58) διά του συντελεστή 0,20. Για τους ασφαλισμένους του πρώην ΟΓΑ και για το χρονικό διάστημα έως 31.12.2019 εφαρμόζεται ο συντελεστής 0,18, για το χρονικό διάστημα από 1.1.2020 έως 31.12.2020 ο συντελεστής 0,19 και για το χρονικό διάστημα από την 1η.1.2021 έως 31.12.2021 εφαρμόζεται ο συντελεστής 0,195.

  1. Οι συντάξιμες αποδοχές των ασφαλισμένων για κάθε ημερολογιακό έτος που προκύπτουν με βάση τον υπολογισμό των περιπτώσεων α’ και β’ της παραγράφου 2 προσαυξάνονται σύμφωνα με όσα ορίζονται στην περίπτωση α’ της παραγράφου 4 του άρθρου 8.
  2. Στις περιπτώσεις συνταξιοδότησης, για όσα από τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα συνταξιοδοτούνται με βάση τον ν. 612/1977 (Α’ 164), είτε με βάση τις διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτές και ισχύουν κάθε φορά είτε με βάση τον ν. 2084/1992 (Α’ 165), ως συντάξιμες αποδοχές, επί των οποίων θα υπολογιστεί το ποσοστό αναπλήρωσης των τριάντα πέντε (35) ετών, λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος των μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου κατά τη διάρκεια ασφάλισής του.
  3. Για τους ασφαλισμένους για τους οποίους, από την 1.1.2017, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 38, καταβάλλεται ασφαλιστική εισφορά εργοδότη και ασφαλισμένου, αλλά έως την 31.12.2016 κατέβαλλαν ασφαλιστική εισφορά επί ασφαλιστικών κατηγοριών, ως συντάξιμες αποδοχές για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης ορίζεται το ποσό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς που έχει καταβληθεί διά του συντελεστή 0,20.
  4. Για τον χρόνο ασφάλισης που αναγνωρίζεται πλασματικά ύστερα από εξαγορά, ως συντάξιμες αποδοχές ορίζονται:

α. Για τους μισθωτούς οι μηνιαίες αποδοχές επί των οποίων καταβλήθηκαν οι εισφορές εξαγοράς του αναγνωριζόμενου χρόνου.

β. Για τους αυτοαπασχολούμενους, τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους ασφαλισμένους του πρώην ΟΓΑ το ποσό, που αντιστοιχεί στο ποσό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς που έχει καταβληθεί για την αναγνώριση των πλασματικών χρόνων δια του συντελεστή 0,20. Οι πλασματικοί χρόνοι που αναγνωρίστηκαν χωρίς εξαγορά δεν συνυπολογίζονται για τον υπολογισμό του ποσού της ανταποδοτικής σύνταξης.

  1. Για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης ως συντάξιμες αποδοχές λαμβάνονται υπόψη οι υπολογιζόμενες σύμφωνα με τις ειδικότερες προβλέψεις του παρόντος άρθρου από το έτος 2002 και έως την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης.

Αν δεν προκύπτει χρόνος ασφάλισης (πραγματικός, πλασματικός, χρόνος προαιρετικής ασφάλισης ή άλλος που λογίζεται ως συντάξιμος), τουλάχιστον πέντε (5) ετών από την 1η.1.2002 και έως την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης, τότε για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών αναζητείται χρόνος ασφάλισης (πραγματικός, πλασματικός, χρόνος προαιρετικής ασφάλισης ή άλλος που λογίζεται ως συντάξιμος) και κατά το πριν την 1η.1.2002 χρονικό διάστημα και μέχρι τη συμπλήρωση έως πέντε (5) ετών ασφάλισης.

Για αιτήσεις συνταξιοδότησης με έναρξη καταβολής της σύνταξης από την 1η.1.2021, αν δεν προκύπτει χρόνος ασφάλισης (πραγματικός, πλασματικός, χρόνος προαιρετικής ασφάλισης ή άλλος που λογίζεται ως συντάξιμος), τουλάχιστον δέκα (10) ετών από την 1η.1.2002 έως την έναρξη της συνταξιοδότησης, τότε για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών αναζητείται χρόνος ασφάλισης (πραγματικός, πλασματικός, χρόνος προαιρετικής ή άλλος που λογίζεται ως συντάξιμος) και κατά το πριν την 1η.1.2002 χρονικό διάστημα και μέχρι τη συμπλήρωση έως δέκα (10) ετών ασφάλισης.

  1. Για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού τμήματος της σύνταξης των ασφαλισμένων του πρώην ΟΓΑ για χρόνο ασφάλισης διανυθέντα πριν από τη σύσταση του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών, ως μηνιαίες συντάξιμες αποδοχές προκειμένου για το χρονικό διάστημα μέχρι την έναρξη ισχύος του ν. 2458/1997 (Α’ 15) ορίζεται το 70% του προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού.
  2. Για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού τμήματος της σύνταξης/χορηγίας των προσώπων που είχαν διατελέσει Δήμαρχοι, Πρόεδροι Κοινότητας ή Νομάρχες προ του 2002, ως συντάξιμες αποδοχές λαμβάνονται υπόψη τα έξοδα παράστασης του τελευταίου έτους πριν από τη λήξη της θητείας τους.

Στις περιπτώσεις που είχε ήδη εκδοθεί συνταξιοδοτική απόφαση σύμφωνα με τις διατάξεις που ίσχυαν μέχρι 31.12.2014, αλλά δεν καταβάλλεται η σύνταξη/χορηγία διότι δεν έχει συμπληρωθεί το ισχύον κατά περίπτωση ηλικιακό όριο, οι συντάξεις αυτές υπολογίζονται εκ νέου σύμφωνα με την περίπτωση β’ της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του ν. 4387/2016. Για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης, ως συντάξιμες απoδοχές λαμβάνονται υπόψη τα έξοδα παράστασης που ορίζονται στην πράξη αυτή. Σε κάθε περίπτωση προσκόμισης στοιχείων βάσει των οποίων οι συντάξιμες αποδοχές διαμορφώνονται αποδεδειγμένα υψηλότερες λαμβάνονται υπόψη αυτές για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης.

  1. Μετά το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης 4ε της παραγράφου 1 του άρθρου 37 του ν. 3996/2011 (Α’ 170) προστίθενται δύο εδάφια ως εξής: «Στην περίπτωση αυτή ο γονέας, ο σύζυγος ή ο αδελφός του αναπήρου, εφόσον πληροί τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης λόγω γήρατος, δύναται να υποβάλει νέα αίτηση συνταξιοδότησης. Το δικαίωμα συνταξιοδότησης κρίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν κατά το χρόνο υποβολής της νέας αίτησης».
  2. Επί αιτήσεων συνταξιοδότησης που υποβάλλονται από 13.5.2016 και εφεξής καταργούνται οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 29 του ν. 2084/1992 (Α’ 165) του άρθρου 64 του ν. 2676/1999 (Α’ 1), της παραγράφου 2 του άρθρου 31 του ν. 2084/1992, της παραγράφου 11 του άρθρου 5 του α.ν. 1846/1951 (Α’ 179), το πέμπτο εδάφιο του άρθρου 23 του π.δ. 913/1978 (Α’ 220), της παραγράφου 4 του άρθρου 44 του π.δ. 284/1974 (Α’ 101), της παραγράφου 4 του άρθρου 5 της Υ.Α. Β2/54/3/236/76/ οικ. 695/1977 (Β’329), της παραγράφου 8α του άρθρου 46 του β.δ. 29/5/25.6.58 (Α’ 96), της παραγράφου 2 του άρθρου 17 του π.δ. 419/1983 (Α’ 154), του άρθρου 17 του π.δ. 419/1980 (Α’ 11), του άρθρου 20 της Υ.Α. 17481/1933 Α.Υ.Ε.Ο. (77/1933), της περίπτωσης ε της παραγράφου 1 του άρθρου 18 της Υ.Α. 31720/Σ.503/10.12.1962 (Β’ 503), της Υ.Α. Φ.43/ οικ.1135/1988 (Β’ 404), του άρθρου 1 του π.δ. 460/1989 σε συνδυασμό με την παράγραφο 1 του άρθρου 7 του ν. 982/1979 (Α’ 239), της Υ.Α. Φ.41/241/1996 (Β’ 228), της παραγράφου 2 του άρθρου 16 του ν. 3232/2004 (Α’ 48) σε συνδυασμό με την παράγραφο 4 του άρθρου 3 του ν. 3029/2002 (Α’ 160), της παραγράφου 2 του άρθρου 24 του π.δ. 258/2005 (Α’ 316), του άρθρου 9 του π.δ. 116/ 1988 (Α’ 48), του άρθρου 6 του β.δ. 5/1955 (Α’ 18), των άρθρων 97 και 110 του π.δ. 668/1981 (Α’ 167), του άρθρου 1 του π.δ. 418/1985 (Α’ 146) και του άρθρου 14 της Υ.Α. Φ.29/1455/1977 (Β’ 1028).»

Άρθρο 29

Τροποποίηση του άρθρου 33 του ν. 4387/2016

Στο άρθρο 33 του ν. 4387/2016 προστίθεται νέα παράγραφος 3, η παράγραφος 3 αναριθμείται σε 4 και το άρθρο 33 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 33
Αναπροσαρμογή συντάξεων-προστασία καταβαλλόμενων συντάξεων

  1. Οι ήδη καταβαλλόμενες, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, κύριες συντάξεις, πλην όσων χορηγούνται από τον ΟΓΑ, αναπροσαρμόζονται, σύμφωνα με την ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 14, σε συνδυασμό με τα άρθρα 7, 8, 27, 28, 30 και 12, βάσει των ειδικότερων ρυθμίσεων της επόμενης παραγράφου.
  2. Για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους των καταβαλλόμενων, έως την ημερομηνία έναρξης ισχύος του νόμου αυτού, συντάξεων, ως συντάξιμες αποδοχές λαμβάνεται υπόψη ο συντάξιμος μισθός επί του οποίου υπολογίστηκε η ήδη χορηγηθείσα σύνταξη. Αν ο συντάξιμος μισθός συνδέεται με ασφαλιστικές κατηγορίες ή ασφαλιστικές κλάσεις ή με τεκμαρτά ποσά, αυτός υπολογίζεται αφού ληφθεί υπόψη η τρέχουσα τιμή τους κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος. Σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση ο συντάξιμος μισθός υπολογίζεται σε τρέχουσες τιμές με τη χρήση των ποσοστών αναπροσαρμογής των συντάξεων όλων των ετών που έχουν μεσολαβήσει από την ημερομηνία συνταξιοδότησης ως την έναρξη ισχύος του παρόντος. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων καθορίζεται κάθε αναγκαίο θέμα εφαρμογής της διάταξης αυτής.
  3. α. Από την 1.10.2019 οι συντάξεις πλην όσων χορηγούνται από τον ΟΓΑ, που έχουν απονεμηθεί ή εκκρεμεί η απονομή τους μετά την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016, υπολογίζονται εκ νέου σύμφωνα με τα ποσοστά αναπλήρωσης του πίνακα 2 της παραγράφου 5 του άρθρου 8. Από την 1.10.2019, καταβάλλονται τυχόν προκύπτουσες αυξήσεις στη σύνταξη. Αν το ποσό των συντάξεων αυτών, όπως επανυπολογίζεται, είναι μικρότερο εκείνου που προκύπτει από τον υπολογισμό τους σύμφωνα με τον πίνακα 1 της παραγράφου 5 του άρθρου 8, το ποσό της διαφοράς που προκύπτει εξακολουθεί να καταβάλλεται στον δικαιούχο ως προσωπική διαφορά.

β.α. Οι κύριες συντάξεις πλην όσων χορηγούνται από τον ΟΓΑ, που έχουν απονεμηθεί ή εκκρεμεί η απονομή τους πριν την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016 και έχουν επανυπολογισθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου υπολογίζονται εκ νέου από την 1.10.2019 σύμφωνα με τα ποσοστά αναπλήρωσης του πίνακα 2 της παραγράφου 5 του άρθρου 8.

β.β. Από την 1.10.2019, αν το καταβαλλόμενο ποσό των συντάξεων είναι μεγαλύτερο εκείνου που προκύπτει από τον υπολογισμό τους σύμφωνα με τον πίνακα 2 της παραγράφου 5 του άρθρου 8, το επιπλέον ποσό εξακολουθεί να καταβάλλεται στον δικαιούχο ως προσωπική διαφορά, συμψηφιζόμενο κατ’ έτος και μέχρι την πλήρη εξάλειψή του, με την εκάστοτε αναπροσαρμογή των συντάξεων, όπως αυτή προκύπτει κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 4α του άρθρου 8.

β.γ. Από την 1.10.2019, αν το καταβαλλόμενο ποσό των συντάξεων είναι μικρότερο από αυτό που προκύπτει από τον υπολογισμό τους σύμφωνα με τον πίνακα 2 της παραγράφου 5 του άρθρου 8, τότε συνεχίζει να καταβάλλεται η προσωπική διαφορά με βάση τα ποσοστά αναπλήρωσης του πίνακα 1 της παραγράφου 5 του άρθρου 8, και το ποσό των συντάξεων προσαυξάνεται κατά το ένα πέμπτο της τυχόν πρόσθετης διαφοράς που προκύπτει, για την περίοδο από την 1η Οκτωβρίου 2019 έως την 31η Δεκεμβρίου 2020 και σταδιακά ισόποσα κατ’ έτος έως την 31η Δεκεμβρίου 2024. Στην περίπτωση που η προσωπική διαφορά που προκύπτει είναι μικρότερη από την προσωπική διαφορά που προέκυπτε από τον επανυπολογισμό της σύνταξης με βάση τα ποσοστά αναπλήρωσης του πίνακα 1 της παραγράφου 5 του άρθρου 8, ολοκληρώνεται η καταβολή της προσωπικής διαφοράς που προκύπτει με βάση τα ποσοστά αναπλήρωσης του πίνακα 1 της παραγράφου 5 του άρθρου 8 και η διαφορά των δύο ποσών συμψηφίζεται κατ’ έτος και μέχρι την πλήρη εξάλειψή της με την εκάστοτε αναπροσαρμογή των συντάξεων, όπως αυτή προκύπτει κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 4α του άρθρου 8.

  1. Ειδικά για τις περιπτώσεις του άρθρου 31, αν το καταβαλλόμενο ποσό των συντάξεων αυτών είναι μικρότερο εκείνου που προκύπτει από τον επανυπολογισμό τους, τότε αυτό προσαυξάνεται κατά το ποσό της διαφοράς και καταβάλλεται, κατά παρέκκλιση της περίπτωσης γ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 14, εξ ολοκλήρου στους δικαιούχους.»

Άρθρο 30

Αντικατάσταση του άρθρου 34 του ν. 4387/2016

Το άρθρο 34 του ν. 4387/2016 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«Άρθρο 34
Χρόνος ασφάλισης

  1. Από την 1.1.2020 χρόνος ασφάλισης στον Ε.Φ.Κ.Α. για τους ασφαλισμένους του Κεφαλαίου αυτού είναι:

α. Ο χρόνος πραγματικής ασφάλισης, ήτοι ο χρόνος ασφαλιστέας απασχόλησης ή ιδιότητας στον Ε.Φ.Κ.Α. ή στους εντασσόμενους στον Ε.Φ.Κ.Α. φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς για τον οποίο έχουν καταβληθεί εισφορές. Για τους μισθωτούς ως χρόνος ασφάλισης αναγνωρίζεται και ο χρόνος για τον οποίο οφείλονται εισφορές, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις.

β. Ο λογιζόμενος χρόνος συντάξιμης υπηρεσίας των πολιτικών και στρατιωτικών υπαλλήλων, σύμφωνα με τις διατάξεις της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσίου, όπως αυτές ίσχυαν μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού.

γ. Οι πλασματικοί χρόνοι ασφάλισης του άρθρου 40 του ν. 2084/1992 (Α’ 165), της παραγράφου 18 του άρθρου 10 του ν. 3863/2010 (Α’ 115), των άρθρων 39, 40 και 41 του ν. 3996/2011 (Α’ 170), του άρθρου 6 παράγραφος 12 και του άρθρου 17 του ν. 3865/2010 (Α’ 120), καθώς και ο χρόνος άσκησης δικηγορίας σύμφωνα με το άρθρο 14 του ν. 1090/1980 (Α’ 263).

Όπου για την αναγνώριση των πλασματικών αυτών χρόνων ασφάλισης προβλέπεται καταβολή εισφοράς, η αναγνώριση γίνεται με την καταβολή από τον ασφαλισμένο για κάθε μήνα αναγνωριζόμενου πλασματικού χρόνου ασφάλισης της εισφοράς ασφαλισμένου και εργοδότη, στο ποσοστό που ισχύει κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης εξαγοράς.

Η ως άνω εισφορά υπολογίζεται με βάση τις αποδοχές του ασφαλισμένου κατά τον τελευταίο μήνα πλήρους απασχόλησης πριν από την υποβολή της αίτησης εξαγοράς, σύμφωνα με τις ειδικότερες προβλέψεις του άρθρου 38 και εφόσον έχει διακοπεί η απασχόληση, επί των αποδοχών του τελευταίου μήνα απασχόλησης προσαυξανόμενων κατά τον τρόπο που προβλέπεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 8.

Σε περίπτωση ελεύθερου επαγγελματία, αυτοτελώς απασχολούμενου ή ενός από τα πρόσωπα που υπάγονται στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ, για κάθε αναγνωριζόμενο μήνα ασφάλισης καταβάλλεται η προβλεπόμενη από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 39 και της παραγράφου 1 του άρθρου 40 ασφαλιστική εισφορά, την οποία έχει επιλέξει ο ασφαλισμένος κατά το έτος υποβολής της αίτησης αναγνώρισης.

Το συνολικό ποσό της κατά τα ανωτέρω εξαγοράς καταβάλλεται σε τόσες μηνιαίες δόσεις, όσοι είναι και οι μήνες που αναγνωρίζονται. Το ποσό αυτό μπορεί να καταβληθεί εφάπαξ, οπότε παρέχεται έκπτωση 2% για κάθε έτος εξαγοράς.

Η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα της κοινοποίησης της απόφασης. Καθυστέρηση καταβολής δόσης συνεπάγεται επιβάρυνσή της με τον εκάστοτε προβλεπόμενο τόκο καθυστέρησης.

Σε περίπτωση θεμελίωσης συνταξιοδοτικού δικαιώματος ή προσαύξησης του ποσού της σύνταξης πριν από τον χρόνο εξόφλησης της εισφοράς εξαγοράς, παρακρατείται κάθε μήνα από τη σύνταξη και μέχρι την εξόφληση ποσό ίσο με το ένα τέταρτο του ποσού της σύνταξης.

Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου οι ασφαλισμένοι που συνταξιοδοτούνται, σύμφωνα με την παράγραφο 10 του άρθρου 10 του ν. 3863/2010 (Α’ 115), έχουν δικαίωμα να αναγνωρίζουν τους πλασματικούς χρόνους ασφάλισης των άρθρων 39, 40 και 41 του ν. 3996/2011 (Α’ 170).

δ. Ο χρόνος ασφάλισης που έχει αναγνωριστεί και εξαγοραστεί ή συνεχίζεται η εξαγορά του στους εντασσόμενους στον Ε.Φ.Κ.Α. φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς, καθώς και ο χρόνος που έχει προσμετρηθεί από προϋπηρεσία ή άλλη αιτία. Αναγνωρίσεις χρόνων, οι οποίες δεν έχουν ολοκληρωθεί με την πλήρη εξόφληση του ποσού της εξαγοράς, συνεχίζονται στον Ε.Φ.Κ.Α. μέχρι την ολοκλήρωσή τους, βάσει των διατάξεων που ισχύουν κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού.

Η αναγνώριση του χρόνου της παραγράφου 5 του άρθρου 53 του ν. 3518/2006 (Α’ 272) εξακολουθεί να είναι σε ισχύ. Οι ασφαλισμένοι καταβάλλουν για κάθε αναγνωριζόμενο χρόνο την προβλεπόμενη από την παράγραφο 1 του άρθρου 40 ασφαλιστική εισφορά, την οποία έχει επιλέξει ο ασφαλισμένος κατά το έτος υποβολής της αίτησης αναγνώρισης.

Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων καθορίζονται η διαδικασία καταβολής της ανωτέρω εισφοράς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της ρύθμισης.

ε. Ο χρόνος προαιρετικής ασφάλισης κατά την παράγραφο 2.

  1. Κάθε ασφαλισμένος του Ε.Φ.Κ.Α., εφόσον παύει να έχει την ασφαλιστέα στον Ε.Φ.Κ.Α. απασχόληση ή ιδιότητα, δικαιούται να συνεχίσει την ασφάλισή του στον Ε.Φ.Κ.Α. προαιρετικά κατ’ εφαρμογή των άρθρων 18 και 37. Πρόσωπα που έχουν υπαχθεί στην προαιρετική ασφάλιση των εντασσόμενων φορέων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών συνεχίζουν αυτήν στον Ε.Φ.Κ.Α.

Οι ασφαλισμένοι που έχουν διαδοχικό χρόνο ασφάλισης στους εντασσόμενους στον Ε.Φ.Κ.Α. φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς δικαιούνται να συνεχίσουν την ασφάλισή τους στον Ε.Φ.Κ.Α. προαιρετικά στον κλάδο του τελευταίου εντασσόμενου φορέα υποχρεωτικής ασφάλισής τους. Το ίδιο ισχύει και για τα πρόσωπα που έχουν ήδη υπαχθεί στην προαιρετική ασφάλιση των εντασσομένων φορέων, τομέων και κλάδων και συνεχίζουν αυτή στον Ε.Φ.Κ.Α.

  1. α) αα) Ο χρόνος ασφάλισης μέχρι τις 31.12.2016 προσώπων που έχουν υπαχθεί καλόπιστα στην ασφάλιση των εντασσόμενων στον Ε.Φ.Κ.Α. φορέων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών, λόγω απασχόλησης ή ιδιότητας, ενώ δεν συνέτρεχαν οι νόμιμες προϋποθέσεις, και συνεχίζουν από την 1.1.2017 να υπάγονται στην ασφάλιση του Ε.Φ.Κ.Α. λόγω της ίδιας απασχόλησης ή ιδιότητας, λογίζεται ως χρόνος ασφάλισης στον Ε.Φ.Κ.Α. και οι σχετικές ασφαλιστικές εισφορές δεν επιστρέφονται, εφόσον δεν έχει εκδοθεί απόφαση διαγραφής.

αβ) Από την ημερομηνία διαπίστωσης από τα αρμόδια όργανα της μη συνδρομής των νόμιμων προϋποθέσεων υπαγωγής και συνέχισης της ασφάλισης, τα ανωτέρω πρόσωπα υπάγονται υποχρεωτικά στην ασφάλιση των εντασσόμενων στον Ε.Φ.Κ.Α. φορέων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών βάσει της ασκούμενης δραστηριότητας ή της ιδιότητας.

αγ) Κατ’ εξαίρεση, σε περίπτωση που η διαπίστωση της μη συνδρομής των νόμιμων προϋποθέσεων υπαγωγής έχει γίνει μέχρι τις 31.12.2019, τα προβλεπόμενα στο ανωτέρω εδάφιο εφαρμόζονται από την 1.1.2020.

β) Τα αναφερόμενα στην περίπτωση α’ δεν εφαρμόζονται στις περιπτώσεις ασφαλισμένων για τους οποίους έχει χωρήσει λανθασμένη υπαγωγή στην ασφάλιση από την 1.1.2017 και εφεξής.

  1. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργούνται το άρθρο 3 του ν. 1358/1983 (Α’ 64), το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 40 του ν. 2084/1992 (Α’ 165), όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 18 του άρθρου 10 του ν. 3863/2010 (Α’ 115), καθώς και κάθε αντίθετη διάταξη.»

Άρθρο 31

Αντικατάσταση του άρθρου 35 του ν. 4387/2016

Το άρθρο 35 του ν. 4387/2016 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 35
Εφάπαξ παροχή

  1. Από την 1.1.2017 στην ασφάλιση του κλάδου εφάπαξ παροχών του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. υπάγονται υποχρεωτικά τα πρόσωπα που είχαν ήδη κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος υπαχθεί στην ασφάλιση των ταμείων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών, σύμφωνα με την περίπτωση α’ της παραγράφου 4 του άρθρου 37 του ν. 4052/2012 (Α’ 41), όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 76, καθώς και όσοι, σύμφωνα με την περίπτωση β’ της παραγράφου 4 του άρθρου 37 του ν. 4052/2012 (Α’ 41) όπως αντικαθίσταται με το άρθρο 76, αναλαμβάνουν εργασία ή απασχόληση ή αποκτούν ιδιότητα, η οποία, σύμφωνα με τις καταστατικές διατάξεις των ως άνω ταμείων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών, όπως ίσχυαν έως την έναρξη ισχύος του παρόντος, θεμελίωναν υποχρέωση υπαγωγής στην ασφάλιση για εφάπαξ παροχή των εν λόγω ταμείων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών.
  2. Από 1.1.2017 πόροι του κλάδου εφάπαξ παροχών του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. είναι:

α. Τα έσοδα από τις προβλεπόμενες εισφορές υπέρ των ταμείων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών πρόνοιας που εντάσσονται στο Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. του άρθρου 74 του νόμου αυτού, σύμφωνα με την περίπτωση β’ της παραγράφου 4 του άρθρου 36 του ν. 4052/2012 (Α’ 41), όπως η παράγραφος αυτή προστέθηκε με την παράγραφο 6 του άρθρου 75, οι πρόσοδοι περιουσίας, καθώς και η απόδοση των κεφαλαίων και αποθεματικών αυτών και κάθε άλλο έσοδο και πόρος που προβλέπεται στην οικεία νομοθεσία ή άλλες γενικές διατάξεις.

β. Τα έσοδα από τις ασφαλιστικές εισφορές των ασφαλισμένων και των εργοδοτών, όπου προβλέπεται εργοδοτική εισφορά για τους μέχρι τις 31.12.1992 ασφαλισμένους μισθωτούς. Το ύψος και ο τρόπος υπολογισμού των εισφορών των μέχρι τις 31.12.1992 ασφαλισμένων μισθωτών, προσδιορίζονται σύμφωνα με τις καταστατικές διατάξεις των εντασσόμενων ταμείων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών προνοίας στο Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π., με εξαίρεση τους μισθωτούς ασφαλισμένους στους τομείς προνοίας του πρώην ΕΤΑΠ - ΜΜΕ, των οποίων τα ποσοστά εισφορών υπολογίζονται επί των ασφαλιστέων αποδοχών τους για κύρια σύνταξη, όπως αυτές προσδιορίζονται στο άρθρο 38. Από την 1.1.2017 το ποσό της μηνιαίας εισφοράς στον Κλάδο Εφάπαξ Παροχών του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. των ασφαλισμένων από την 1.1.1993 και εφεξής μισθωτών ορίζεται σε ποσοστό 4%, υπολογιζόμενο επί των ασφαλιστέων αποδοχών τους για κύρια σύνταξη, όπως αυτές προσδιορίζονται στα άρθρα 5 και 38.

γ. Τα έσοδα από τις ασφαλιστικές εισφορές των ασφαλισμένων αυτοτελώς απασχολούμενων και ελεύθερων επαγγελματιών και όλων των πριν και μετά την 1.1.1993 ασφαλισμένων, έμμισθων δικηγόρων, μισθωτών μηχανικών και υγειονομικών των οικείων τομέων του κλάδου πρόνοιας του πρώην Ε.Τ.Α.Α.

Για την καταβολή των ασφαλιστικών τους εισφορών, οι ανωτέρω ασφαλισμένοι του Κλάδου Εφάπαξ Παροχών του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π., κατατάσσονται από την 1.1.2020 σε τρείς (3) ασφαλιστικές κατηγορίες, στις οποίες αντιστοιχεί το ποσό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς, όπως εμφαί-νεται στον κατωτέρω πίνακα:

Ασφαλιστικές Κατηγορίες

Ποσά εισφορών εφάπαξ παροχής σε ευρώ

1η κατηγορία 

26

2η κατηγορία

31

3η κατηγορία

37

γα. Οι ασφαλισμένοι κατατάσσονται με ελεύθερη επιλογή τους σε μία (1) από τις τρεις (3) ασφαλιστικές κατηγορίες. Η κατάταξη σε μία (1) από τις τρεις (3) είναι υποχρεωτική. Αν ο ασφαλισμένος δεν επιλέξει ασφαλιστική κατηγορία, κατατάσσεται υποχρεωτικά στην πρώτη.

γβ. Ο ασφαλισμένος μπορεί, με αίτησή του, να επιλέξει ανώτερη ασφαλιστική κατηγορία από αυτή που υπάγεται ή, εφόσον βρίσκεται σε ανώτερη ασφαλιστική κατηγορία, να επιλέξει κατώτερη. H αίτηση επιλογής δύναται να υποβάλλεται και ηλεκτρονικά.

Αίτηση για μεταβολή ασφαλιστικής κατηγορίας δύναται να υποβάλλεται οποτεδήποτε, σε κάθε περίπτωση, όμως, η μετάταξη από κατηγορία σε κατηγορία θα γίνεται από την 1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους από την υποβολή της αίτησης και θα ισχύει υποχρεωτικά για όλο το επόμενο έτος από την υποβολή της αίτησης.

«Κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος οι ασφαλισμένοι κατατάσσονται υποχρεωτικά στην πρώτη ασφαλιστική κατηγορία και επιλέγουν την ασφαλιστική κατηγορία στην οποία επιθυμούν να υπαχθούν από την 1.7.2020.»

γγ. Ειδικά για τους έμμισθους δικηγόρους τα ανωτέρω ποσά της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς επιμερίζονται κατά 50% για τον εντολέα και κατά 50% για τον ασφαλισμένο.

γδ. Από την 1.1.2023 έως 31.12.2024 τα ως άνω ποσά των ασφαλιστικών κατηγοριών προσαυξάνονται κατ’ έτος με διαπιστωτική πράξη του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, κατά το ποσοστό μεταβολής του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή του προηγούμενου έτους. Σε περίπτωση αρνητικής τιμής του ως άνω ποσοστού το ποσόν της εισφοράς παραμένει στα επίπεδα του προηγουμένου έτους. Από την 1.1.2025 και εφεξής τα ως άνω ποσά των ασφαλιστικών κατηγοριών προσαυξάνονται κατ’ έτος κατά τον δείκτη μεταβολής μισθών, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 8.

δ. Τα έσοδα από τις ασφαλιστικές εισφορές των προσώπων, τα οποία από την 1η.1.2021 ασφαλίζονται προαιρετικά στον Κλάδο Εφάπαξ Παροχών, βάσει των διατάξεων της παραγράφου 5 του άρθρου 76.

Το ποσό της μηνιαίας εισφοράς των προαιρετικά ασφαλισμένων μισθωτών ορίζεται σε ποσοστό 4%, υπολογιζόμενο επί των ασφαλιστέων αποδοχών τους για κύρια σύνταξη, όπως αυτές προσδιορίζονται στα άρθρα 5 και 38.

Οι προαιρετικά ασφαλισμένοι, αυτοτελώς απασχολούμενοι, ελεύθεροι επαγγελματίες, ασφαλισμένοι του πρώην ΟΓΑ και έμμισθοι δικηγόροι, καταβάλλουν εισφορές βάσει του ανωτέρω Πίνακα.

  1. α. Η εφάπαξ παροχή απονέμεται εφόσον ο ασφαλισμένος έλαβε κύρια σύνταξη λόγω γήρατος ή οριστικής αναπηρίας. Αν ο ασφαλισμένος λαμβάνει σύνταξη από ταμείο που χορηγεί προσυνταξιοδοτική παροχή, απονέμεται η εφάπαξ παροχή, εφόσον ο ασφαλισμένος έλαβε προσυνταξιοδοτική παροχή.

Οι καταστατικές διατάξεις των ταμείων, τομέων, κλάδων ή λογαριασμών του άρθρου 75, από τις οποίες προβλεπόταν ως προϋπόθεση για τη χορήγηση εφάπαξ παροχής η προηγούμενη συνταξιοδότηση από φορέα επικουρικής ασφάλισης καταργούνται.

Εκκρεμείς αιτήσεις χορήγησης της εφάπαξ παροχής, κρίνονται ως προς τις προϋποθέσεις απονομής βάσει των διατάξεων της παραγράφου αυτής.

β. Δικαιούχοι της εφάπαξ παροχής σε περίπτωση ασφαλισμένου ο οποίος απεβίωσε πριν την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου, γήρατος ή αναπηρίας είναι:

αα) Ο/η επιζών σύζυγος και τα τέκνα, ανάλογα με το ποσοστό του κληρονομικού τους δικαιώματος.

αβ) Οι γονείς και τα αδέλφια, ανάλογα με το ποσοστό του κληρονομικού τους δικαιώματος, εφόσον δεν υπάρχουν τα πρόσωπα της ανωτέρω υποπερίπτωσης.

αγ) Εάν δεν υπάρχουν τα ανωτέρω πρόσωπα, η εφάπαξ παροχή χορηγείται σύμφωνα με τις διατάξεις περί κληρονομικής διαδοχής.

γ. Σε περίπτωση θανάτου ασφαλισμένου μετά την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου, είτε πριν είτε μετά από την έκδοση της συνταξιοδοτικής πράξης, η εφάπαξ παροχή χορηγείται σύμφωνα με τις διατάξεις περί κληρονομικής διαδοχής.

δ. Δεν επιτρέπεται προκαταβολή της εφάπαξ παροχής και κάθε αντίθετη διάταξη καταργείται.

  1. Από 13.5.2016 το ποσό της εφάπαξ παροχής με την επιφύλαξη των οριζομένων στην παράγραφο 9, ισούται με το άθροισμα του τμήματος της εφάπαξ παροχής που αντιστοιχεί για τα έτη ασφάλισης μέχρι την 31.12.2013 και του τμήματος της εφάπαξ παροχής που αντιστοιχεί για τα έτη ασφάλισης από 1.1.2014 και εφεξής.

α. Για χρόνο ασφάλισης που έχει διανυθεί έως και την 31.12.2013:

αα. Για τους μισθωτούς:

Για τους μισθωτούς με εισφορά ύψους 4% επί των αποδοχών, η εφάπαξ παροχή αποτελείται από το γινόμενο του εξήντα τοις εκατό (60%) των αποδοχών, επί των οποίων έγιναν οι νόμιμες κρατήσεις, υπέρ του κλάδου επί τον δεκαδικό αριθμό των ετών ασφάλισης έως και την 31.12.2013, με ακρίβεια δεύτερου δεκαδικού ψηφίου.

Ως αποδοχές για τον υπολογισμό της εφάπαξ παροχής, νοείται ο μέσος όρος των μηνιαίων αποδοχών που έλαβε ο ασφαλισμένος κατά τα πέντε (5) τελευταία έτη έως και τις 31.12.2013, εφόσον υπεβλήθησαν σε ασφαλιστικές εισφορές υπέρ του κλάδου, χωρίς να υπολογίζονται τα δώρα εορτών και το επίδομα αδείας.

Ο ως άνω μέσος όρος προσαυξάνεται ετησίως κατά τον τρόπο που προβλέπεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 8. Ειδικότερα, ο μέσος ετήσιος γενικός δείκτης τιμών καταναλωτή της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής εφαρμόζεται από το επόμενο έτος μετά το καταληκτικό της ανωτέρω πενταετίας, έως και το προηγούμενο έτος της αποχώρησης από την υπηρεσία ή την εργασία. Ο σωρευμένος συντελεστής που προκύπτει από τους δείκτες της παραγράφου 4 του άρθρου 8 δεν μπορεί να είναι μικρότερος από ένα (1).

Για τους μισθωτούς με εισφορά ύψους διάφορου του 4% ή με σταθερό ποσό εισφοράς, το ως άνω ποσοστό (60%) θα αναπροσαρμόζεται αναλογικά ως προς το ύψος της εισφοράς, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του φορέα και κατόπιν σύμφωνης γνώμης της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής.

Στην περίπτωση αυτή το ως άνω ποσοστό δεν μπορεί να υπερβαίνει το εκατό τοις εκατό (100%).

Στις περιπτώσεις που ο δικαιούμενος εφάπαξ παροχής έχει μισθοδοτηθεί για λιγότερο από πέντε (5) έτη, για τον υπολογισμό του μέσου όρου πενταετίας θα λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος της πενταετίας ομοιοβάθμου του ή ασφαλισμένου με τα ίδια έτη ασφάλισης. Αν δεν είναι δυνατός ο υπολογισμός πενταετίας, ο υπολογισμός γίνεται με βάση το σύνολο του χρόνου ασφάλισης που έχει πραγματοποιηθεί.

Ειδικά για τους ασφαλισμένους του πρ. Ταμείου Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων και των φορέων πρόνοιας υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. που αποχώρησαν από την 1.1.2014 έως τις 13.5.2016, ως αποδοχές για τον υπολογισμό του τμήματος αυτού της εφάπαξ παροχής νοείται ο μέσος όρος των μηνιαίων αποδοχών που έλαβε ο ασφαλισμένος κατά τα πέντε (5) τελευταία έτη πριν από την αποχώρησή του, εφόσον καταβλήθηκαν ασφαλιστικές εισφορές υπέρ του Ταμείου, χωρίς να υπολογίζονται τα δώρα εορτών και αδείας.

Για τον υπολογισμό του τμήματος της εφάπαξ παροχής των ασφαλισμένων του πρ. Ταμείου Πρόνοιας Αξιωματικών Εμπορικού Ναυτικού (ΤΠΑΕΝ) και του πρ. Ταμείου Πρόνοιας Κατωτέρων Πληρωμάτων Εμπορικού Ναυτικού (ΤΠΚΠΕΝ) για χρόνο ασφάλισης που έχει πραγματοποιηθεί έως και τις 31.12.2013, ως ποσοστό εισφοράς θεωρείται το ποσοστό 4% και το ποσοστό αναπλήρωσης καθορίζεται στο 60% επί τεκμαρτών συντάξιμων αποδοχών. Οι τεκμαρτές συντάξιμες αποδοχές προσδιορίζονται με τη χρήση εισφορών εικοσαετίας έως και τις 31.12.2013, οι οποίες αναπροσαρμόζονται με το επιτόκιο επιστροφής εισφορών όπως ισχύει την 31.12.2013, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 9 του ν. 2335/1995 (Α’ 185) και στην υπουργική απόφαση Φ. 80000/οικ.26625/1319/2006 (Β’ 1772), όπως ισχύουν. Ο μέσος όρος των τεκμαρτών αποδοχών αποτελεί τις συντάξιμες αποδοχές για τα έτη ασφάλισης έως και τις 31.12.2013. Σε περίπτωση που δεν συμπληρώνεται εικοσαετής ασφάλιση για χορήγηση εφάπαξ, για τον υπολογισμό θα χρησιμοποιείται ο πραγματικός χρόνος ασφάλισης εντός του διαστήματος 1994-2013.

Μετά το έτος 2013 έως και το έτος αποχώρησης από την εργασία λόγω οριστικής συνταξιοδότησης, ο ως άνω μέσος όρος προσαυξάνεται ετησίως κατά τον τρόπο που προβλέπεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 8. Ειδικότερα, ο μέσος ετήσιος γενικός δείκτης τιμών καταναλωτή της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής εφαρμόζεται από το επόμενο έτος μετά το καταληκτικό της ανωτέρω εικοσαετίας, έως και το προηγούμενο έτος της αποχώρησης από την εργασία. Ο σωρευμένος συντελεστής που προκύπτει από τους δείκτες της παραγράφου 4 του άρθρου 8 δεν μπορεί να είναι μικρότερος από ένα (1).

αβ. Για τους αυτοτελώς απασχολούμενους:

Για τους αυτοτελώς απασχολούμενους με εισφορά ύψους 4%, η εφάπαξ παροχή αποτελείται από το γινόμενο του εξήντα τοις εκατό (60%) των αποδοχών επί των οποίων έγιναν οι νόμιμες κρατήσεις, επί τον δεκαδικό αριθμό των ετών ασφάλισης έως και τις 31.12.2013, με ακρίβεια δευτέρου δεκαδικού ψηφίου.

Για τους αυτοτελώς απασχολούμενους με εισφορά ύψους διάφορου του 4% ή με σταθερό ποσό εισφοράς, το ως άνω ποσοστό (60%) αναπροσαρμόζεται αναλογικά ως προς το ύψος της εισφοράς, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του φορέα και κατόπιν σύμφωνης γνώμης της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής.

Στην περίπτωση αυτή το ως άνω ποσοστό δεν μπορεί να υπερβαίνει το εκατό τοις εκατό (100%).

Ως αποδοχές για τον υπολογισμό της εφάπαξ παροχής νοείται ο μέσος όρος των τιμών των ασφαλιστικών κατηγοριών, επί των οποίων υπεβλήθησαν ασφαλιστικές εισφορές υπέρ του κλάδου, κατά τα πέντε (5) τελευταία έτη έως και τις 31.12.2013, όπως οι εν λόγω τιμές είχαν διαμορφωθεί κατά το καταληκτικό της πενταετίας έτος.

Ο ως άνω μέσος όρος προσαυξάνεται ετησίως κατά τον τρόπο που προβλέπεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 8. Ειδικότερα, ο μέσος ετήσιος γενικός δείκτης τιμών καταναλωτή της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής εφαρμόζεται από το επόμενο έτος μετά το καταληκτικό της ανωτέρω πενταετίας, έως και το προηγούμενο έτος της αποχώρησης από το επάγγελμα ή την εργασία. Ο σωρευμένος συντελεστής που προκύπτει από τους δείκτες της παραγράφου 4 του άρθρου 8 δεν μπορεί να είναι μικρότερος από ένα (1).

Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, και ύστερα από οικονομική έκθεση, καθορίζονται οι ασφαλιστικές κατηγορίες για όσους αυτοτελώς απασχολούμενους η εισφορά τους δεν προκύπτει ως ποσοστό επί ασφαλιστικής κατηγορίας, καθώς και κάθε άλλο θέμα που απαιτείται για την εφαρμογή της περίπτωσης αυτής.

β. Για τον χρόνο ασφάλισης που πραγματοποιείται από την 1.1.2014 και εφεξής:

Για τους μισθωτούς και αυτοτελώς απασχολούμενους το τμήμα της εφάπαξ παροχής που αναλογεί στα έτη ασφάλισης από την 1.1.2014 και εφεξής, υπολογίζεται με βάση το διανεμητικό σύστημα προκαθορισμένων εισφορών με νοητή κεφαλαιοποίηση. Οι ασφαλιστικές εισφορές που καταβάλλονται από την 1.1.2014 και εφεξής για κάθε ασφαλισμένο τηρούνται σε ατομικές μερίδες. Με βάση την αρχή της ισοδυναμίας το ποσό της εφάπαξ παροχής ισούται με τη συσσωρευμένη αξία των εισφορών κατά την ημερομηνία αποχώρησης. Η συσσώρευση των εισφορών θα γίνει με το πλασματικό ποσοστό επιστροφής, το οποίο προκύπτει από την ετήσια ποσοστιαία μεταβολή των συντάξιμων αποδοχών των ασφαλισμένων.

γ. Για την εφαρμογή των ανωτέρω περιπτώσεων α’ και β’ ισχύουν τα εξής:

Το τμήμα της απονεμόμενης εφάπαξ παροχής για τα έτη ασφάλισης από την 1.1.2014 και εφεξής προκύπτει από τον παρακάτω τύπο:

***ΠΑΡΑΛΕΙΠΕΤΑΙ ΤΥΠΟΣ

Όταν η εισφορά δεν προκύπτει ως ποσοστό επί μιας βάσης υπολογισμού εισφορών, πρέπει αυτή να μετατρέπεται ως ποσοστό επί βάσης εισφορών, ώστε αυτή η βάση εισφορών να λαμβάνεται υπόψη στον υπολογισμό του ετήσιου πλασματικού ποσοστού επιστροφής.

Για αυτούς που ασφαλίστηκαν πρώτη φορά πριν την 1.1.2014 το ποσό της εφάπαξ παροχής αποτελείται από δύο τμήματα και προκύπτει από τον παρακάτω τύπο:

*** ΠΑΡΑΛΕΙΠΕΤΑΙ ΤΥΠΟΣ

Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων καθορίζεται κάθε αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή της διάταξης αυτής.

  1. Εκκρεμείς αιτήσεις χορήγησης εφάπαξ παροχής για αποχωρήσεις από την υπηρεσία ή την εργασία ή το επάγγελμα από την 1η.9.2013 και εφεξής, σε όποιο στάδιο της διοικητικής διαδικασίας και αν ευρίσκονται κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, κρίνονται ως προς τον τρόπο υπολογισμού της παροχής βάσει των διατάξεων της παραγράφου 4.
  2. Οι φορείς που χορηγούν εφάπαξ παροχή με το καθεστώς του ν. 103/1975 (Α’ 167) για χρόνους ασφάλισης μέχρι 31.12.2005, εξακολουθούν να τα καταβάλλουν οι ίδιοι σύμφωνα με όσα ορίζονται στο παρόν άρθρο.

Για τους ασφαλισμένους στο καθεστώς του ν. 103/1975, μετέπειτα Κλάδο Πρόνοιας Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. και Τομέα Πρόνοιας Ν.Π.Δ.Δ. του Τ.Π.Δ.Υ., δεν απαιτείται ελάχιστος χρόνος ασφάλισης για θεμελίωση δικαιώματος χορήγησης εφάπαξ παροχής με το καθεστώς του ν. 103/1975 (Α’ 167) από τα Ν.Π.Δ.Δ.

Η εφάπαξ παροχή, την οποία δικαιούνται οι αποχωρούντες ασφαλισμένοι, υπολογίζεται με βάση τα οριζόμενα στην παράγραφο 4α, για όλο τον χρόνο υπηρεσίας τους που έχει διανυθεί από 1.10.1975 έως 31.12.2013 και καταβάλλεται κατ’ αναλογία από το νομικό πρόσωπο, στο οποίο ετηρείτο ο λογαριασμός του ν. 103/1975 (Α’ 167) και στον οποίο ήταν ασφαλισμένος ο υπάλληλος στις 31.12.2005 ή πριν την ημερομηνία αυτή σε περίπτωση μετάταξης/ μεταφοράς και το υπόλοιπο ποσό από το Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. για το χρονικό διάστημα ασφάλισης έως 31.12.2013 σε οποιοδήποτε ταμείο, τομέα, κλάδο ή λογαριασμό πρόνοιας που εντάσσεται σε αυτό.

Για το χρονικό διάστημα από την 1.1.2014 και εφεξής η εφάπαξ παροχή υπολογίζεται και αποδίδεται από τον οικείο φορέα με βάση τα οριζόμενα στην περίπτωση β’ της παραγράφου 4.

Σε περίπτωση ανεπάρκειας των σχηματιζόμενων κεφαλαίων του οικείου λογαριασμού του ν. 103/1975 για την καταβολή του αναλογούντος ποσού βοηθήματος, τούτο συμπληρώνεται κατά το ποσό που υπολείπεται από το ίδιο το Ν.Π.Δ.Δ. στο οποίο τηρείτο ο λογαριασμός και σε καμιά περίπτωση δεν βαρύνει το Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. Σε περίπτωση μετατροπής, κατάργησης ή συγχώνευσης του Ν.Π.Δ.Δ., η επιβάρυνση για την κάλυψη του ανωτέρω ποσού καλύπτεται από τον προϋπολογισμό του διάδοχου εργασιακού φορέα ή τον κρατικό προϋπολογισμό σε περίπτωση μεταφοράς των υπαλλήλων στο Δημόσιο και σε καμία περίπτωση από το Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π.

  1. Στους μη δικαιούμενους εφάπαξ παροχής από υπηρεσία, εργασία ή επάγγελμα, για το οποίο ασφαλίστηκαν σε ταμείο, τομέα, κλάδο και λογαριασμό πρόνοιας ή σε περίπτωση θανάτου αυτών στους δικαιούχους τους, επιστρέφονται οι ατομικές τους εισφορές, χωρίς χρονικές προϋποθέσεις, ύστερα από αίτησή τους, η οποία υποβάλλεται μετά την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου μαζί με τη συνταξιοδοτική απόφαση, θετική ή απορριπτική του φορέα κύριας ασφάλισης.

Για επιστροφή ατομικών εισφορών που καταβλήθηκαν, σύμφωνα με τις διατάξεις των οικείων καταστατικών για χρόνο ασφάλισης έως τις 31.12.2013, το επιστρεπτέο ποσό προκύπτει σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 9 του ν. 2335/1995 (Α’ 185) και την υπουργική απόφαση Φ.80000/οικ.26625/1319/ 17.11.2006 (Β’ 1772), όπως ισχύουν. Για επιστροφή εισφορών χρονικών διαστημάτων από την 1.1.2014 και εφεξής το ύψος του επιστρεπτέου ποσού προκύπτει από τη συσσωρευμένη αξία των εισφορών στην ατομική μερίδα.

  1. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος κάθε άλλη γενική ή ειδική ή καταστατική διάταξη της νομοθεσίας που προβλέπει διαφορετικά από τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο καταργείται. Η παράγραφος 3 του άρθρου 220 του ν. 4281/2014 (Α’ 160) καταργείται από τότε που άρχισε να ισχύει.
  2. Ειδικά, η εφάπαξ παροχή που καταβάλλεται στους δικαιούχους των Τομέων Πρόνοιας του Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης και Πρόνοιας Απασχολούμενων στα Σώματα Ασφαλείας (Τ.Ε.Α.Π.Α.Σ.Α.), του Ταμείου Αρωγής Λιμενικού Σώματος (Τ.Α.Λ.Σ.), εφεξής «Ταμεία», και τους μετόχους των Ειδικών Λογαριασμών Αλληλοβοηθείας Μετοχικών Ταμείων Στρατού, Ναυτικού και Αεροπορίας, εφεξής «Ειδικοί Λογαριασμοί», καταβάλλεται, σύμφωνα με τους όρους και προϋποθέσεις των οικείων καταστατικών διατάξεων και υπολογίζεται ως εξής:

α. Για όσους υπέβαλαν σχετική αίτηση έως την 31η.12.2014 υπολογίζεται, σύμφωνα με τις οικείες καταστατικές διατάξεις των Ταμείων και των Ειδικών Λογαριασμών.

β. Για όσους υπέβαλαν ή υποβάλλουν σχετική αίτηση μετά την 1η.1.2015, υπολογίζεται αθροιστικά, για τον μεν χρόνο μετοχικής σχέσης έως την 31η.12.2014, σύμφωνα με τις οικείες καταστατικές διατάξεις των Ταμείων και των Ειδικών Λογαριασμών, για τον δε χρόνο μετοχικής σχέσης από την 1η.1.2015 και εφεξής, σύμφωνα με την τεχνική βάση διανεμητικού συστήματος προκαθορισμένων εισφορών με νοητή κεφαλαιοποίηση (NDC), κατά το μαθηματικό τύπο της παραγράφου 4γ.

  1. Η εφάπαξ παροχή καταβάλλεται από τον Κλάδο Εφάπαξ Παροχών του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. κατ’ απόλυτη προτεραιότητα: α) στους δικαιούχους που λόγω ασθένειας, χρόνιας πάθησης ή άλλης βλάβης έχουν ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον 50%, το οποίο αποδεικνύεται με γνωμάτευση ΚΕΠΑ ή ΑΣΥΕ, β) στους δικαιούχους που είναι γονείς ή νόμιμοι κηδεμόνες ατόμων που έχουν ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον 50% το οποίο αποδεικνύεται με γνωμάτευση ΚΕΠΑ ή ΑΣΥΕ, γ) στους δικαιούχους που συνταξιοδοτούνται με βάση τις διατάξεις του ν. 612/1977 (Α’ 164) είτε με βάση τις διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτές και ισχύουν κάθε φορά ή με βάση τις διατάξεις που αναφέρονται στα πρόσωπα του τετάρτου εδαφίου της περίπτωσης α’ της παραγράφου 1 των άρθρων 1 και 26 π.δ. 169/2007 (Α’ 210) είτε με βάση τις διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτές όπως ισχύουν κάθε φορά και δ) στους δικαιούχους που λαμβάνουν επίδομα σύμφωνα με το άρθρο 42 του ν. 1140/1981 (Α’ 68).

Εφόσον δεν υπάρχουν δικαιούχοι που εμπίπτουν στις ως άνω περιπτώσεις, η εφάπαξ παροχή καταβάλλεται από τον Κλάδο Εφάπαξ Παροχών του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. κατά προτεραιότητα σε περιπτώσεις: α) θανάτου του/της συζύγου ή τέκνου του δικαιούχου εφάπαξ παροχής και β) θανάτου του δικαιούχου εφάπαξ παροχής, στην/στον σύζυγο και στα τέκνα αυτού.

  1. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων μετά από γνώμη του Δ.Σ. του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π., ρυθμίζεται κάθε αναγκαίο θέμα που προκύπτει κατά την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.»

Άρθρο 32

Αντικατάσταση του άρθρου 36 και προσθήκη άρθρου 36Α στον ν. 4387/2016

Το άρθρο 36 του ν. 4387/2016 αντικαθίσταται και προστίθεται άρθρο 36Α ως εξής:

«Άρθρο 36
Καταβολή εισφορών επί παράλληλης απασχόλησης και τρόπος υπολογισμού της σύνταξης επί παράλληλης απασχόλησης

  1. Οι ασφαλισμένοι του Ε.Φ.Κ.Α. οι οποίοι ασκούν παράλληλα δύο ή περισσότερες επαγγελματικές δραστηριότητες, μισθωτού ή αυτοτελώς απασχολούμενου ή ελεύθερου επαγγελματία ή ασφαλισμένου στον πρώην ΟΓΑ, καταβάλλουν για κάθε ασκούμενη επαγγελματική δραστηριότητα τις ασφαλιστικές εισφορές που προβλέπονται από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου. Ειδικότερα :

α) Σε περιπτώσεις μισθωτών που πραγματοποιούν παράλληλα περισσότερες της μιας μισθωτές απασχολήσεις σε διαφορετικούς εργοδότες, καταβάλλονται για κάθε μισθωτή απασχόληση οι εισφορές για κύρια σύνταξη που προβλέπονται στο άρθρο 38 και έως του ανωτάτου ορίου ασφαλιστέων αποδοχών της παραγράφου 2 του άρθρου 38, όπως ισχύει. Ως προς την εργοδοτική εισφορά το ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών εφαρμόζεται χωριστά για κάθε εργοδότη. Στις περιπτώσεις αυτές, για όσους υποχρεούνται σε καταβολή εισφοράς επικουρικής ασφάλισης ή εφάπαξ παροχής, καταβάλλονται αντίστοιχα για κάθε μισθωτή απασχόληση οι εισφορές που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 97 ή οι εισφορές μισθωτών του άρθρου 35, σύμφωνα με τις ειδικότερες προβλέψεις και κατά τα ποσοστά που προβλέπονται στα άρθρα αυτά.

β) Σε περιπτώσεις αυτοτελώς απασχολουμένων που παράλληλα ασκούν και ελεύθερο επάγγελμα ή επάγγελμα υπαγόμενο στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ, καταβάλλεται με ελεύθερη επιλογή του ασφαλισμένου μία ασφαλιστική εισφορά κύριας σύνταξης από τις προβλεπόμενες έξι (6) ασφαλιστικές κατηγορίες της παραγράφου 1 του άρθρου 39, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 39.

Σε περιπτώσεις αυτοτελώς απασχολουμένων που παράλληλα ασκούν και ελεύθερο επάγγελμα ή επάγγελμα υπαγόμενο στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ, καταβάλλεται με ελεύθερη επιλογή του ασφαλισμένου μία ασφαλιστική εισφορά υγειονομικής περίθαλψης από τις προβλεπόμενες έξι (6) ασφαλιστικές κατηγορίες της παραγράφου 3 ή της παραγράφου 6 του άρθρου 41 αντιστοίχως, σύμφωνα με τις παραγράφους 3 και 5 του άρθρου 41.

Στις ανωτέρω περιπτώσεις και εφόσον υποχρεούται ο ασφαλισμένος σε καταβολή εισφοράς επικουρικής ασφάλισης ή εφάπαξ παροχής, καταβάλλεται αντίστοιχα, με ελεύθερη επιλογή του ασφαλισμένου, μία ασφαλιστική εισφορά επικουρικής ασφάλισης από τις προβλεπόμενες τρεις (3) ασφαλιστικές κατηγορίες της παραγράφου 3 του άρθρου 97 σύμφωνα με τη παράγραφο 4 του άρθρου 97 και μία ασφαλιστική εισφορά εφάπαξ παροχής από τις προβλεπόμενες τρεις (3) ασφαλιστικές κατηγορίες της περίπτωσης γ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 35, σύμφωνα με τις περιπτώσεις γα’ και γβ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 35.

Ειδικά στις περιπτώσεις ιδιοκτητών τουριστικών καταλυμάτων της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του ν. 4276/2014 (Α’ 155), τα οποία λειτουργούν είτε βάσει Ειδικού Σήματος Λειτουργίας είτε έχουν υπαχθεί στο καθεστώς γνωστοποίησης του ν. 4442/2016 δυναμικότητας έως και πέντε (5) δωματίων σε ολόκληρη την Επικράτεια, καθώς και όλων των τουριστικών καταλυμάτων τα οποία λειτουργούν είτε βάσει Ειδικού Σήματος Λειτουργίας, είτε έχουν υπαχθεί στο καθεστώς γνωστοποίησης του ν. 4442/2016 δυναμικότητας από 6 έως και 10 δωματίων σε όλη την Επικράτεια, που είναι παράλληλα εγγεγραμμένοι στο Μητρώο Αγροτών και Αγροτικών Εκμεταλλεύσεων (Μ.Α.Α.Ε.), οι οποίοι υπάγονται στην ασφάλιση του ΟΓΑ για άλλη δραστηριότητα, καταβάλλεται κατ’ επιλογή του ασφαλισμένου μία ασφαλιστική εισφορά από τις προβλεπόμενες έξι (6) ασφαλιστικές κατηγορίες της παραγράφου 1 του άρθρου 40. Ο χρόνος ασφάλισης θεωρείται ότι διανύθηκε στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ.

γ) Για τους μισθωτούς που παράλληλα αυτοαπασχολούνται ή ασκούν ελεύθερο επάγγελμα ή επάγγελμα υπαγόμενο στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ καταβάλλεται για τις εισφορές της κύριας σύνταξης υποχρεωτικά η ασφαλιστική εισφορά του άρθρου 38, ως μηναία εισφορά μισθωτού και εργοδότη και κατά τα ποσοστά που προβλέπονται στο άρθρο αυτό. Για τους μισθωτούς που παράλληλα αυτοαπασχολούνται ή ασκούν ελεύθερο επάγγελμα ή επάγγελμα υπαγόμενο στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ, καταβάλλεται για τις εισφορές της υγειονομικής περίθαλψης υποχρεωτικά η ασφαλιστική εισφορά της παραγράφου 1 του άρθρου 41, ως μηναία εισφορά μισθωτού και εργοδότη και κατά τα ποσοστά που προβλέπονται στο άρθρο αυτό.

  1. Η ανωτέρω συνολική μηνιαία εισφορά μισθωτού και εργοδότη για την κύρια σύνταξη του άρθρου 38 δεν είναι δυνατόν να υπολείπεται του ποσού της εισφοράς της δεύτερης ασφαλιστικής κατηγορίας της παραγράφου 1 του άρθρου 39 για τους μισθωτούς που παράλληλα αυτοαπασχολούνται ή ασκούν ελεύθερο επάγγελμα ή της παραγράφου 1 του άρθρου 40 για τους ασφαλισμένους του πρώην ΟΓΑ.

Η ανωτέρω εισφορά για υγειονομική περίθαλψη δεν είναι δυνατόν να υπολείπεται του ποσού της εισφοράς της δεύτερης ασφαλιστικής κατηγορίας της παραγράφου 2 του άρθρου 41 για τους μισθωτούς που παράλληλα αυτοαπασχολούνται ή ασκούν ελεύθερο επάγγελμα και της παραγράφου 6 του άρθρου 41 για τους ασφαλισμένους του πρώην ΟΓΑ.

Στην περίπτωση που η συνολική εισφορά κύριας σύνταξης του άρθρου 38, ως μηνιαία εισφορά μισθωτού και εργοδότη και κατά τα ποσοστά που προβλέπονται στο άρθρο αυτό, υπολείπεται του ποσού της δεύτερης ασφαλιστικής κατηγορίας της παραγράφου 1 του άρθρου 39 για τους μισθωτούς που παράλληλα αυτοαπασχολούνται ή ασκούν ελεύθερο επάγγελμα ή της παραγράφου 1 του άρθρου 40 για τους ασφαλισμένους του πρώην ΟΓΑ καταβάλλεται η διαφορά από τον ασφαλισμένο.

Στην περίπτωση που η εισφορά υγειονομικής περίθαλψης της παραγράφου 1 του άρθρου 41, ως μηναία εισφορά μισθωτού και εργοδότη και κατά τα ποσοστά που προβλέπονται στο άρθρο αυτό, υπολείπεται του ποσού της δεύτερης ασφαλιστικής κατηγορίας της παραγράφου 2 του άρθρου 40 για τους μισθωτούς που παράλληλα αυτοαπασχολούνται ή ασκούν ελεύθερο επάγγελμα ή της παραγράφου 6 του άρθρου 40 για τους ασφαλισμένους του πρώην ΟΓΑ, καταβάλλεται η διαφορά από τον ασφαλισμένο.

Για τον υπολογισμό της ανωτέρω εισφοράς κύριας σύνταξης του άρθρου 38 και υγειονομικής περίθαλψης του άρθρου 41, υπολογίζονται οι συνολικές μηνιαίες εισφορές μισθωτού και εργοδότη, στις οποίες δεν συμπεριλαμβάνονται οι εισφορές μισθωτού και εργοδότη επί των δώρων και του επιδόματος αδείας των μισθωτών.

  1. Ειδικά για τους μισθωτούς που παράλληλα ασφαλίζονται για πρώτη φορά ως αυτοτελώς απασχολούμενοι ή ελεύθεροι επαγγελματίες, η ανωτέρω συνολική μηνιαία εισφορά μισθωτού και εργοδότη για την κύρια σύνταξη του άρθρου 38 και για υγειονομική περίθαλψη του άρθρου 41 δεν είναι δυνατόν να υπολείπεται αντιστοίχως και σύμφωνα με τις ρυθμίσεις της προηγούμενης περίπτωσης i, του ποσού της εισφοράς της πρώτης ασφαλιστικής κατηγορίας της παραγράφου 1 του άρθρου 39 και της παραγράφου 2 του άρθρου 41. Η ανωτέρω ρύθμιση ισχύει για πέντε (5) έτη από την έναρξη ασκήσεως του επαγγέλματος, κατόπιν υποβολής σχετικής αιτήσεως. Χρήση του ευεργετήματος αυτού είναι δυνατή μόνο μία φορά. Σε περίπτωση διακοπής της ασκήσεως του επαγγέλματος του ελεύθερου επαγγελματία ή αυτοτελώς απασχολούμενου δεν είναι δυνατή η συνέχιση ή επανέναρξη του ως άνω ευεργετήματος. Η δυνατότητα καταβολής της ανωτέρω μειωμένης εισφοράς δεν αποτελεί ασφαλιστική οφειλή και δεν αναζητείται.

iii. Οι μισθωτοί που απασχολούνται παράλληλα ως αυτοτελώς απασχολούμενοι ή ελεύθεροι επαγγελματίες ή σε επάγγελμα υπαγόμενο στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ έχουν τη δυνατότητα να επιλέγουν, κατόπιν αιτήσεως, υψηλότερη ασφαλιστική κατηγορία εισφορών κύριας σύνταξης της παραγράφου 1 του άρθρου 39 για τους μισθωτούς που παράλληλα αυτοαπασχολούνται ή ασκούν ελεύθερο επάγγελμα ή της παραγράφου 1 του άρθρου 40 για τους ασφαλισμένους του πρώην ΟΓΑ από αυτήν στην οποία υποχρεωτικά υπάγονται σύμφωνα με τις υποπεριπτώσεις i) και ii) της περίπτωσης γ’ της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. Η παράγραφος 2 του άρθρου 39 και αντίστοιχα η παράγραφος 2 του άρθρου 40, σχετικά με τη διαδικασία και την υποβολή της αίτησης επιλογής ανώτερης ασφαλιστικής κατηγορίας εφαρμόζονται και στην περίπτωση αυτή. Σε περίπτωση που η συνολική εισφορά του άρθρου 38 υπολείπεται του ποσού της εισφοράς της εκάστοτε ασφαλιστικής κατηγορίας που επιλέγεται, καταβάλλεται η διαφορά από τον ασφαλισμένο. Στην περίπτωση αυτή δεν καταβάλλεται επιπλέον εισφορά υγειονομικής περίθαλψης των παραγράφων 2 και 6 του άρθρου 41 αντίστοιχα.

  1. Μισθωτοί που παράλληλα αμείβονται με δελτία παροχής υπηρεσιών από το φυσικό ή νομικό πρόσωπο στο οποίο παρέχουν μισθωτή εργασία ή σε συνδεδεμένα με αυτά πρόσωπα κατά την έννοια της περίπτωσης ζ’ του άρθρου 2 του ν. 4172/2013 (Α’ 167), εφαρμόζονται αναλογικά ως προς το ύψος, τον τρόπο υπολογισμού και τον υπόχρεο καταβολής της εισφοράς, οι διατάξεις του άρθρου 38.
  2. Για τους μισθωτούς που παράλληλα αυτοαπασχολούνται ή ασκούν ελεύθερο επάγγελμα ή επάγγελμα υπαγόμενο στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ και υποχρεούνται σε καταβολή εισφοράς επικουρικής ασφάλισης καταβάλλεται για τις εισφορές της επικουρικής ασφάλισης υποχρεωτικά η ασφαλιστική εισφορά της παραγράφου 1 του άρθρου 97, ως μηναία εισφορά μισθωτού και εργοδότη και κατά τα ποσοστά που προβλέπονται στο άρθρο αυτό. Η εισφορά αυτή δεν είναι δυνατόν να υπολείπεται του ποσού της εισφοράς της πρώτης ασφαλιστικής κατηγορίας της παραγράφου 3 του άρθρου 97. Σε περίπτωση που υπολείπεται, καταβάλλεται η διαφορά από τον ασφαλισμένο. Οι ασφαλισμένοι αυτοί διατηρούν τη δυνατότητα να επιλέγουν, κατόπιν αιτήσεως, υψηλότερη ασφαλιστική κατηγορία εισφορών επικουρικής ασφάλισης, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 97. Σε περίπτωση που η συνολική εισφορά της παραγράφου 1 του άρθρου 97 υπολείπεται του ποσού της εισφοράς της εκάστοτε ασφαλιστικής κατηγορίας που επιλέγεται, καταβάλλεται η διαφορά από τον ασφαλισμένο.

Για τους μισθωτούς που παράλληλα αυτοαπασχολούνται ή ασκούν ελεύθερο επάγγελμα ή επάγγελμα υπαγόμενο στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ και υποχρεούνται σε καταβολή εισφοράς εφάπαξ παροχής, καταβάλλεται για τις εισφορές της εφάπαξ παροχής υποχρεωτικά η ασφαλιστική εισφορά μισθωτών του άρθρου 35, σύμφωνα με τις ειδικότερες προβλέψεις και κατά τα ποσοστά που προβλέπονται στο άρθρο αυτό. Η εισφορά αυτή δεν είναι δυνατόν να υπολείπεται του ποσού της εισφοράς της πρώτης ασφαλιστικής κατηγορίας της περίπτωσης γ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 35. Σε περίπτωση που υπολείπεται, καταβάλλεται η διαφορά από τον ασφαλισμένο. Οι ασφαλισμένοι αυτοί διατηρούν την δυνατότητα να επιλέγουν, κατόπιν αιτήσεως, υψηλότερη ασφαλιστική κατηγορία εισφορών εφάπαξ παροχής, σύμφωνα με τις περιπτώσεις γα’ και γβ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 35. Σε περίπτωση που η συνολική εισφορά μισθωτών του άρθρου 35 υπολείπεται του ποσού της εισφοράς της εκάστοτε ασφαλιστικής κατηγορίας που επιλέγεται, καταβάλλεται η διαφορά από τον ασφαλισμένο.

  1. Όλες οι ανωτέρω ρυθμίσεις των υποπεριπτώσεων i έως v της περίπτωσης γ’ εφαρμόζονται και για τους δικηγόρους με έμμισθη εντολή. Ειδικά για τους δικηγόρους με έμμισθη εντολή καταβάλλεται για τις εισφορές της επικουρικής ασφάλισης υποχρεωτικά η ασφαλιστική εισφορά της παραγράφου 3 του άρθρου 97, σύμφωνα με την ειδική διάταξη της παραγράφου 4 του αρθρου 97 και για τις εισφορές εφάπαξ παροχής υποχρεωτικά η ασφαλιστική εισφορά της περίπτωσης γ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 35, σύμφωνα με την ειδική διάταξη της υποπερίπτωσης γγ’ της περίπτωσης γ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 35.
  2. Οι ασφαλισμένοι της παραγράφου 1.γ) για υγειονομική περίθαλψη υπάγονται υποχρεωτικά στην ασφάλιση του φορέα, κλάδου ή τομέα που εντάχθηκαν στον Ε.Φ.Κ.Α. και καταβάλλουν την ασφαλιστική εισφορά του άρθρου 38.
  3. α. Ασφαλισμένοι ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην ασφάλιση, για τους οποίους προέκυπτε βάσει γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων, όπως αυτές ίσχυαν έως την έναρξη του ν. 4387/2016 για κάθε φορέα, τομέα, κλάδο ή λογαριασμό που εντάχθηκε στον Ε.Φ.Κ.Α., υποχρεωτική ασφάλιση σε δύο ή περισσότερους φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς για την αυτή απασχόληση, καταβάλλουν τις προβλεπόμενες στο άρθρο 38 ασφαλιστικές εισφορές.

β. Οι παλαιοί ασφαλισμένοι κατά την έννοια των διατάξεων του ν. 2084/1992, μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, εξακολουθούν να έχουν προαιρετικά το δικαίωμα καταβολής δεύτερης εισφοράς στον Ε.Φ.Κ.Α., κατόπιν υποβολής σχετικής αίτησης. Στην περίπτωση αυτή καταβάλλουν το συνολικό ποσοστό εισφοράς ασφαλισμένου και εργοδότη, σύμφωνα με τα προβλε-πόμενα στο άρθρο 38.

  1. α. Τα ανωτέρω οριζόμενα στη παράγραφο 3, εφαρμόζονται αντίστοιχα για την υγειονομική περίθαλψη, την επικουρική ασφάλιση και την εφάπαξ παροχή. Ειδικά για την εφάπαξ παροχή η παράγραφος 3β καταλαμβάνει και τους νέους ασφαλισμένους κατά την έννοια των διατάξεων του ν. 2084/1992.

β. Σε περίπτωση μισθωτών που παράλληλα αυτοαπασχολούνται ή ασκούν ελεύθερο επάγγελμα ή επάγγελμα υπαγόμενο στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ καταβάλλονται υπέρ ΟΑΕΔ μόνο οι προβλεπόμενες για τους μισθωτούς εισφορές. Εάν δεν προβλέπεται η καταβολή εισφοράς υπέρ ΟΑΕΔ για τη μισθωτή εργασία ή την έμμισθη εντολή, καταβάλλεται η εισφορά υπέρ ΟΑΕΔ του ελεύθερου επαγγελματία και υπέρ του Λογαριασμού Αγροτικής Εστίας (ΛΑΕ) για τους ασφαλισμένους του πρώην ΟΓΑ.

  1. Σε περίπτωση παράλληλης ασφάλισης για υγειονομική περίθαλψη αφενός σε εντασσόμενο στον Ε.Φ.Κ.Α. φορέα, τομέα, κλάδο ή λογαριασμό και αφετέρου σε μη εντασσόμενο στον Ε.Φ.Κ.Α. φορέα, τομέα, κλάδο ή λογαριασμό, ο ασφαλισμένος διατηρεί το δικαίωμα να επιλέξει κατόπιν αιτήσεώς του, την ασφάλισή του για υγειονομική περίθαλψη στον φορέα εκτός Ε.Φ.Κ.Α. καταβάλλοντας την προβλεπόμενη εισφορά του φορέα που επιλέγει.
  2. Τα ανωτέρω εφαρμόζονται αναλογικά και για τα πρόσωπα της παραγράφου 1α. του άρθρου 4 του ν. 4387/2016.
  3. Καταργείται το άρθρο 39 του ν. 2084/1992, καθώς και κάθε άλλη διάταξη που ρυθμίζει διαφορετικά τα θέματα του παρόντος.
  4. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων καθορίζονται οι λεπτομέρειες για την εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων.

Άρθρο 36Α
Αξιοποίηση του χρόνου παράλληλης απασχόλησης και τρόπος υπολογισμού της σύνταξης

  1. Χρονικά διαστήματα παράλληλης ασφάλισης που έχουν διανυθεί έως τις 31.12.2016 και για τα οποία έχουν καταβληθεί ασφαλιστικές εισφορές θεωρούνται διακριτοί, αυτοτελείς χρόνοι κύριας ασφάλισης.
  2. Χρονικά διαστήματα παράλληλης απασχόλησης μετά την 1.1.2017 για τα οποία έχουν καταβληθεί περισσότερες της μιας ασφαλιστικές εισφορές θεωρούνται ενιαίος χρόνος ασφάλισης για κύρια σύνταξη.
  3. Κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης απονομής κύριας σύνταξης, το χρονικό διάστημα που έχει διανυθεί μετά την 1.1.2017 και για το οποίο έχουν καταβληθεί ασφαλιστικές εισφορές παράλληλης απασχόλησης προσμετράται κατ’ επιλογή του ασφαλισμένου στον ασφαλιστικό χρόνο ενός από τους εντασσόμενους στον Ε.Φ.Κ.Α. πρώην φορείς, στον οποίο έχουν καταβληθεί ασφαλιστικές εισφορές για την θεμελίωση αυτοτελούς συνταξιοδοτικού δικαιώματος.
  4. α. Η κύρια σύνταξη στις ανωτέρω περιπτώσεις υπολογίζεται ως ακολούθως:

Χρόνος ασφάλισης με τον οποίο θεμελιώνεται συνταξιοδοτικό δικαίωμα, καθώς και χρόνος ασφάλισης που έχει διανυθεί από την 1.1.2017 και εντεύθεν, λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό της εθνικής και ανταποδοτικής σύνταξης σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 8 και 28 του παρόντος.

Για χρόνο ασφάλισης έως 31.12.2016 που δεν έχει ληφθεί υπόψη για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος, χορηγείται επιπλέον παροχή για κάθε έτος που έχει καταβληθεί επιπλέον εισφορά, η οποία υπολογίζεται με ετήσιο ποσοστό αναπλήρωσης 0,075% για καθεμία ποσοστιαία μονάδα (1%) επιπλέον εισφοράς. Ο συντάξιμος μισθός σε αυτή την περίπτωση προκύπτει λαμβάνοντας υπόψη τη βάση υπολογισμού της επί πλέον εισφοράς.

β. Για τον υπολογισμό της επικουρικής σύνταξης και της εφάπαξ παροχής, στις ανωτέρω περιπτώσεις εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 96 και 35 αντίστοιχα, του ν. 4387/2016, όπως ισχύει.

  1. Ειδικότερα τα ποσοστά αναπλήρωσης των ειδικών κατηγοριών στρατιωτικών που προβλέπονται στο άρθρο 41 του α.ν. 1854/1951, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 3 παράγραφοι 1-3 του ν. 148/1975 και συμπληρώθηκε στις παραγραφους 2 και 3 περίπτωση δ’ με το άρθρο 2 του ν. 1282/1982, και με τις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 8 του ν. 2084/1992, καθώς και με τις διατάξεις του άρθρου 41 του π.δ. 169/2007, όπως ισχύει, προσαυξάνονται πέραν των ποσοστών του πίνακα 2 της παραγράφου 5 του άρθρου 8 και κατά ποσοστό 1,5% επιπλέον για κάθε έτος μετά το τεσσαρακοστό πέμπτο.
  2. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων καθορίζονται οι λεπτομέρειες για την εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων.»

Άρθρο 33

Αντικατάσταση του άρθρου 47 του ν. 4387/2016

Το υπό γ) στοιχείο της παραγράφου 2 του άρθρου 37 του ν. 4387/2016 τροποποιείται, το υπό δ) στοιχείο της ίδιας παραγράφου καταργείται και η παράγραφος 3 του άρθρου 37 του ν. 4387/2016 τροποποιείται. Το άρθρο 37 του ν. 4387/2016 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 37
Προαιρετική συνέχιση ασφάλισης

  1. Το άρθρο 18 εφαρμόζεται αναλόγως και στους ασφαλισμένους του ιδιωτικού τομέα, με την επιφύλαξη των ακόλουθων παραγράφων.
  2. α. Για την προαιρετική ασφάλιση των ασφαλισμένων του ιδιωτικού τομέα καταβάλλεται μηνιαία εισφορά κατ’ αναλογία των προβλεπόμενων στα άρθρα 38, 39 και 40.

β. Ειδικότερα ο προαιρετικά ασφαλισμένος μισθωτός καταβάλλει μηνιαίως για τον κλάδο κύριας ασφάλισης και λοιπών παροχών το συνολικό ποσοστό ασφαλιστικής εισφοράς εργαζόμενου - εργοδότη στο ύψος που έχει διαμορφωθεί και ισχύει κατά τον χρόνο υπαγωγής στην προαιρετική ασφάλιση.

Το ως άνω ποσοστό υπολογίζεται επί του μέσου όρου των μηνιαίων αποδοχών επί των οποίων καταβλήθηκαν ασφαλιστικές εισφορές κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο πριν από τη διακοπή της υποχρεωτικής ασφάλισης, αναπροσαρμοζόμενων κατά τον τρόπο που προβλέπεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 8 του παρόντος.

Για παροχές ασθένειας σε είδος από τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. και για παροχές σε χρήμα από τον Κλάδο Παροχών του Ε.Φ.Κ.Α., ο προαιρετικά ασφαλισμένος μισθωτός καταβάλλει μηνιαίως εξ ολοκλήρου το σύνολο της εισφοράς ασφαλισμένου και εργοδότη στο ύψος που εκάστοτε έχει διαμορφωθεί, υπολογιζόμενης αντιστοίχως επί των αποδοχών όπως προβλέπεται για την κύρια σύνταξη.

γ. Προκειμένου περί αυτοτελώς απασχολούμενων, ελευθέρων επαγγελματιών και των υπαγόμενων προσώπων στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ, καταβάλλεται μηνιαία εισφορά σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 39 και της παραγράφου 1 του άρθρου 40 του παρόντος.

Τα πρόσωπα που συνεχίζουν προαιρετικά την ασφάλισή τους βάσει των διατάξεων του άρθρου 20 παράγραφος 4 του ν. 4488/2017 (Α’ 137) καταβάλλουν μηνιαία εισφορά σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 39 του παρόντος.

Για παροχές ασθένειας σε είδος από τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. και για παροχές σε χρήμα από τον Κλάδο Παροχών του Ε.Φ.Κ.Α., ο προαιρετικά ασφαλισμένος καταβάλλει μηνιαίως εξ ολοκλήρου το σύνολο της εισφοράς στο ύψος που εκάστοτε έχει διαμορφωθεί.

  1. Οι αυτοτελώς απασχολούμενοι, ελεύθεροι επαγγελματίες και τα υπαγόμενα πρόσωπα στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ μπορούν να υπαχθούν σε καθεστώς προαιρετικής ασφάλισης εφόσον δεν υπάρχει οφειλή από οποιαδήποτε αιτία του ασφαλισμένου προς τον φορέα ή, σε περίπτωση οφειλής, έχουν υπαχθεί σε καθεστώς ρύθμισης, της οποίας οι όροι τηρούνται καθ’ όλη τη διάρκεια της υπαγωγής στην προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης.
  2. Οι διατάξεις των άρθρων 42 του ν. 2084/1992 (Α’ 165), 41 του α.ν. 1846/1951 (Α’ 179), 22 παράγραφος 1 του ν. 1654/1986 (Α’ 177), 26 παράγραφος 14 του ν. 4075/2012 (Α’ 89), καθώς και κάθε άλλη αντίθετη διάταξη καταργείται.»

Άρθρο 34

Αντικατάσταση του άρθρου 38 του ν. 4387/2016

Οι παράγραφοι 1, 2, 3 και 9 του άρθρου 38 του ν. 4387/2016 (Α’ 85) τροποποιούνται, η παράγραφος 4 του ιδίου άρθρου καταργείται και οι παράγραφοι 5, 6, 7, 8 και 9, όπως το τελευταίο τροποποιείται, και 10, αναριθμούνται σε 4, 5, 6, 7, 8, 9 αντίστοιχα και προστίθεται νέα παράγραφος 10. Το άρθρο 38 του ν. 4387/2016 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 38
Εισφορές μισθωτών και εργοδοτών

  1. Το συνολικό ποσοστό εισφοράς κύριας σύνταξης ασφαλισμένου μισθωτού και εργοδότη ορίζεται σε 20% επί των πάσης φύσεως αποδοχών των εργαζομένων με εξαίρεση τις κοινωνικού χαρακτήρα έκτακτες παροχές λόγω γάμου, γεννήσεως τέκνων, θανάτου και βαριάς αναπηρίας. Το ανωτέρω ποσοστό κατανέμεται κατά 6,67% σε βάρος των ασφαλισμένων και κατά 13,33% σε βάρος των εργοδοτών, συμπεριλαμβανομένων από την 1.1.2017 και του Δημοσίου και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 4 και 5 του παρόντος.

Το ανωτέρω ποσοστό εργοδοτικής εισφοράς καταβάλλεται μειωμένο για τις περιπτώσεις εργοδοτών που εντάσσονται στο πρόγραμμα επιδότησης μηνιαίων ασφαλιστικών εισφορών των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα ηλικίας έως εικοσιπέντε (25) ετών που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 86 του ν. 4583/2018 (Α’ 212) και της αρίθμ. Δ.15/Δ’/3220/72/26.2.2019 κοινής απόφασης των Υπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Οικονομικών (Β’ 681).

  1. Το ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών για τον υπολογισμό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς των μισθωτών και των εργοδοτών ορίζεται στο ποσό των έξι χιλιάδων πεντακοσίων ευρώ, αναπροσαρμοζόμενο από 1.1.2023 έως 31.12.2024 κατ’ έτος με διαπιστωτική πράξη του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, κατά το ποσοστό μεταβολής του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή του προηγούμενου έτους. Σε περίπτωση αρνητικής τιμής του ως άνω ποσοστού, το ποσόν των ασφαλιστέων αποδοχών παραμένει στα επίπεδα του προηγουμένου έτους. Από 1.1.2025 και εφεξής το ανώτατο όριο των ασφαλιστέων αποδοχών προσαυξάνεται κατ’ έτος κατά τον δείκτη μεταβολής μισθών σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 8.
  2. Καταβάλλεται ασφαλιστική εισφορά για τον κλάδο σύνταξης ποσοστού 20%, επιμεριζόμενη κατά ποσοστό 6,67% για τον εργαζόμενο και 13,33% για τον εργοδότη, διατηρούμενου σε ισχύ του τεκμηρίου υπέρ της μισθωτής εργασίας της ρύθμισης του άρθρου 2 παράγραφος 1 του α.ν. 1846/1951, για τις ακόλουθες, ιδίως, κατηγορίες ασφαλισμένων:

α. Ασφαλισμένοι που υπάγονταν στην ασφάλιση του Τομέα Ασφάλισης Ναυτικών Πρακτόρων και Υπαλλήλων του ΟΑΕΕ ως έμμισθοι ασφαλισμένοι, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην κοινωνική ασφάλιση.

β. Ασφαλισμένοι που έως την έναρξη ισχύος του παρόντος υπάγονταν στην ασφάλιση του ΕΤΑΑ και παρέχουν εξαρτημένη εργασία, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην κοινωνική ασφάλιση.

γ. Πρόσωπα που κατέχουν θέση διευθυντή, γενικού διευθυντή, εντεταλμένου, διευθύνοντος ή συμπράττοντος συμβούλου, διοικητή εταιρείας ή συνεταιρισμού, εφόσον συνδέονται με σχέση εξαρτημένης εργασίας για τις εισπραττόμενες αμοιβές, των ανωτέρω ποσοστών υπολογιζομένων επί του συνολικού ποσού των αμοιβών.

δ. Πρόσωπα που διορίζονται ως μέλη Διοικητικού Συμβουλίου Α.Ε. και λαμβάνουν αμοιβή, των ανωτέρω ποσοστών υπολογιζομένων επί της αμοιβής κατ’ αποκοπή, καθώς και οι διαχειριστές όλων των νομικών μορφών των Εταιρειών πλην ΙΚΕ.

Ειδικά για τα ανωτέρω μέλη Διοικητικού Συμβουλίου Α.Ε., σε περίπτωση που η καταβληθείσα σύμφωνα με τα ανωτέρω ασφαλιστική εισφορά αντιστοιχεί ή υπερβαίνει το ποσό εισφοράς επι του βασικού μισθού μισθωτού θεωρείται ότι ο ασφαλισμένος έχει συμπληρώσει 25 ημέρες ασφάλισης κατά μήνα.

Εάν η καταβληθείσα σύμφωνα με τα ανωτέρω ασφαλιστική εισφορά υπολείπεται του ως άνω ποσού εισφοράς επί του βασικού ποσού μισθωτού, ως χρόνος ασφάλισης κατά μήνα λαμβάνεται το πηλίκο της καταβληθείσας ασφαλιστικής εισφοράς δια του ποσού εισφοράς επί του βασικού μισθού μισθωτού, πολλαπλασιαζόμενο επί 25.

ε. Μέλη Δ.Σ. αγροτικών συνεταιρισμών εφόσον λαμβάνουν αμοιβή, των ανωτέρω ποσοστών υπολογιζομένων επί της αμοιβής.

Ειδικά για τα ανωτέρω μέλη Διοικητικού Συμβουλίου αγροτικών συνεταιρισμών ή σε περίπτωση που η καταβληθείσα σύμφωνα με τα ανωτέρω ασφαλιστική εισφορά αντιστοιχεί ή υπερβαίνει το ποσό εισφοράς επι του βασικού μισθού μισθωτού θεωρείται ότι ο ασφαλισμένος έχει συμπληρώσει είκοσι πέντε (25) ημέρες ασφάλισης κατά μήνα.

Εάν η καταβληθείσα σύμφωνα με τα ανωτέρω ασφαλιστική εισφορά υπολείπεται του ως άνω ποσού εισφοράς επί του βασικού ποσού μισθωτού, ως χρόνος ασφάλισης κατά μήνα λαμβάνεται το πηλίκο της καταβληθείσας ασφαλιστικής εισφοράς δια του ποσού εισφοράς επί του βασικού μισθού μισθωτού, πολλαπλασιαζόμενο επί 25.

στ. Δικηγόροι με έμμισθη εντολή, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής τους στην κοινωνική ασφάλιση, για το εισόδημα που προέρχεται από τη διαρκή σχέση παροχής υπηρεσιών.

ζ. Ασφαλισμένοι, οι οποίοι έως την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου υπάγονταν στην ασφάλιση του ΟΓΑ ως μισθωτοί, ανειδίκευτοι εργάτες, μετακλητοί πολίτες τρίτων χωρών.

Ο σχετικός χρόνος ασφάλισης θεωρείται χρόνος ασφάλισης στο πρώην ΙΚΑ - ΕΤΑΜ.

η. Ασφαλισμένοι μισθωτοί, οι οποίοι, σύμφωνα με τις γενικές, ειδικές ή καταστατικές διατάξεις εκάστου Τομέα, όπως ίσχυαν έως την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, υπάγονταν στην ασφάλιση του Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Προσωπικού Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης (ΕΤΑΠ-ΜΜΕ), καταργούμενης κάθε άλλης διάταξης που ρυθμίζει διαφορετικά το θέμα.

Υπόχρεος για την καταβολή της εργοδοτικής εισφοράς είναι οποιοδήποτε πρόσωπο, φυσικό ή νομικό, για λογαριασμό του οποίου οι ασφαλισμένοι του παρόντος άρθρου παρέχουν τις υπηρεσίες τους περιοδικά έναντι παροχής. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται και στις κατηγορίες αυτές οι πάσης φύσεως διατάξεις περί εισφορών του πρώην ΙΚΑ-ΕΤΑΜ.

  1. Παραμένουν στο ύψος που προβλεπόταν μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος, οι 23.10.2015 ασφαλιστικές εισφορές των εργαζομένων, που εμπίπτουν στις κατηγορίες που εξαιρέθηκαν από την αύξηση των ορίων ηλικίας της υποπαραγράφου Ε3 της παραγράφου Ε του άρθρου 2 του ν. 4336/2015, σύμφωνα με την αριθμ. Φ11321/οικ.47523/1570/23.10.2015 απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (Β’ 2311), καθώς και των εργαζομένων που υπάγονται στις διατάξεις των άρθρων 20 και 21 του ν. 3863/2010 (Α’ 115), όπως ισχύει, καθώς και όσων για την απασχόλησή τους δεν υπάγονταν στον κλάδο σύνταξης του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, αλλά υπάγονταν είτε αποκλειστικά και μόνο για τον κίνδυνο του ατυχήματος είτε εκτός αυτού και στον κλάδο παροχών ασθενείας σε είδος. Στο ίδιο ύψος παραμένουν και οι αντίστοιχες εργοδοτικές εισφορές.
  2. Τα ποσοστά εισφορών των ασφαλισμένων που υπάγονται ή θα υπάγονταν βάσει των γενικών ή ειδικών ή καταστατικών διατάξεων, όπως ίσχυαν έως την έναρξη ισχύος του παρόντος, στο ΝΑΤ, υπολογίζονται μηνιαίως επί του βασικού μισθού που δεν μπορεί να είναι κατώτερος από τον προβλεπόμενο στην ισχύουσα ή την τελευταία ισχύσασα συλλογική σύμβαση εργασίας του κλάδου, πλέον των επιδομάτων που προβλέπονται στα άρθρα 84 και 85 του π.δ. 913/1978. Οι εισφορές καταβάλλονται ανά τρίμηνο.
  3. Οι εισφορές δηλώνονται από τον εργοδότη στην Αναλυτική Περιοδική Δήλωση, σύμφωνα με την νομοθεσία του ΙΚΑ- ΕΤΑΜ, ως ισχύει.
  4. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων καθορίζονται οι απαιτούμενες διαδικασίες για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου σχετικά με τις εισφορές των κατά την παράγραφο 4 εξαιρούμενων κατηγοριών ασφαλισμένων, την ενσωμάτωση αυτών στα πληροφοριακά συστήματα και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του άρθρου αυτού.
  5. Από τις 15.9.2016 η εισφορά που προβλέπεται στο άρθρο 3 παράγραφος δ, στο άρθρο 4 παράγραφος γ’ του ν.δ. 465/1941 (Α’ 301), στο άρθρο 36 παράγραφος 2 του ν.δ. 158/1946 (Α’ 318), στο άρθρο 3 παράγραφος Γ’ του ν. 1872/1951 (Α’ 202), στο άρθρο 4 παράγραφος 3 περίπτωση β’ του ν. 4041/1960 (Α’ 36), στο άρθρο 4 του ν.δ. 4547/1966 (Α’ 192), στα άρθρα 11, 14 και 15 του α.ν. 248/1967 (Α’ 243), στα άρθρα 2, 3 και 8 του ν. 1344/1973 (Α’ 36), στο άρθρο 6 παράγραφος 5 του ν. 1866/1989 (Α’ 222), στους ν. 248/1967, 1989/1991, καθώς και στην Φ. 146/1/10978/1969 καταργείται.
  6. Από την 1.7.2016 οι αποδοχές των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα, καθώς και οι ασφαλιστικές εισφορές και ο φόρος μισθωτών υπηρεσιών κατατίθενται από τους εργοδότες μέσω τραπεζικού λογαριασμού και μεταφέρονται αντιστοίχως και αποδίδονται από την οικεία Τράπεζα στους λογαριασμούς των δικαιούχων μισθωτών, των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης και του Δημοσίου.

Από την 1.7.2019 οι αποζημιώσεις απόλυσης των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα και ο αντίστοιχος φόρος της παραγράφου 3 του άρθρου 15 του ν. 4172/2013 (Α’ 167) κατατίθενται από τους εργοδότες μέσω λογαριασμού πληρωμών και μεταφέρονται αντιστοίχως και αποδίδονται από τον οικείο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών στους λογαριασμούς των δικαιούχων μισθωτών και του Δημοσίου.

Για τον σκοπό αυτόν κάθε υπόχρεος εργοδότης υπογράφει σχετική σύμβαση με Τράπεζα που επιλέγει. Κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων.

  1. Οι διατάξεις του άρθρου 141 παράγραφος 2 του ν. 3655/2008 (Α’ 58) εφαρμόζονται στις ασφαλισμένες που καταβάλλουν ασφαλιστικές εισφορές σύμφωνα με τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο.»

Άρθρο 35

Αντικατάσταση του άρθρου 39 του ν. 4387/2016

Το άρθρο 39 του ν. 4387/2016 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 39
Εισφορές αυτοτελώς απασχολουμένων και ελεύθερων επαγγελματιών

  1. Για την καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών, οι αυτοτελώς απασχολούμενοι και οι ελεύθεροι επαγγελματίες ασφαλισμένοι του Ε.Φ.Κ.Α. κατατάσσονται από την 1.1.2020 σε έξι (6) ασφαλιστικές κατηγορίες, ως προς τις οποίες το ποσό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς κύριας σύνταξης αντιστοιχεί ως εμφαίνεται στον κατωτέρω πίνακα:

Ασφαλιστικές κατηγορίες

Ποσά εισφορών κύριας σύνταξης σε ευρώ

1η κατηγορία

155

2η κατηγορία

186

3η κατηγορία

236

4η κατηγορία

297

5η κατηγορία

369

6η κατηγορία

500

  1. Οι ασφαλισμένοι κατατάσσονται με ελεύθερη επιλογή τους σε μία από τις 6 (έξι) ασφαλιστικές κατηγορίες. Η κατάταξη σε μία από τις έξι είναι υποχρεωτική. Αν ο ασφαλισμένος δεν επιλέξει ασφαλιστική κατηγορία, κατατάσσεται υποχρεωτικά στη πρώτη.

Ο ασφαλισμένος μπορεί, με αίτησή του, να επιλέξει ανώτερη ασφαλιστική κατηγορία από αυτή που υπάγεται ή, εφόσον βρίσκεται σε ανώτερη ασφαλιστική κατηγορία, να επιλέξει κατώτερη. H αίτηση επιλογής δύναται να υποβάλλεται και ηλεκτρονικά.

Αίτηση για μεταβολή ασφαλιστικής κατηγορίας δύναται να υποβάλλεται οποτεδήποτε, σε κάθε περίπτωση όμως η μετάταξη από κατηγορία σε κατηγορία θα γίνεται από την 1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους από την υποβολή της αίτησης και θα ισχύει υποχρεωτικά για όλο το επόμενο έτος από την υποβολή της αίτησης.

Κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος οι ασφαλισμένοι επιλέγουν την ασφαλιστική κατηγορία στην οποία επιθυμούν να υπαχθούν, άλλως κατατάσσονται στη πρώτη ασφαλιστική κατηγορία και καταβάλλουν τις εισφορές του Ιανουαρίου 2020 για την επιλεγείσα κατηγορία μέχρι 20 Μαρτίου 2020.

  1. Από την 1.1.2020 θεσπίζεται ειδική ασφαλιστική κατηγορία για την καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών, ως προς την οποία το ποσό της μηνιαίας εισφοράς αντιστοιχεί ως εμφαίνεται στον κατωτέρω πίνακα:

Ειδική ασφαλιστική κατηγορία 

Ποσό εισφοράς σε ευρώ

 

93

  1. Στην ειδική κατηγορία κατατάσσονται οι νέοι ελεύθεροι επαγγελματίες και αυτοτελώς απασχολούμενοι για πέντε (5) έτη από την έναρξη ασκήσεως του επαγγέλματος κατόπιν αιτήσεώς τους. Χρήση του ευεργετήματος αυτού είναι δυνατή μόνο μία φορά. Σε περίπτωση διακοπής της ασκήσεως του επαγγέλματος του ελεύθερου επαγγελματία ή αυτοτελώς απασχολούμενου, δεν είναι δυνατή η συνέχιση ή επανέναρξη του ως άνω ευεργετήματος. Η δυνατότητα καταβολής μειωμένης εισφοράς έως και μιας πενταετίας των νέων επαγγελματιών δεν αποτελεί ασφαλιστική οφειλή και δεν αναζητείται. Δεν αναζητείται επίσης ως ασφαλιστική οφειλή και η χρήση του ευεργετήματος των άρθρων 39 και 39Α για τους ασφαλισμένους της ανωτέρω κατηγορίας. Οι συνταξιούχοι που αναλαμβάνουν ασφαλιστέα εργασία στον Ε.Φ.Κ.Α. δεν εμπίπτουν στην ανωτέρω ευεργετική διάταξη.

Για τους ελεύθερους επαγγελματίες που δεν έχουν συμπληρώσει πέντε (5) έτη ασφάλισης και μέχρι τις 31.12.2019 δεν υπάγονταν σε καθεστώς καταβολής μειωμένων ασφαλιστικών εισφορών, είναι δυνατή η εφαρμογή των ανωτέρω από την 1.1.2020 και για όσο χρονικό διάστημα υπολείπεται της συμπληρώσεως πέντε (5) ετών.

  1. Οι ανωτέρω ασφαλισμένοι κατατάσσονται υποχρεωτικά για τον κλάδο υγείας στην ίδια ασφαλιστική κατηγορία που κατατάσσονται για τον κλάδο κύριας σύνταξης.
  2. Από την 1.1.2023 έως την 31.12.2024 τα ως άνω ποσά των ασφαλιστικών κατηγοριών προσαυξάνονται κατ’ έτος με διαπιστωτική πράξη του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, κατά το ποσοστό μεταβολής του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή του προηγούμενου έτους. Σε περίπτωση αρνητικής τιμής του ως άνω ποσοστού, το ποσόν της εισφοράς παραμένει στα επίπεδα του προηγουμένου έτους. Από την 1.1.2025 και εφεξής τα ως άνω ποσά των ασφαλιστικών κατηγοριών προσαυξάνονται κατ’ έτος κατά τον δείκτη μεταβολής μισθών σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 8.
  3. Υποχρέωση καταβολής των ασφαλιστικών εισφορών των παραγράφων 1-7 έχουν οι ασφαλισμένοι κατά το άρθρο 55 αυτοτελώς απασχολούμενοι και:

α. οι ελεύθεροι επαγγελματίες, οι οποίοι, σύμφωνα με τις ισχύουσες γενικές, ειδικές και καταστατικές διατάξεις, ασφαλίζονται ή αναλαμβάνουν ασφαλιστέα εργασία στον πρώην Οργανισμό Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών (ΟΑΕΕ).

β. Οι ιδιοκτήτες τουριστικών καταλυμάτων της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του ν. 4276/2014 (Α’ 155), τα οποία λειτουργούν είτε βάσει Ειδικού Σήματος Λειτουργίας είτε έχουν υπαχθεί στο καθεστώς γνωστοποίησης του ν. 4442/2016, καθώς και όλων των τουριστικών καταλυμάτων τα οποία λειτουργούν είτε βάσει Ειδικού Σήματος Λειτουργίας είτε έχουν υπαχθεί στο καθεστώς γνωστοποίησης του ν. 4442/2016, σε ολόκληρη την Επικράτεια, καθώς και το σύνολο των εταίρων σε περίπτωση ιδιοκτησίας ή εκμετάλλευσης τουριστικών καταλυμάτων από εταιρεία, οποιασδήποτε νομικής μορφής εκτός των ΙΚΕ, και σε περίπτωση Α.Ε. τα μέλη του Δ.Σ. των Α.Ε. που είναι μέτοχοι κατά ποσοστό 3% τουλάχιστον, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 1β) του άρθρου 36 του παρόντος. Ο ανωτέρω χρόνος ασφάλισης θεωρείται χρόνος ασφάλισης του πρώην ΟΑΕΕ. Κάθε άλλη διάταξη που ρυθμίζει αντίθετα το θέμα καταργείται.

γ. Οι αυτοτελώς απασχολούμενοι, οι οποίοι, σύμφωνα με τις ισχύουσες γενικές, ειδικές και καταστατικές διατάξεις και το άρθρο 20 του ν. 4488/2017 (Α’ 137), ασφαλίζονται ή αναλαμβάνουν ασφαλιστέα εργασία στο πρώην Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Αυτοαπασχολουμένων (ΕΤΑΑ).

δ. Οι ασφαλισμένοι που αναφέρονται στην αριθ. Φ.11321/59554/2170/22.12.2016 (Β’ 4569) απόφαση του Υφυπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.

  1. Οι παράγραφοι 1-7 εφαρμόζονται και: α) στους υγειονομικούς που αμείβονται κατά πράξη και περίπτωση, β) στους δικηγόρους που βρίσκονται σε αναστολή άσκησης δικηγορίας, γ) στους διαχειριστές των Ιδιωτικών Κεφαλαιουχικών Εταιρειών (ΙΚΕ) που ορίστηκαν με το καταστατικό ή με απόφαση των εταίρων, δ) στον μοναδικό εταίρο Μονοπρόσωπης Ιδιωτικής Κεφαλαιουχικής Εταιρείας.
  2. Στους ασφαλισμένους της παραγράφου 1 που αμείβονται με δελτίο παροχής υπηρεσιών και για τους οποίους προκύπτει ότι το εισόδημά τους προέρχεται από την απασχόλησή τους σε έως δύο φυσικά ή νομικά πρόσωπα, εφαρμόζονται αναλογικά, ως προς το ύψος, τον τρόπο υπολογισμού και τον υπόχρεο καταβολής της εισφοράς, οι διατάξεις του άρθρου 38.

Αν η υπαγωγή του ασφαλισμένου στη ρύθμιση της παρούσας παραγράφου αμφισβητείται, μπορούν να υποβληθούν αντιρρήσεις ενώπιον του Ε.Φ.Κ.Α. από οποιονδήποτε συμβαλλόμενο.

Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων καθορίζονται η διαδικασία των αντιρρήσεων, ο τρόπος έκδοσης των σχετικών αποφάσεων, οι όροι και οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

  1. α. Ειδικά για τους δικηγόρους, καταβάλλεται υπέρ του Ε.Φ.Κ.Α. ποσοστό 20% επί της ελάχιστης αμοιβής ανά δικηγορική πράξη ή παράσταση, για την οποία προβλέπεται από την κείμενη νομοθεσία έκδοση γραμματίου προείσπραξης. Ο οικείος Δικηγορικός Σύλλογος αποστέλλει στον Ε.Φ.Κ.Α. τη σχετική συγκεντρωτική κατάσταση ανά δικηγόρο. Τα ποσά που έχουν καταβληθεί με την ανωτέρω διαδικασία, αφαιρούνται από τις εισφορές που οφείλει ο δικηγόρος για τον κλάδο σύνταξης, επικουρικής ασφάλισης, εφάπαξ παροχής και υγειονομικής περίθαλψης. Ειδικά για τους δικηγόρους που απασχολούνται με έμμισθη εντολή, τα ποσά αυτά αφαιρούνται από την εισφορά του ασφαλισμένου.

β. Αν τα ποσά που καταβάλλονται βάσει των ανωτέρω ρυθμίσεων υπολείπονται της εισφοράς, ο ασφαλισμένος καταβάλλει τη διαφορά σε χρήμα.

γ. Αν τα ποσά που καταβλήθηκαν υπερβαίνουν τη μηνιαία εισφορά που οφείλεται, δεν επιστρέφονται, αλλά συμψηφίζονται με την ετήσια ασφαλιστική οφειλή του αντίστοιχου έτους. Εάν οι καταβληθείσες εισφορές από τα γραμμάτια προείσπραξης υπερβαίνουν την ετήσια εισφορά, τα αντίστοιχα ποσά είτε επιστρέφονται ως αχρεωστήτως καταβληθέντα, είτε συμψηφίζονται με την επόμενη ή επόμενες χρήσεις.

  1. α. Από 1.7.2016 καταργούνται διατάξεις των άρθρων 10 του ν. 4114/1960 «Περί Κώδικος Ταμείου Νομικών» (Α’ 164), 6 του Οργανισμού Ταμείου Ασφάλισης Συμβολαιογράφων (136/167/16.2/7.3.1988,(Β’ 131) απόφαση Υπουργού Κοινωνικών Ασφαλίσεων), 4 του Κανονισμού του Κλάδου Υγείας του ΤΑΣ (π.δ. 113/1987, (Α’ 65)), 4 του β.δ. της 6/22.9.1956 (Α’ 209), 4 του α.ν. 2682/1940 (Α’ 411), 37 του ν. 4507/1966 (Α’ 71), 4 του π.δ. 73 της 18/29.2.1984 (Α’ 24), 7 παράγραφος Ζ’ του ν. 4043/2012 (Α’ 25) και το π.δ. 197 της 6/14.4.1989 (Α’ 93) που προβλέπουν ένσημα υπέρ της κοινωνικής ασφάλισης για τους δικηγόρους, συμβολαιογράφους, δικαστικούς επιμελητές και υποθηκοφύλακες. Ομοίως, καταργούνται οι πάσης φύσεως εισφορές των συμβολαιογράφων υπέρ των Τομέων Ασφάλισης Νομικών, Ασφάλισης, Πρόνοιας και Υγείας Συμβολαιογράφων του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολούμενων (ΕΤΑΑ) επί των δικαιωμάτων τους από τη σύνταξη συμβολαίων και πράξεων. Ειδικώς, τα καταργούμενα ποσοστά επί των αναλογικών δικαιωμάτων στα κρατικά - τραπεζικά συμβόλαια των άρθρων προσαυξάνουν αντιστοίχως τα ποσοστά υπέρ του οικείου Συμβολαιογραφικού Συλλόγου, προς τον οποίο αποδίδονται, προκειμένου να διανεμηθούν, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 120 του Κώδικα Συμβολαιογράφων (ν. 2830/2000, Α’ 96).

β. Από την 1.1.2017 καταργείται η εισφορά υπέρ του πρώην ΤΕΑΔ (νυν Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π.) επί του ενσήμου επικυρώσεως της περίπτωσης δ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 30 του ν.δ. 4114/1960 (Α’ 164), όπως προστέθηκε με την περίπτωση α’ της παραγράφου 8 του άρθρου 22 του ν. 1868/1989 (Α’ 230).

  1. Από την 1.1.2017 ο Ε.Φ.Κ.Α. συνεισπράττει με τις ασφαλιστικές εισφορές και την εισφορά που προβλέπεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 44 του ν. 3986/2011 (Α’ 152) υπέρ του Ειδικού Λογαριασμού Ανεργίας υπέρ των Αυτοτελώς και Ανεξάρτητα Απασχολούμενων - Κλάδου ασφαλισμένων ΟΑΕΕ και ΕΤΑΠ - ΜΜΕ, και υπέρ των Αυτοτελώς και Ανεξάρτητα Απασχολούμενων - Κλάδου ασφαλισμένων ΕΤΑΑ, την οποία αποδίδει στον ΟΑΕΔ.
  2. Οι ασφαλιστικές εισφορές καταβάλλονται σε μηνιαία βάση, με καταληκτική ημερομηνία καταβολής την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα που αυτές αφορούν. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ε.Φ.Κ.Α. δύναται να παρατείνεται η καταληκτική ημερομηνία σε ειδικές συνθήκες ή σε περιπτώσεις τεχνικών προβλημάτων που οδηγούν στη μη έγκαιρη ανάρτηση των ειδοποιητηρίων.
  3. Από την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016 καταργούνται οι πόροι που προβλέπονται στις διατάξεις των περιπτώσεων β, ε, ιγ’ και ιη’ της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του ν. 2326/1940 (Α’ 145), των άρθρων 9, 10, 11 και 14 του ν. 915/1979 (Α’ 103), της παραγράφου 34 του άρθρου 27 του ν. 2166/1993 (Α’ 137), της παραγράφου 2 του άρθρου 18 του ν. 3232/2004 (Α’ 48) και της παραγράφου 1 του άρθρου 150 του ν. 3655/2008 (Α’ 58).
  4. Οι διατάξεις του άρθρου 141 παράγραφος 2 του ν. 3655/2008 (Α’ 58) εφαρμόζονται στις ασφαλισμένες που καταβάλλουν ασφαλιστικές εισφορές σύμφωνα με τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο.»

Άρθρο 36

Αντικατάσταση του άρθρου 40 του ν. 4387/2016

Το άρθρο 40 του ν. 4387/2016 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«Άρθρο 40
Εισφορές ασφαλισμένων στον ΟΓΑ

  1. Για την καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών οι ασφαλισμένοι του πρώην ΟΓΑ, κατατάσσονται από την 1.1.2020 σε έξι (6) ασφαλιστικές κατηγορίες, των οποίων η μηνιαία ασφαλιστική εισφορά για τον κλάδο κύριας σύνταξης αντιστοιχεί ως εξής:

Ποσά μηνιαίων εισφορών κλάδου σύνταξης σε ευρώ

Ασφαλιστικές κατηγορίες

Για το 2020

Για το 2021

Για το 2022

1η κατηγορία

87

89

91

2η κατηγορία

104

107

110

3η κατηγορία

132

136

139

4η κατηγορία

166

171

175

5η κατηγορία

207

212

218

6η κατηγορία

280

288

295

  1. Οι ασφαλισμένοι κατατάσσονται με ελεύθερη επιλογή τους σε μία από τις (έξι) ασφαλιστικές κατηγορίες. Η κατάταξη σε μία από τις έξι (6) ασφαλιστικές κατηγορίες είναι υποχρεωτική. Αν ο ασφαλισμένος δεν επιλέξει ασφαλιστική κατηγορία, αυτός κατατάσσεται υποχρεωτικά στην πρώτη ασφαλιστική κατηγορία.

Ο ασφαλισμένος μπορεί, με αίτησή του, να επιλέξει ανώτερη ασφαλιστική κατηγορία από αυτή που υπάγεται ή, εφόσον βρίσκεται σε ανώτερη ασφαλιστική κατηγορία, να επιλέξει κατώτερη αυτής ασφαλιστική κατηγορία. H αίτηση επιλογής ασφαλιστικής κατηγορίας δύναται να υποβάλλεται και ηλεκτρονικά.

Αίτηση για μεταβολή ασφαλιστικής κατηγορίας δύναται να υποβάλλεται οποτεδήποτε, σε κάθε περίπτωση όμως, η μετάταξη από κατηγορία σε κατηγορία θα γίνεται από την 1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους από την υποβολή της αίτησης και θα ισχύει υποχρεωτικά για όλο το επόμενο έτος από την υποβολή της αίτησης.

Σε πρώτη εφαρμογή του παρόντος οι ασφαλισμένοι επιλέγουν την ασφαλιστική κατηγορία στην οποία επιθυμούν να υπαχθούν, άλλως κατατάσσονται στην πρώτη ασφαλιστική κατηγορία και καταβάλλουν τις εισφορές του Ιανουαρίου 2020 για την επιλεγείσα κατηγορία μέχρι 20 Μαρτίου 2020.

  1. Οι ανωτέρω ασφαλισμένοι κατατάσσονται υποχρεωτικά για τον κλάδο υγείας στην ίδια ασφαλιστική κατηγορία που κατατάσσονταιγια τον κλάδο κύριας σύνταξης.
  2. Από την 1.1.2023 έως την 31η.12.2024 τα κατά τις παραγράφους 1 και 6 ποσά των ασφαλιστικών κατηγοριών προσαυξάνονται κατ’ έτος με διαπιστωτική πράξη του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, κατά το ποσοστό μεταβολής του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή του προηγούμενου έτους. Σε περίπτωση αρνητικής τιμής του ως άνω ποσοστού το ποσόν της εισφοράς παραμένει στα επίπεδα του προηγουμένου έτους. Από 1.1.2025 και εφεξής τα ως άνω ποσά των ασφαλιστικών κατηγοριών προσαυξάνονται κατ’ έτος κατά τον δείκτη μεταβολής μισθών σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 8.
  3. Υποχρέωση καταβολής των ασφαλιστικών εισφορών των παραγράφων 1-3 έχουν:

α. Οι ασφαλισμένοι κατά το άρθρο 55 του ν. 4387/2016, αγρότες και λοιπές κατηγορίες, οι οποίοι, σύμφωνα με τις ισχύουσες γενικές, ειδικές και καταστατικές διατάξεις, ασφαλίζονται ή αναλαμβάνουν ασφαλιστέα εργασία στον πρώην Οργανισμό Γεωργικών Ασφαλίσεων (ΟΓΑ).

β. Οι ασφαλισμένοι, οι οποίοι, σύμφωνα με τις ισχύουσες γενικές, ειδικές ή καταστατικές διατάξεις, υπάγονται στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ, και οι οποίοι απασχολούνται εποχικά για χρονικό διάστημα μέχρι 150 ημέρες ετησίως σε επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις, οι οποίες μεταποιούν, τυποποιούν και διακινούν προϊόντα εδάφους, κτηνοτροφίας, αλιείας, δασοπονίας, θηραματοπονίας και κάθε είδους εκτροφών, και οι οποίοι συνεχίζουν να ασφαλίζονται ως αυτοτελώς απασχολούμενοι αγρότες, εξαιρούμενοι της ασφαλίσεώς τους ως μισθωτών για την απασχόλησή τους αυτή. Το συνολικό χρονικό διάστημα των 150 ημερών μπορεί να κατανεμηθεί κατά τη διάρκεια του έτους, σύμφωνα με τις ανάγκες της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης.

γ. Τα πρόσωπα που έχουν υπαχθεί στο μέτρο της πρώιμης παύσης της γεωργικής δραστηριότητας σε εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΟΚ) αριθμ. 1096/88 του Συμβουλίου της 25ης Απριλίου 1988, σχετικά με την καθιέρωση κοινοτικού καθεστώτος για την ενθάρρυνση της παύσης της γεωργικής δραστηριότητας. Η ένταξη στο ανωτέρω μέτρο δεν αποτελεί λόγο διακοπής της ασφάλισης των αγροτών στον Ε.Φ.Κ.Α., τόσο για τους δικαιούχους όσο και για τις συζύγους τους. Κατά τη διάρκεια εφαρμογής του μέτρου, και μέχρι συμπληρώσεως του εξηκοστού εβδόμου έτους της ηλικίας τους, οι εντασσόμενοι σε αυτό αγρότες και οι σύζυγοί τους, λογίζονται ως ενεργοί αγρότες σε ό,τι αφορά στα ασφαλιστικά τους δικαιώματα και την ιατροφαρμακευτική τους περίθαλψη. Τα ανωτέρω ισχύουν ακόμα και σε περίπτωση που το μέτρο λήξει πριν τη συμπλήρωση του εξηκοστού εβδόμου έτους ηλικίας των εντασσομένων σε αυτό.

δ. Οι κατά κύριο επάγγελμα, τουλάχιστον για μία πενταετία, αγρότες, όπως ορίζονται από το Μητρώο Αγροτών και Αγροτικών Εκμεταλλεύσεων (Μ.Α.Α.Ε), καθώς και στα φυσικά πρόσωπα που εντάσσονται σε επιδοτούμενα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης νέων γεωργών, που εγκαθιστούν φωτοβολταϊκά συστήματα συνολικής ισχύος μέχρι 100kW.

  1. Από την 1.1.2020 οι ασφαλισμένοι στον Λογαριασμό Αγροτικής Εστίας του ΟΓΑ, καταβάλλουν την ακόλουθη εισφορά:

Ποσά μηνιαίων εισφορών αγροτικής εστίας σε ευρώ

Ασφαλιστικές κατηγορίες

 

1η κατηγορία

2

2η κατηγορία

2

3η κατηγορία

3

4η κατηγορία

3

5η κατηγορία

4

6η κατηγορία

6

Η εισφορά υπέρ αγροτικής εστίας συνεισπράττεται με τις εισφορές για τον κλάδο σύνταξης.

  1. Οι ασφαλιστικές εισφορές καταβάλλονται σε μηνιαία βάση, με καταληκτική ημερομηνία καταβολής την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα που αυτές αφορούν κατά το άρθρο 39 παράγραφος 13 ως ισχύει. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ε.Φ.Κ.Α. δύναται να παρατείνεται η καταληκτική ημερομηνία σε ειδικές συνθήκες ή σε περιπτώσεις τεχνικών προβλημάτων που οδηγούν στη μη έγκαιρη ανάρτηση των ειδοποιητηρίων.
  2. Οι διατάξεις του άρθρου 34 του ν. 1140/1981 (Α’ 68), του άρθρου 2 του ν. 2458/1997 (Α’ 15), καθώς και της παραγράφου 7 της υποπαραγράφου ΙΑ.6 της παραγράφου ΙΑ’ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (Α’ 222), σε ό,τι αφορά στο ανώτατο όριο ηλικίας καταργούνται.
  3. Οι διατάξεις του άρθρου 141 παράγραφος 2 του ν. 3655/2008 (Α’ 58) εφαρμόζονται στις ασφαλισμένες που καταβάλλουν ασφαλιστικές εισφορές σύμφωνα με τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο.»

Άρθρο 37

Αντικατάσταση του άρθρου 41 του ν. 4387/2016

Οι παράγραφοι 2, 3 και 4 του άρθρου 41 του ν. 4387/2016 τροποποιούνται και προστίθενται νέες παράγραφοι 5, 6 και 7. Το άρθρο 41 του ν. 4387/2016 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 41. Ασφαλιστικές εισφορές υγειονομικής περίθαλψης

  1. Από την 1.1.2017, η ασφαλιστική εισφορά υπέρ υγειονομικής περίθαλψης των μισθωτών και των λοιπών κατηγοριών που υπάγονται στον ΕΟΠΥΥ, των οποίων οι ασφαλιστικές εισφορές κλάδου σύνταξης υπολογίζονται κατά τα προβλεπόμενα του παρόντος νόμου, ορίζεται σε ποσοστό 7,10% επί των πάσης φύσεως αποδοχών και κατανέμεται κατά ποσοστό 6,45% για παροχές σε είδος, εκ του οποίου 2,15% βαρύνει τον ασφαλισμένο και 4,30% βαρύνει τον εργοδότη, και ποσοστό 0,65% για παροχές σε χρήμα, εκ του οποίου 0,40% βαρύνει τον ασφαλισμένο και 0,25% βαρύνει τον εργοδότη.
  2. Από την 1.1.2020 για την καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών κλάδου υγείας, οι αυτοτελώς απασχολούμενοι και οι ανεξάρτητοι επαγγελματίες κατατάσσονται σε έξι (6) ασφαλιστικές κατηγορίες, των οποίων η μηνιαία ασφαλιστική εισφορά αντιστοιχεί ως εξής:

Ποσά εισφορών σε ευρώ

Ασφαλιστικές κατηγορίες

ΥΓΕΙΑ ΣΕ ΧΡΗΜΑ

ΥΓΕΙΑ ΣΕ ΕΙΔΟΣ

1η κατηγορία

5

50

2η κατηγορία

6

60

3η κατηγορία

6

60

4η κατηγορία

6

60

5η κατηγορία

6

60

6η κατηγορία

6

60

  1. Από την 1.1.2020 θεσπίζεται ειδική κατηγορία για την καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών της οποίας η μηνιαία ασφαλιστική εισφορά αντιστοιχεί ως εξής:

Ποσά εισφορών σε ευρώ

ΥΓΕΙΑ ΣΕ ΧΡΗΜΑ

ΥΓΕΙΑ ΣΕ ΕΙΔΟΣ

3

30

Στην ειδική αυτή κατηγορία κατατάσσονται οι νέοι επαγγελματίες και αυτοτελώς απασχολούμενοι έως και πέντε (5) έτη από την έναρξη ασκήσεως του επαγγέλματος κατόπιν αιτήσεώς τους. Χρήση του ευεργετήματος αυτού είναι δυνατή μόνο μία φορά. Σε περίπτωση διακοπής της ασκήσεως του επαγγέλματος του ελεύθερου επαγγελματία ή αυτοτελώς απασχολούμενου δεν είναι δυνατή η συνέχιση ή επανέναρξη του ως άνω ευεργετήματος. Δυνατότητα καταβολής μειωμένης εισφοράς έως και μιας πενταετίας των νέων επαγγελματιών δεν αποτελεί ασφαλιστική οφειλή και δεν αναζητείται. Δεν αναζητείται επίσης ως ασφαλιστική οφειλή και η χρήση του ευεργετήματος των άρθρων 39 και 39 Α’ για τους ασφαλισμένους κάτω πενταετίας του ν. 4387/2016. Οι συνταξιούχοι οι οποίοι αναλαμβάνουν ασφαλιστέα εργασία στον Ε.Φ.Κ.Α. δεν εμπίπτουν στην ανωτέρω ευεργετική διάταξη.

  1. Οι ασφαλισμένοι της παραγράφου 2 κατατάσσονται υποχρεωτικά για τον κλάδο υγείας στην ίδια ασφαλιστική κατηγορία που επιλέγουν για τον κλάδο κύριας σύνταξης.
  2. Από την 1.1.2020 η ασφαλιστική εισφορά υπέρ υγειονομικής περίθαλψης των ασφαλισμένων του πρώην ΟΓΑ ορίζεται ως εξής:

Ασφαλιστικές κατηγορίες

ΥΓΕΙΑ ΣΕ ΧΡΗΜΑ

ΥΓΕΙΑ ΣΕ ΕΙΔΟΣ

1η κατηγορία

3

29

2η κατηγορία

3

35

3η κατηγορία

3

35

4η κατηγορία

3

35

5η κατηγορία

3

35

6η κατηγορία

3

35

  1. Από την 1.1.2020 έως την 31.1.2024 τα κατά την προηγούμενη παράγραφο ποσά των ασφαλιστικών κατηγοριών προσαυξάνονται κατ’ έτος με διαπιστωτική πράξη του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, κατά το ποσοστό μεταβολής του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή του προηγούμενου έτους. Σε περίπτωση αρνητικής τιμής του ως άνω ποσοστού το ποσό τηςεισφοράς παραμένει στα επίπεδα του προηγουμένου έτους. Από την 1.1.2025 και εφεξής τα ως άνω ποσά των ασφαλιστικών κατηγοριών προσαυξάνονται κατ’ έτος κατά τον δείκτη μεταβολής μισθών σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 8.
  2. Οι ασφαλισμένοι της παραγράφου 6 κατατάσσονται υποχρεωτικά για τον κλάδο υγείας στην ίδια ασφαλιστική κατηγορία που επιλέγουν για τον κλάδο κύριας σύνταξης.
  3. Για τη χορήγηση ασφαλιστικής ικανότητας και παροχών υγειονομικής περίθαλψης σε είδος από 1.1.2020 και εφεξής απαιτούνται για μεν τους μισθωτούς η πραγματοποίηση τουλάχιστον (50) ημερών εργασίας κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος, ή κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο πριν από την ημερομηνία προσέλευσης ή επέλευσης του ασφαλιστικού κινδύνου, για τους δε μη μισθωτούς η συμπλήρωση δύο (2) τουλάχιστον μηνών ασφάλισης κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος, ή κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο πριν από την ημερομηνία προσέλευσης ή επέλευσης του ασφαλιστικού κινδύνου και εφόσον έχουν καταβληθεί οι απαιτούμενες ασφαλιστικές εισφορές σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 23 του ν. 4529/2018 (Α’ 56). Κατ’ εξαίρεση κάθε αντίθετης διάταξης και των οριζομένων στο άρθρο αυτό, ειδικά για το έτος 2020, η ασφαλιστική ικανότητα των μη μισθωτών, που είναι ασφαλιστικά ικανοί την 28η Φεβρουαρίου 2020, παρατείνεται μέχρι την ολοκλήρωση της εκκαθάρισης των ασφαλιστικών εισφορών έτους 2019 και σε κάθε περίπτωση όχι πέραν της 30ής Ιουνίου 2020.
  4. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων ρυθμίζεται κάθε αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή του παρόντος.

Άρθρο 38

Αντικατάσταση του άρθρου 42 του ν. 4387/2016

Το άρθρο 42 του ν. 4387/2016 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«Άρθρο 42
Εκκαθάριση οφειλών ασφαλιστικών εισφορών εργατών γης

Το άρθρο 22 του ν. 3863/2010 (Α’ 115), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

  1. Τα πρόσωπα της παραγράφου 1 περίπτωση Γ του άρθρου 20 του παρόντος υπάγονται στην ασφάλιση του Ε.Φ.Κ.Α. (πρώην ΟΓΑ) ανεξαρτήτως των ημερών εργασίας τους ανά έτος.
  2. Οι παρακρατούμενες εισφορές ορίζονται σε ποσοστό 10% επί της αξίας των καταβαλλόμενων αμοιβών και καλύπτουν την κύρια σύνταξη, την υγειονομική περίθαλψη και τον Λογαριασμό Αγροτικής Εστίας (ΛΑΕ). Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων το ανωτέρω ποσοστό μπορεί να αυξομειώνεται.
  3. Οι ημέρες εργασίας των προσώπων της παραγράφου 1 περίπτωση Γ του άρθρου 20 του παρόντος, υπολογίζονται ανά έτος με βάση τις αμοιβές τους και προκύπτουν από τη διαίρεση του συνόλου των καταβληθεισών εντός του έτους αμοιβών δια του ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη της 31ης Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους σύμφωνα με την Ε.ΓΣ.Σ.Ε., όπως ισχύει για εργαζόμενους ηλικίας άνω των 25 ετών, και από την 1.1.2019 διά του κατωτάτου ημερομισθίου εργατοτεχνίτη που προβλέπεται στην αριθμ. οικ. 4241/ 127/30.1.2019 υπουργική απόφαση (Β’ 173).

Οι ως άνω προκύπτουσες ημέρες εργασίας θεωρείται ότι έχουν πραγματοποιηθεί κατά τον μήνα εξόφλησης των εργοσήμων.

Προκειμένου τα ανωτέρω πρόσωπα να τύχουν λοιπών παροχών από τον Λογαριασμό Αγροτικής Εστίας (ΛΑΕ), πρέπει να έχουν πραγματοποιήσει τουλάχιστον 150 ημέρες εργασίας κατά το τρέχον ημερολογιακό έτος ή το προηγούμενο δωδεκάμηνο.

  1. Ημέρες εργασίας άνω των 300 κατά έτος, που έχουν υπολογιστεί σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρούσα διάταξη, δεν λαμβάνονται υπόψη και δεν μεταφέρονται σε άλλο έτος.
  2. Τα ανωτέρω πρόσωπα που έχουν πραγματοποιήσει 150 ημέρες εργασίας και άνω κατά έτος, ασφαλίζονται στον Ε.Φ.Κ.Α. (πρώην ΟΓΑ) για ολόκληρο το έτος.

Για όσους έχουν πραγματοποιήσει ημέρες εργασίας λιγότερες των 150 κατά έτος, ο χρόνος ασφάλισης υπολογίζεται σε μήνες, όπως αυτοί προκύπτουν από τη διαίρεση του συνόλου των ημερών εργασίας δια του 25. Υπόλοιπο ημερών εργασίας άνω των δώδεκα, ανά έτος, λογίζεται ως μήνας.

  1. α. Εάν από το εργόσημο προκύπτει χρόνος ασφάλισης για ολόκληρο το έτος (ημέρες εργασίας άνω των 150), ελέγχεται εάν οι καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές καλύπτουν την προβλεπόμενη από τις διατάξεις των άρθρων 40 και 41 παράγραφος 2 του ν. 4387/2016, όπως ίσχυαν μέχρι 31.12.2019 ελάχιστη εισφορά για κύρια σύνταξη, υγειονομική περίθαλψη και ΛΑΕ, αναγόμενη σε δωδεκάμηνη βάση.

Σε περίπτωση που οι καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές δεν καλύπτουν την ελάχιστη ετήσια εισφορά, η σχετική διαφορά αναζητείται σε ισόποσες μηνιαίες δόσεις σύμφωνα με τα προβλεπόμενα για την ετήσια εκκαθάριση ασφαλιστικών εισφορών μη μισθωτών.

Σε περίπτωση που οι καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές υπερκαλύπτουν την ελάχιστη ετήσια εισφορά, το επιπλέον ποσό δεν επιστρέφεται και λαμβάνεται υπόψη για τη λήψη παροχών.

β. Εάν από το εργόσημο προκύπτει χρόνος ασφάλισης για μήνες ασφάλισης (ημέρες εργασίας κάτω των 150), ελέγχεται εάν οι καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές καλύπτουν την προβλεπόμενη από τις διατάξεις των άρθρων 40 και 41 παράγραφος 2 του ν. 4387/2016, όπως ίσχυαν μέχρι τις 31.12.2019, ελάχιστη μηνιαία εισφορά για κύρια σύνταξη, υγειονομική περίθαλψη και ΛΑΕ, για τους μήνες ασφάλισης που έχουν προκύψει σύμφωνα με τα ανωτέρω.

Σε περίπτωση που οι καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές δεν καλύπτουν την ελάχιστη εισφορά για το σύνολο των μηνών ασφάλισης, περιορίζεται ανάλογα ο χρόνος ασφάλισης, και τυχόν επιπλέον εισφορά επιμερίζεται ισομερώς στους μήνες ασφάλισης που προκύπτουν μετά τον ανωτέρω περιορισμό του χρόνου ασφάλισης.

Εναλλακτικά ο ασφαλισμένος μπορεί με αίτηση - δήλωσή του, η οποία υποβάλλεται εντός διμήνου από την ολοκλήρωση της διαδικασίας εκκαθάρισης, να ζητήσει την καταβολή της σχετικής διαφοράς, ώστε να μην περιοριστεί ο χρόνος ασφάλισής του. Η σχετική διαφορά αναζητείται σε ισόποσες μηνιαίες δόσεις σύμφωνα με τα προβλεπόμενα για την ετήσια εκκαθάριση ασφαλιστικών εισφορών μη μισθωτών.

Σε περίπτωση που οι καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές υπερκαλύπτουν την ελάχιστη μηνιαία εισφορά για τους μήνες ασφάλισης, το επιπλέον ποσό δεν επιστρέφεται και λαμβάνεται υπόψη για τη λήψη παροχών.

γ. Εάν τα πρόσωπα της παραγράφου 1 ασκούν παράλληλα και άλλη δραστηριότητα, για την οποία βάσει γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων, όπως ισχύουν, προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης στον πρώην ΟΓΑ, υπολογίζεται η ασφαλιστική εισφορά βάσει του καθαρού φορολογητέου αποτελέσματος, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 40 και 41 παράγραφος 2 του ν. 4387/2016, όπως ίσχυαν μέχρι 31.12.2019, και σε αυτή προστίθεται η εισφορά που έχει καταβληθεί μέσω εργοσήμου.

Σε περίπτωση που το ως άνω άθροισμα των ασφαλιστικών εισφορών δεν καλύπτει την ελάχιστη εισφορά, ετήσια ή μηνιαία κατά περίπτωση, η σχετική διαφορά αναζητείται σύμφωνα με τα οριζόμενα στις περιπτώσεις α’ και β’.

Σε περίπτωση που το ως άνω άθροισμα ασφαλιστικών εισφορών καλύπτει την ελάχιστη εισφορά, ετήσια ή μηνιαία κατά περίπτωση, το επιπλέον ποσό δεν επιστρέφεται και λαμβάνεται υπόψη για τη λήψη παροχών.

Μέχρι τον προσδιορισμό του χρόνου ασφάλισης από το εργόσημο, οι ασφαλισμένοι καταβάλλουν τις ασφαλιστικές εισφορές που προκύπτουν βάσει του καθαρού φορολογητέου αποτελέσματος ή την ελάχιστη προβλεπόμενη εισφορά, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 40 και 41 παράγραφος 2 του ν. 4387/2016, όπως ίσχυαν μέχρι 31.12.2019. Τυχόν επιπλέον ποσά που έχουν καταβληθεί, πέραν των οφειλόμενων βάσει των ανωτέρω, από τον ασφαλισμένο μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας εκκαθάρισης, επιστρέφονται ως αχρεωστήτως καταβληθέντα.

δ. Εάν τα πρόσωπα της παραγράφου 1 ασκούν παράλληλα και άλλη δραστηριότητα, μισθωτή ή μη μισθωτή, για την οποία βάσει γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων, όπως ισχύουν, προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης σε άλλον, πλην ΟΓΑ, πρώην φορέα ασφάλισης, έχουν εφαρμογή οι ρυθμίσεις του άρθρου 36 παράγραφος 1 του ν. 4387/2016 όπως ίσχυε μέχρι τις 31.12.2019.

Για την εφαρμογή των ανωτέρω οι ασφαλιστικές εισφορές που έχουν καταβληθεί μέσω εργοσήμου επιμερίζονται στους μήνες ασφάλισης που προκύπτουν βάσει των αμοιβών με εργόσημο.

  1. Η έναρξη πληρωμής των ανωτέρω προσώπων με εργόσημο, καθώς και κάθε ζήτημα ή αναγκαία λεπτομέρεια ρυθμίζεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, ύστερα από γνώμη του Δ.Σ. του Ε.Φ.Κ.Α.

Οι υπ’ αριθμ. 14913/343/Φ10034/27.6.2011 (Β’ 1586) και Φ.10034/4148/133/5.3.2013 (Β’ 540) υπουργικές αποφάσεις εξακολουθούν να ισχύουν.

  1. Ειδικότερα οι διατάξεις της παραγράφου 6 εφαρμόζονται για περιόδους ασφάλισης που αφορούν τα έτη 2017, 2018 και 2019.»

Άρθρο 39

Αντικατάσταση του άρθρου 44 του ν. 4387/2016

Στην περίπτωση α’ της παραγράφου 30 του άρθρου 1 του ν. 4334/2015 (Α’ 80) προστίθεται τρίτο εδάφιο και το άρθρο 44 του ν. 4387/2016 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 44
Εισφορές υγειονομικής περίθαλψης συνταξιούχων

Η παράγραφος 31 του άρθρου 1 του ν. 4334/2015 (Α’ 80), η οποία με τις διατάξεις της περίπτωσης 2, υπο-παραγράφου Ε2 της παραγράφου Ε του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 (Α’ 94) αναριθμήθηκε σε παράγραφο 30, αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«30. α) Από την 1.7.2016 η εισφορά υγειονομικής περίθαλψης υπέρ ΕΟΠΥΥ για παροχές ασθενείας σε είδος των συνταξιούχων καθορίζεται σε ποσοστό 6%, και υπολογίζεται επί του καταβαλλόμενου ποσού κύριας σύνταξης αφού αφαιρεθούν τα ποσά που αντιστοιχούν στην Εισφορά Αλληλεγγύης Συνταξιούχων του άρθρου 38 του ν. 3863/2010 (Α’ 115) και των παραγράφων 11 και 12 του άρθρου 44 του ν. 3986/2011 (Α’ 152).

Σε περίπτωση συρροής περισσότερων της μιας κύριων συντάξεων στο ίδιο πρόσωπο, το ως άνω ποσοστό ύψους 6% υπολογίζεται στο άθροισμα των καταβαλλόμενων συντάξεων, ανεξαρτήτως αιτίας και αφού αφαιρεθούν τα ποσά που αντιστοιχούν στην Εισφορά Αλληλεγγύης Συνταξιούχων του άρθρου 38 του ν. 3863/2010 (Α’ 115), και των παραγράφων 11 και 12 του ν. 3986/2011 (Α’ 152).

Για τους δικαιούχους σύνταξης που συγχρόνως λαμβάνουν εξωιδρυματικό επίδομα, ή απολύτου αναπηρίας ή τυφλότητας δεν υπολογίζεται εισφορά υπέρ υγειονομικής περίθαλψης επί των ανωτέρω επιδομάτων.

Στην περίπτωση κατά την οποία συνταξιούχοι λαμβάνουν σύνταξη και αποδοχές από μισθωτή εργασία ή από άσκηση επαγγέλματος ή απασχόλησης, καταβάλλεται το προβλεπόμενο ποσοστό εισφοράς υπέρ υγειονομικής περίθαλψης επί της συντάξεως που λαμβάνουν, καθώς και επί των πάσης φύσεως αποδοχών τους.

β) Από την 1.1.2016 παρακρατείται εισφορά 6% υπέρ ΕΟΠΥΥ από τις επικουρικές συντάξεις, των συνταξιούχων που καλύπτονται για παροχές ασθένειας σε είδος από τον ΕΟΠΥΥ, υπολογιζόμενη επί του καταβαλλόμενου ποσού επικουρικής σύνταξης αφού αφαιρεθεί το ποσό που αντιστοιχεί στην Ειδική Εισφορά Συνταξιούχων Επικουρικής Ασφάλισης της παραγράφου 13 του άρθρου 44 του ν. 3986/2011 (Α’ 152).

Σε περίπτωση συρροής περισσότερων συντάξεων στο ίδιο πρόσωπο, εκ των οποίων η μία είναι επικουρική, το ως άνω ποσοστό ύψους 6% υπολογίζεται στο άθροισμα των καταβαλλόμενων συντάξεων, ανεξαρτήτως κατηγορίας και αφού αφαιρεθούν τα ποσά που αντιστοιχούν στην Ειδική Εισφορά Συνταξιούχων Επικουρικής Ασφάλισης της παραγράφου 13 του άρθρου 44 του ν. 3986/2011 (Α’ 152).»

Άρθρο 40

Αντικατάσταση του άρθρου 48 του ν. 4387/2016

Στην παράγραφο 2 του άρθρου 48 του ν. 4387/2016, στην οποία εμπεριέχεται το άρθρο 40 του π.δ. 422/1981 (Α’ 114), τροποποιείται η παράγραφος 4Α. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 48 του ν. 4387/2016, στην οποία εμπεριέχεται το άρθρο 44 του π.δ. 422/1981, τροποποιείται η παράγραφος 4. Τροποποιείται η παράγραφος 14 του άρθρου 48 του ν. 4387/2016. Το άρθρο 48 του ν. 4387/2016 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 48
Διατάξεις Μ.Τ.Π.Υ.

  1. Το άρθρο 49 του π.δ. 422/1981 (Α’ 114) αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 49

  1. Το μηνιαίο μέρισμα (Μ) των μετόχων του Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων (Μ.Τ.Π.Υ.) καθορίζεται ίσο με το άθροισμα (Μ = Μ.α + Μ.β):

α) του βασικού μισθού επί τον χρόνο συμμετοχής στην ασφάλιση του Μ.Τ.Π.Υ., αναγόμενο σε έτη, επί τον ετήσιο συντελεστή αναπλήρωσης (Σ), σύμφωνα με τον ακόλουθο τύπο: Υπομέρισμα Μ.α = ΒΜ * ΧΣ * Σ,

β) των λοιπών αποδοχών επί τον χρόνο συμμετοχής στην ασφάλιση του Μ.Τ.Π.Υ., για τον οποίο διενεργήθηκε επί κάθε είδους των αποδοχών αυτών και αποδόθηκε στο Μ.Τ.Π.Υ. η προβλεπόμενη κράτηση από την περίπτωση Α της παραγράφου 1 του άρθρου 26 του π.δ. 422/1981, όπως εκάστοτε ισχύει, υπέρ του Μ.Τ.Π.Υ., αναγόμενο σε έτη, επί τον ετήσιο συντελεστή αναπλήρωσης (Σ), σύμφωνα με τον ακόλουθο τύπο, ο οποίος μπορεί να δημιουργήσει περισσότερα υπομερίσματα Μ.β ανάλογα με το κατά περίπτωση επίδομα ή αποζημίωση: Υπομέρισμα Μ.β = ΛΑ * ΧΣ * Σ.

Στους ανωτέρω τύπους νοούνται τα εξής: Μ = μηνιαίο μέρισμα, Μ.α = α’ υπομέρισμα, Μ.β = β’ υπομέρισμα, ΒΜ = βασικός μισθός, ΛΑ = λοιπές αποδοχές, ΧΣ = χρόνος συμμετοχής στην ασφάλιση του Μ.Τ.Π.Υ., για τον οποίο διενεργήθηκε επί κάθε είδους αποδοχών και αποδόθηκε στο Μ.Τ.Π.Υ. η προβλεπόμενη κράτηση από την περίπτωση Α’ της παραγράφου 1 του άρθρου 26 του π.δ. 422/1981, όπως εκάστοτε ισχύει, υπέρ του Μ.Τ.Π.Υ., αναγόμενος σε έτη, Σ = ετήσιος συντελεστής αναπλήρωσης.

Για το 2016 ο ετήσιος συντελεστής αναπλήρωσης (Σ) ισούται με 0,215%.

  1. α) Ως βασικός μισθός (ΒΜ) για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου νοείται το τμήμα εκείνο των συντάξιμων αποδοχών για κύρια σύνταξη σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις, το οποίο αφορά τον βασικό μισθό και το τυχόν επίδομα χρόνου υπηρεσίας βάσει των οποίων κανονίσθηκε το πρώτον νομίμως η σύνταξη κύριας ασφάλισης του μετόχου, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις.

β) Ως λοιπές αποδοχές (ΛΑ) για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου νοείται το τμήμα εκείνο των συντάξιμων αποδοχών για κύρια σύνταξη σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις, το οποίο αφορά τις επιπλέον του βασικού μισθού (ΒΜ), λοιπές αποδοχές (επιδόματα, αποζημιώσεις κ.λπ.), βάσει των οποίων κανονίσθηκε το πρώτον νομίμως η σύνταξη κύριας ασφάλισης του μετόχου, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις και με την προϋπόθεση ότι επί των αποδοχών αυτών διενεργήθηκε και αποδόθηκε στο Μ.Τ.Π.Υ. η προβλεπόμενη κράτηση, σύμφωνα με την περίπτωση Α’ της παραγράφου 1 του άρθρου 26 του π.δ. 422/1981, όπως εκάστοτε ισχύει, υπέρ του Μ.Τ.Π.Υ. και για όσο χρόνο διενεργήθηκε και αποδόθηκε.

  1. Ο ετήσιος συντελεστής αναπλήρωσης (Σ) της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου αναπροσαρμόζεται εντός του πρώτου δεκαπενθημέρου κάθε έτους με απόφαση του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου, αποτυπώνοντας το γινόμενο του ετήσιου συντελεστή αναπλήρωσης 0,215% επί το πηλίκο των εκτιμώμενων ετήσιων εσόδων αφαιρουμένων των διοικητικών εξόδων, προς τις αντίστοιχες παροχές τρέχοντος έτους, προκειμένου να αποφεύγεται η δημιουργία ετήσιων ελλειμμάτων σε ταμιακή και δεδουλευμένη βάση.
  2. Τα δικαιούμενα από το Μ.Τ.Π.Υ. μερίσματα όσων έχουν εξέλθει της Υπηρεσίας μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος αναπροσαρμόζονται με απόφαση του Δ.Σ. του Μ.Τ.Π.Υ., με βάση τον τύπο υπολογισμού του μερίσματος, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, και τα στοιχεία του προσωπικού μητρώου των μετόχων.

Τα οικονομικά αποτελέσματα της αναπροσαρμογής αυτής αρχίζουν από την 1.1.2016. Η διαφορά μεταξύ του προκύπτοντος από την αναπροσαρμογή νέου μερίσματος και του αθροίσματος του προ της αναπροσαρμογής παλαιού μερίσματος και της προσωπικής διαφοράς της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του ν. 3336/2005, η οποία δεν διατηρείται, με κανέναν τρόπο δεν αναζητείται από τους μερισματούχους και παραμένει στο Μ.Τ.Π.Υ. υπέρ των μελλοντικών γενεών μερισματούχων του.

Για όσους εξήλθαν από την υπηρεσία μέχρι και τις 19.4.2005, ως βασικός μισθός (ΒΜ) για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου νοείται ο βασικός μισθός και το επίδομα χρόνου υπηρεσίας, με βάση τα οποία πραγματοποιήθηκε νομίμως ανά μερισματούχο η προβλεπόμενη από την παράγραφο 2 του άρθρου 3 του ν. 3336/2005 πρώτη αναπροσαρμογή των μερισμάτων τους.

Για όσους εξήλθαν από την υπηρεσία από τις 20.4.2005 μέχρι και τις 31.10.2011, για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου ως βασικός μισθός (ΒΜ) νοείται ο βασικός μισθός και το επίδομα χρόνου υπηρεσίας που έφερε νομίμως ο μέτοχος κατά την έξοδό του από την υπηρεσία.

Για όσους εξήλθαν από την υπηρεσία από την 1η.11.2011 μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου το υπομέρισμα Μ.α καθορίζεται ίσο με το άθροισμα των υπομερισμάτων Μ.α.1 και Μ.α.2, τα οποία φέρουν ως βασικό μισθό (ΒΜ), για το διάστημα υπηρεσίας έως 31.10.2011, τον βασικό μισθό και το τυχόν επίδομα χρόνου υπηρεσίας που έφερε νομίμως ο υπάλληλος την 31η.10.2011 και, για το διάστημα υπηρεσίας από 1η.11.2011 μέχρι και την έξοδο από την υπηρεσία, το βασικό μισθό και το τυχόν επίδομα χρόνου υπηρεσίας που έφερε νομίμως ο υπάλληλος κατά την έξοδό του από την υπηρεσία, αντιστοίχως.

Για όσους εξήλθαν από την υπηρεσία μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος, για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου ως λοιπές αποδοχές (ΛΑ) νοούνται οι λοιπές αποδοχές (επιδόματα, αποζημιώσεις κ.λπ.) επί των οποίων διενεργήθηκε και αποδόθηκε στο Μ.Τ.Π.Υ. η προβλεπόμενη κράτηση, σύμφωνα με την περίπτωση Α’ της παραγράφου 1 του άρθρου 26 του π.δ. 422/1981, όπως εκάστοτε ισχύει, υπέρ του Μ.Τ.Π.Υ. και για όσο χρόνο διενεργήθηκε και αποδόθηκε.

  1. Αποκλείεται ο καθορισμός κατώτατου ορίου μερίσματος. Τα δικαιούμενα από το Μ.Τ.Π.Υ. μερίσματα όσων έχουν εξέλθει της Υπηρεσίας, μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος, τα οποία υπολογίστηκαν με βάση διατάξεις περί κατώτατου ορίου μερίσματος, αναπροσαρμόζονται, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις παραγράφους 1 έως 4 του παρόντος άρθρου.»
  2. Στο άρθρο 40 του π.δ. 422/1981, όπως ισχύει, προστίθεται νέα παράγραφος 4 ως εξής:

«4.α. Εάν ο μέτοχος συνταξιοδοτηθεί προτού συμπληρώσει το ελάχιστο όριο συμμετοχής στο Μ.Τ.Π.Υ. για απονομή μερίσματος, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις, δικαιούται επιστροφή των ατομικών του κρατήσεων, εφόσον έχει ελάχιστο όριο συμμετοχής στο ταμείο τουλάχιστον τριών ετών, δεν έχει δικαίωμα να αναγνωρίσει ή να εξαγοράσει το υπόλοιπο χρονικό διάστημα μέχρι συμπληρώσεως του ελάχιστου ορίου συμμετοχής και δεν έχει δικαίωμα να ζητήσει την απονομή σύνταξης ή μερίσματος με την εφαρμογή των ισχυουσών διατάξεων περί διαδοχικής ασφάλισης, με το Μ.Τ.Π.Υ. είτε ως απονέμοντα είτε ως συμμετέχοντα οργανισμό.

β. Ο τρόπος υπολογισμού, καθώς και ο τρόπος καταβολής της εφάπαξ επιστροφής της προηγουμένης περίπτωσης καθορίζονται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου, που εκδίδεται ύστερα από σύμφωνη γνώμη του Γενικού Διευθυντή Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων.

γ. Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου εφαρμόζονται σε μετόχους που απομακρύνονται από την υπηρεσία με οποιονδήποτε τρόπο, με εξαίρεση την περίπτωση του θανάτου, μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.»

  1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 44 του π.δ. 422/1981 (Α’ 114), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Το δικαίωμα προς απονομή μερίσματος αρχίζει:

α) Για τον μέτοχο από την επομένη της διακοπής της μισθοδοσίας του.

β) Για τον χήρο ή τη χήρα και τα ορφανά τέκνα του εν υπηρεσία αποβιώσαντος μετόχου, από την επομένη του θανάτου του ή της διακοπής της μισθοδοσίας του κατά περίπτωση.

γ) Για τον χήρο ή τη χήρα και τα ορφανά τέκνα του υπό μέρισμα μετόχου από την επομένη της παρόδου ενός (1) μηνός από την επέλευση του θανάτου του.»

  1. Η παράγραφος 4 του άρθρου 44 του π.δ. 422/1981, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

«4. Ο χήρος/χήρα δικαιούται μέρισμα εφόσον έχει συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας του κατά τον χρόνο θανάτου του μετόχου. Εφόσον δεν έχει συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας του/της κατά τον ως άνω χρόνο, δικαιούται μέρισμα για διάστημα τριών (3) ετών, μετά την πάροδο των οποίων η καταβολή μερίσματος αναστέλλεται μέχρι τη συμπλήρωση του εξηκοστού εβδόμου έτους της ηλικίας του/της. Οι ανωτέρω περιορισμοί δεν εφαρμόζονται εφόσον και για όσο χρόνο ο χήρος/χήρα, κατά τον ως άνω χρόνο, έχει τέκνο ή τέκνα που υπάγονται στις παραγράφους 5 και 6 του παρόντος άρθρου όπως έχουν τροποποιηθεί και ισχύουν, ή είναι ανίκανος για την άσκηση βιοποριστικού επαγγέλματος κατά ποσοστό 67% και άνω. Η καταβολή του μερίσματος παύει αν ο χήρος/χήρα τελέσει νέο γάμο.»

  1. Η παράγραφος 5 του άρθρου 44 του π.δ. 422/1981, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

«5. Τα ορφανά τέκνα των μετόχων δικαιούνται μέρισμα, εφόσον είναι ανήλικα και άγαμα. Η ενηλικίωση επέρχεται με τη συμπλήρωση του δεκάτου ογδόου έτους της ηλικίας. Τα ορφανά τέκνα των μετόχων που φοιτούν σε ανώτατες και ανώτερες σχολές της ημεδαπής ή ισότιμες της αλλοδαπής δικαιούνται μέρισμα μέχρι το τέλος των σπουδών τους και πάντως όχι πέρα από τη συμ-πλήρωση του εικοστού τετάρτου έτους της ηλικίας τους, εφόσον είναι άγαμα. Το μέρισμα καταβάλλεται με την προσκόμιση σε ετήσια βάση πιστοποιητικού της οικείας σχολής, από το οποίο προκύπτει η κανονική φοίτηση του σπουδαστή.»

  1. Η παράγραφος 6 του άρθρου 44 του π.δ. 422/1981, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

«6. Με τα ανήλικα τέκνα εξομοιώνονται και τα ενήλικα άγαμα ορφανά, εφόσον είναι ανίκανα για την άσκηση βιοποριστικού επαγγέλματος κατά ποσοστό 67% και άνω.»

  1. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 45 του π.δ. 422/1981, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

«Κατ’ εξαίρεση, αποκτούν δικαίωμα μερίσματος και τα ενήλικα τέκνα, εφόσον πληρούνται, ανάλογα με την περίπτωση, οι προϋποθέσεις της παραγράφου 5 του προηγούμενου άρθρου.»

  1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 46 του π.δ. 422/1981, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Τα μερίσματα των κατονομαζομένων στην παράγραφο 1 του προηγουμένου άρθρου δικαιούχων χήρου/ χήρας ή ορφανών ορίζονται στο ήμισυ του μερίσματος, το οποίο λάμβανε ή είχε δικαίωμα να λάβει ο αποβιώσας μέτοχος. Ορίζονται δε στα πέντε όγδοα αυτού για όσους έχουν ένα ανήλικο τέκνο και στα τρία τέταρτα αυτού για όσους έχουν περισσότερα του ενός ανήλικα τέκνα, καθώς και για περισσότερα του ενός ορφανά τέκνα.»

  1. Η παράγραφος 2 του άρθρου 47 του π.δ. 422/1981, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

«2. Ο χήρος/η χήρα και τα ορφανά, στην πρώτη αίτησή τους για την απονομή μερίσματος, οφείλουν να επισυνάψουν πιστοποίηση της αρμόδιας Αρχής για την ημέρα επέλευσης του θανάτου του δικαιούχου μετόχου, της ταυτότητας του αιτούντος, του ονόματος και της ηλικίας των επιζώντων τέκνων, καθώς και ότι ο χήρος/η χήρα δεν είχε διαζευχθεί.»

  1. Στο τέλος του άρθρου 4 του ν. 1395/1983 (Α’ 125), προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Οι διατάξεις του άρθρου αυτού έχουν εφαρμογή και στους υπαλλήλους - μετόχους του Μ.Τ.Π.Υ. που έχουν υποβληθεί σε μεταμόσχευση μυελού των οστών ή συμπαγών οργάνων (καρδιά, πνεύμονες, ήπαρ, πάγκρεας και νεφροί), εφόσον για τις περιπτώσεις αυτές συντρέχει ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον 67%.»

  1. Η παράγραφος 2 του άρθρου 39 και η παράγραφος 4 του άρθρου 45 του π.δ. 422/1981, καθώς και κάθε άλλη καταστατική διάταξη που προβλέπει διαφορετικά από τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο, καταργούνται.
  2. Αιτήσεις για κανονισμό ή μεταβίβαση μερίσματος του Μ.Τ.Π.Υ., οι οποίες έχουν υποβληθεί μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, εξετάζονται με βάση τις προϊσχύουσες αυτού διατάξεις και στη συνέχεια τα μερίσματα αυτά αναπροσαρμόζονται, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 49 του π.δ. 422/1981, όπως αυτό αντικαθίσταται με τον παρόντα νόμο.
  3. Στα πρόσωπα που έχουν καταστεί δικαιούχοι μερίσματος μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος και δεν πληρούν τις προϋποθέσεις για απονομή μερίσματος, σύμφωνα με το π.δ. 422/1981, όπως αντικαθίσταται με το παρόν άρθρο, παύει να καταβάλλεται μέρισμα από την πρώτη του μήνα που έπεται της ενάρξεως ισχύος του παρόντος νόμου και εφεξής.
  4. Οι μερισματούχοι του Ταμείου οι οποίοι στις 12.05.2016 έχουν ήδη διορισθεί ή όσοι διορίζονται από την ημερομηνία αυτή και εφεξής, σε οποιαδήποτε οργανική θέση μετακλητού υπαλλήλου δεν έχουν υποχρέωση υπαγωγής στην ασφάλιση του Μ.Τ.Π.Υ. και συνεχίζεται η καταβολή του δικαιούμενου μερίσματος.»

Άρθρο 41

Αντικατάσταση του άρθρου 76 του ν. 4387/2016

Προστίθεται νέα παράγραφος 5 στο άρθρο 37 του ν. 4052/2012 και αντικαθίσταται η παράγραφος 3 του άρθρου 37 του ν. 4052/ 2012. Το άρθρο 76 του ν. 4387/2016 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 76

Το άρθρο 37 του ν. 4052/2012 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 37
Ασφαλιστέα πρόσωπα

  1. Στην ασφάλιση του κλάδου επικουρικής ασφάλισης του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. υπάγονται υποχρεωτικά:

α. Οι ήδη ασφαλισμένοι των ταμείων, κλάδων και τομέων επικουρικής ασφάλισης που εντάσσονται στο Ε.Τ.Ε.Α. (νυν Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π.).

β. Όσοι αναλαμβάνουν ασφαλιστέα εργασία - απασχόληση ή αποκτούν ασφαλιστέα ιδιότητα, για την οποία ασφαλίζονται υποχρεωτικά σε φορέα κύριας ασφάλισης και δεν υπάγονται για την εργασία - απασχόλησή τους αυτή ή την ιδιότητά τους στην ασφάλιση άλλου φορέα επικουρικής ασφάλισης ή επαγγελματικής υποχρεωτικής ασφάλισης, ή των εξομοιούμενων βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας με αυτούς, ανεξαρτήτως νομικής μορφής.

  1. Στην ασφάλιση του κλάδου επικουρικής ασφάλισης του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. υπάγονται προαιρετικά:

α. Οι ήδη προαιρετικά ασφαλισμένοι των ταμείων, κλάδων και τομέων επικουρικής ασφάλισης που εντάσσονται στο Ε.Τ.Ε.Α. (νυν Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π.).

β. Οι ελεύθεροι επαγγελματίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 14 του ν. 3655/2008 (Α’ 58), καθώς και οι ελεύθεροι επαγγελματίες που υπάγονταν στην ασφάλιση του πρ. ΕΤΕΑΜ με το π.δ. 284/1992 (Α’ 145).

  1. Από την 1η.1.2021 στην ασφάλιση του Κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. υπάγονται προαιρετικά, μετά από αίτησή τους, οι αυτοαπασχολούμενοι υγειονομικοί, τα πρόσωπα που ασκούν επάγγελμα υπαγόμενο στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ, καθώς και τα πρόσωπα που βάσει ειδικής ή γενικής διατάξεως νόμου εξαιρούνται της υποχρεωτικής υπαγωγής στον Κλάδο Επικουρικής Ασφάλισης του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. Η προαιρετική υπαγωγή στην ασφάλιση από την έναρξή της διέπεται από τους κανόνες της υποχρεωτικής ασφάλισης.
  2. Στην ασφάλιση του κλάδου εφάπαξ παροχών του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. υπάγονται υποχρεωτικά:

α. Οι ήδη ασφαλισμένοι των ταμείων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών πρόνοιας που εντάσσονται στο Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. και

β. όσοι για πρώτη φορά από την κατά τα ανωτέρω ένταξη των ταμείων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών πρόνοιας αναλαμβάνουν εργασία - απασχόληση ή αποκτούν ασφαλιστέα ιδιότητα βάσει των γενικών ή ειδικών ή καταστατικών διατάξεων αυτών.

  1. Στην ασφάλιση του Κλάδου Εφάπαξ Παροχών του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. υπάγονται, μετά από αίτησή τους, προαιρετικά:

α. Oι μισθωτοί, οι αυτοτελώς απασχολούμενοι, οι ελεύθεροι επαγγελματίες και τα πρόσωπα που ασκούν επάγγελμα υπαγόμενο στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ, που από 1.1.2021 αναλαμβάνουν ασφαλιστέα εργασία - απασχόληση ή αποκτούν ασφαλιστέα ιδιότητα, για την οποία ασφαλίζονται υποχρεωτικά σε φορέα κύριας ασφάλισης και δεν υπάγονται για την εργασία - απασχόλησή τους αυτή ή την ιδιότητά τους, στην ασφάλιση του Κλάδου Εφάπαξ Παροχών βάσει της ανωτέρω περιπτώσεως 4β ή άλλου φορέα υποχρεωτικής ασφάλισης για εφάπαξ παροχή ή των εξομοιούμενων βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας με αυτούς, ανεξαρτήτως νομικής μορφής, καθώς και τα πρόσωπα που βάσει ειδικής ή γενικής διατάξεως νόμου εξαιρούνται της υποχρεωτικής υπαγωγής στον Κλάδο Εφάπαξ Παροχών του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. Η προαιρετική υπαγωγή στην ασφάλιση από την έναρξή της διέπεται από τους κανόνες της υποχρεωτικής ασφάλισης.

β. Οι προσλαμβανόμενοι στην Ελληνική Αστυνομία και στο Πυροσβεστικό Σώμα, οι οποίοι είναι υποχρεωτικά ασφαλισμένοι στον Τομέα Πρόνοιας Αστυνομικών (ΤΠΑΣ), στον Τομέα Πρόνοιας Υπαλλήλων Αστυνομίας Πόλεων (ΤΠΥΑΠ) και στον Τομέα Πρόνοιας Υπαλλήλων Πυροσβεστικού Σώματος (ΤΠΥΠΣ) του ΤΕΑΠΑΣΑ, εφαρμοζομένων των διατάξεων που διέπουν τον πρώην Τομέα Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων (ΤΠΔΥ).»

Άρθρο 42

Αντικατάσταση του άρθρου 79 του ν. 4387/2016

Το άρθρο 79 του ν. 4387/2016 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 79
Χρόνος ασφάλισης του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π.

Το άρθρο 40 του ν. 4052/2012 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 40
Χρόνος ασφάλισης

  1. Χρόνος ασφάλισης στον κλάδο επικουρικής ασφάλισης είναι:

α. Ο χρόνος, για τον οποίο καταβάλλονται ή οφείλονται ασφαλιστικές εισφορές από την έναρξη λειτουργίας του ΕΤΕΑ (νυν Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π.) και εφεξής.

β. Ο χρόνος ασφάλισης που πραγματοποιήθηκε στα εντασσόμενα ταμεία, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς, συμπεριλαμβανομένου του χρόνου που αναγνωρίστηκε και εξαγοράστηκε ή συνεχίζεται η εξαγορά του, καθώς και ο χρόνος που έχει προσμετρηθεί από οποιαδήποτε αιτία, λογίζεται ότι πραγματοποιήθηκε στην ασφάλιση του ΕΤΕΑ (νυν Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π.).

γ. Ο χρόνος ασφάλισης, ο οποίος αναγνωρίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 40 και 47 του ν. 2084/1992 (Α’ 165), το άρθρο 20 του ν. 3232/2004 (Α’ 48), το άρθρο 41 παράγραφος 7 του ν. 3996/2011 (Α’ 170), το άρθρο 15 παράγραφος 1 περίπτωση β’ και το άρθρο 34 παράγραφος 1 περίπτωση γ’ του ν. 4387/2016 (Α’ 85).

Στην περίπτωση θεμελίωσης δικαιώματος σε επικουρική σύνταξη με αναγνώριση, κατόπιν εξαγοράς, χρόνων ασφάλισης των ανωτέρω διατάξεων, το οφειλόμενο ποσό εξαγοράς, εφόσον δεν υπερβαίνει το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, συμψηφίζεται ή παρακρατείται από το σύνολο των δικαιούμενων ποσών επικουρικής σύνταξης. Εφόσον το οφειλόμενο ποσό εξαγοράς υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ, κατά το μέρος που υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ εξοφλείται εφάπαξ πριν την έκδοση της απόφασης συνταξιοδότησης, κατά δε το υπόλοιπο μέρος συμψηφίζεται ή παρακρατείται από το σύνολο των δικαιούμενων ποσών επικουρικής σύνταξης.

Ο ως άνω τρόπος εξόφλησης του οφειλόμενου ποσού εξαγοράς εφαρμόζεται και επί αιτήσεων συνταξιοδότησης ή αναγνώρισης πλασματικού χρόνου ασφάλισης, περιλαμβανομένου του χρόνου προϋπηρεσίας, οι οποίες είναι εκκρεμείς ως την έναρξη ισχύος του παρόντος.

  1. Χρόνος ασφάλισης στον κλάδο εφάπαξ παροχών είναι:

α. Ο χρόνος, για τον οποίον καταβάλλονται ασφαλιστικές εισφορές από την ένταξη των ταμείων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών πρόνοιας και εφεξής.

β. Ο χρόνος ασφάλισης που πραγματοποιήθηκε στα εντασσόμενα ταμεία, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς πρόνοιας, συμπεριλαμβανομένου του χρόνου που αναγνωρίστηκε και εξαγοράστηκε ή συνεχίζεται η εξαγορά του.

γ. Ασφαλισμένοι, οι οποίοι κατέβαλλαν καλόπιστα εισφορές στον Κλάδο Εφάπαξ Παροχών του Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης και Εφάπαξ Παροχών (Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π.) ή σε πρώην Ταμεία, Τομείς, Κλάδους και Λογαριασμούς Πρόνοιας, οι οποίοι έχουν ενταχθεί σε αυτόν, ενώ δεν συνέτρεχαν οι νόμιμες προϋποθέσεις για την υπαγωγή τους, δικαιούνται να συνεχίσουν την ασφάλισή τους, καταβάλλοντας οι ίδιοι τις αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές και υποβάλλοντας σχετική αίτηση στο Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης και Εφάπαξ Παροχών (Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π.) εντός αποκλειστικής προθεσμίας έξι (6) μηνών από τη διαπίστωση της μη υποχρεώσεως υπαγωγής τους ή από τη διακοπή της ασφάλισής τους ή τη δημοσίευση του παρόντος. Σε περίπτωση που δεν επιθυμούν την συνέχιση της ασφάλισής τους, δικαιούνται να λάβουν αχρεώστητα τις καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων περί παραγραφής, όπως ισχύουν, εφόσον υποβάλουν αίτημα διαγραφής και επιστροφής εισφορών στο Ταμείο.»

Άρθρο 43

Αντικατάσταση του άρθρου 80 του ν. 4387/2016

Στην παράγραφο 3 του άρθρου 43 του ν. 4052/2012 προστίθεται δεύτερο εδάφιο. Το άρθρο 80 του ν. 4387/2016 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 80
Διοίκηση του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π.

....................................................................

Άρθρο 44

Αντικατάσταση του άρθρου 96 του ν. 4387/2016

Το άρθρο 96 του ν. 4387/2016 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«Άρθρο 96
Παροχές Κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π.

  1. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος το άρθρο 42 του ν. 4052/2012 αντικαθίσταται ως εξής:

«Στο πλαίσιο του Εθνικού Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης, η επικουρική σύνταξη των ασφαλισμένων στον Κλάδο Επικουρικής Ασφάλισης του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. καθορίζεται ως εξής:

  1. Το ποσό της καταβαλλόμενης σύνταξης διαμορφώνεται με βάση: α) τα δημογραφικά δεδομένα, τα οποία στηρίζονται σε εγκεκριμένους πίνακες θνησιμότητας και β) το πλασματικό ποσοστό επιστροφής που θα εφαρμόζεται στις συνολικά καταβληθείσες εισφορές και το οποίο θα προκύπτει από την ποσοστιαία μεταβολή των συντάξιμων αποδοχών των ασφαλισμένων.
  2. Σε περίπτωση ελλειμμάτων λειτουργεί αυτόματος μηχανισμός εξισορρόπησης, ο οποίος αποκλείει κάθε αναπροσαρμογή των συντάξεων σύμφωνα με την υπουργική απόφαση της παραγράφου 4. Κατά τη χρονική περίοδο αυξημένων εισφορών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 97, οι συντάξεις δεν αναπροσαρμόζονται στην περίπτωση που, εάν αφαιρεθούν τα έξοδα από τα έσοδα του Ταμείου, το αποτέλεσμα είναι είτε αρνητικό είτε μικρότερο από το 0,5% των εισφορών, λαμβάνοντας υπόψη τα απολογιστικά στοιχεία της προηγούμενης χρήσης.
  3. Μετά την προαναφερόμενη περίοδο οι συντάξεις δεν θα αναπροσαρμόζονται σε περίπτωση που, αν αφαιρεθούν τα έξοδα από τα έσοδα, το αποτέλεσμα θα προκύπτει αρνητικό. Στη συνέχεια της προαναφερόμενης διαδικασίας και μόνο στην περίπτωση δημιουργίας ελλειμμάτων, θα γίνεται χρήση περιουσιακών στοιχείων του Κλάδου της Επικουρικής Ασφάλισης.
  4. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, μετά από σύμφωνη γνώμη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής, καθορίζονται οι τεχνικές παράμετροι, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του άρθρου αυτού.
  5. α. Για τους ασφαλισμένους από την 1.1.2014 και εφεξής το ποσό της επικουρικής σύνταξης υπολογίζεται, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1,2 και 3 του άρθρου αυτού.

β. Για τους ασφαλισμένους μέχρι την 31.12.2013, οι οποίοι καταθέτουν αίτηση συνταξιοδότησης από την 1η.1.2015 και εφεξής και εφόσον συγχρόνως η καταβολή της σύνταξης αρχίζει από 1η.1.2015 και εφεξής, το ποσό της επικουρικής σύνταξης αποτελείται από το άθροισμα δύο τμημάτων:

βα. Το τμήμα της σύνταξης που αντιστοιχεί στο χρόνο ασφάλισης που έχει πραγματοποιηθεί έως και τις 31.12.2014 υπολογίζεται με βάση ποσοστό αναπλήρωσης, το οποίο για κάθε έτος ασφάλισης αντιστοιχεί σε ποσοστό 0,45% επί των συντάξιμων αποδοχών κάθε ασφαλισμένου που υπεβλήθησαν σε εισφορές υπέρ επικουρικής ασφάλισης.

Ως συντάξιμες αποδοχές νοούνται:

βαα. Για τους μισθωτούς, ο μέσος όρος μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου από το έτος 2002 έως και το έτος 2014. Ο μέσος αυτός όρος υπολογίζεται ως το πηλίκο της διαίρεσης του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου διά του χρόνου ασφάλισής του κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα. Ως σύνολο μηνιαίων αποδοχών που έλαβε ο ασφαλισμένος νοείται το άθροισμα των μηνιαίων αποδοχών που υπόκεινται σε εισφορές υπέρ επικουρικής ασφάλισης, για το ανωτέρω χρονικό διάστημα. Για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών λαμβάνονται υπόψη οι αποδοχές του ασφαλισμένου για κάθε ημερολογιακό έτος, αναπροσαρμοζόμενες σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 8 του ν. 4387/2016.

βαβ. Για τους αυτοαπασχολούμενους και τους ελεύθερους επαγγελματίες, το εισόδημα, το οποίο υπόκειται σε εισφορές υπέρ επικουρικής ασφάλισης του ασφαλισμένου από το έτος 2002 έως και το έτος 2014. Ως εισόδημα νοείται το ποσό που θα αποτελούσε το ασφαλιστέο μηνιαίο εισόδημα αν εκλαμβανόταν ως μηνιαία εισφορά το ποσό που πράγματι καταβλήθηκε για κάθε μήνα ασφάλισης κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα. Στο ποσό της ασφαλιστικής εισφοράς που πράγματι καταβλήθηκε για κάθε ασφαλισμένο συνυπολογίζεται, όπου υπήρχε, και η ασφαλιστική εισφορά που έχει καταβληθεί από τον εργοδότη. Για τους ασφαλισμένους με ποσό εισφοράς υπέρ επικουρικής ασφάλισης, που προκύπτει ανάλογα με την αξία ή την ποσότητα επί των αγοραζομένων ή πωλουμένων προϊόντων, λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος μηνιαίων τεκμαρτών αποδοχών που προκύπτουν από την αναγωγή των πραγματικά καταβληθεισών μηνιαίων ασφαλιστικών εισφορών, των ετών 2002 έως και 2014, θεωρώντας ως ποσοστό εισφοράς το 6%. Για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών λαμβάνεται υπόψη το εισόδημα του ασφαλισμένου για κάθε ημερολογιακό έτος, αναπροσαρμοζόμενο σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 8 του ν. 4387/2016.

βαγ. Αν για τον προσδιορισμό των συντάξιμων αποδοχών δεν προκύπτουν ασφαλιστικά στοιχεία από πραγματικό ή πλασματικό χρόνο ασφάλισης ή από προαιρετική ασφάλιση, για χρονικό διάστημα τουλάχιστον πέντε (5) ετών από το έτος 2002 έως το έτος 2014, τότε για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών του τμήματος της επικουρικής σύνταξης που αντιστοιχεί στον χρόνο ασφάλισης έως και το έτος 2014 αναζητούνται τα ασφαλιστικά στοιχεία και κατά το πριν το έτος 2002 χρονικό διάστημα μέχρι τη συμπλήρωση συνολικά πέντε (5) ετών.

βαδ. Για τον χρόνο ασφάλισης που αναγνωρίζεται πλασματικά, ύστερα από την καταβολή του προβλεπόμενου ποσού εξαγοράς, ως συντάξιμες αποδοχές ορίζεται το ποσό που θα αποτελούσε τον ασφαλιστέο μηνιαίο μισθό-εισόδημα, αν εκ-λαμβανόταν ως μηνιαία εισφορά το ποσό που καταβλήθηκε για την εξαγορά κάθε μήνα ασφάλισης. Οι πλασματικοί χρόνοι που αναγνωρίστηκαν χωρίς εξαγορά δεν συνυπολογίζονται για τον υπολογισμό του ποσού του ανωτέρω τμήματος της σύνταξης.

ββ. Το τμήμα της σύνταξης που αντιστοιχεί στον χρόνο ασφάλισής τους από την 1η.1.2015 και εφεξής υπολογίζεται, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου αυτού.»

  1. Οι διατάξεις της περίπτωσης β’ της παραγράφου 1 του άρθρου 15 και της περίπτωσης γ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 34 για τους πλασματικούς χρόνους ασφάλισης, των άρθρων 17 και 36 για την παράλληλη απασχόληση, των άρθρων 18 και 37 για την προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης, της παραγράφου 1 του άρθρου 30 για την προσαύξηση της σύνταξης όσων κατέβαλλαν αυξημένες εισφορές, της παραγράφου 2β του άρθρου 15 και της παραγράφου 3 του άρθρου 34 για την τυπική ασφάλιση, καθώς και του άρθρου 19 για τη διαδοχική ασφάλιση εφαρμόζονται αναλογικά και στον Κλάδο Επικουρικής Ασφάλισης του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. Ειδικά οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 30, της παραγράφου 5 του άρθρου 17 και της περίπτωσης β’ της παραγράφου 4 του άρθρου 36Α για την αξιοποίηση του χρόνου παράλληλης απασχόλησης έχουν ανάλογη εφαρμογή και επί αιτήσεων συνταξιοδότησης που έχουν υποβληθεί στο Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. από την 1η.1.2015 έως και την 12.5.2016.
  2. Εκκρεμείς αιτήσεις συνταξιοδότησης που έχουν υποβληθεί μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος κρίνονται, ως προς τον τρόπο υπολογισμού της σύνταξης, σύμφωνα με το νομικό πλαίσιο που ίσχυε κατά τον χρόνο υποβολής τους.
  3. Οι ήδη καταβαλλόμενες επικουρικές συντάξεις έως 30 Σεπτεμβρίου 2019, που αφορούν αιτήσεις που είχαν υποβληθεί έως 31 Δεκεμβρίου 2014, συνεχίζουν να καταβάλλονται από 1η Οκτωβρίου 2019 στο ύψος του ποσού που είχαν διαμορφωθεί σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις στις 31.12.2014. Ειδικά, ο υπολογισμός της κράτησης υπέρ υγειονομικής περίθαλψης διενεργείται, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 30 του άρθρου 1 του ν. 4334/2015 (Α’ 80), όπως ισχύει. Το καταβαλλόμενο προ φόρου ποσόν δεν μπορεί να υπολείπεται του προ φόρου καταβαλλόμενου ποσού στις 30 Σεπτεμβρίου 2019. Τα προηγούμενα εδάφια έχουν αναλογική εφαρμογή και στις εκκρεμείς αιτήσεις που είχαν υποβληθεί έως 31 Δεκεμβρίου 2014.
  4. Από 13.5.2016 ο Κλάδος Επικουρικής Ασφάλισης του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. χορηγεί αποκλειστικά την επικουρική σύνταξη, όπως ρυθμίζεται με τις διατάξεις του άρθρου αυτού και καταργείται κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη. Από την ίδια ως άνω ημερομηνία οι διατάξεις που προβλέπουν κατώτατα όρια επικουρικών συντάξεων ή χορήγηση άλλων παροχών ή επιδομάτων καταργούνται και η χορήγηση της επικουρικής σύνταξης γίνεται αποκλειστικά με τους όρους του παρόντος.
  5. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων ορίζεται η εργάσιμη ημέρα κατά την οποία καταβάλλεται η μηνιαία σύνταξη του Κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.»

Άρθρο 45

Αντικατάσταση του άρθρου 97 του ν. 4387/2016

Το άρθρο 97 του ν. 4387/2016 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«Άρθρο 97
Εισφορές επικουρικής ασφάλισης

  1. Από την 1.6.2016 και μέχρι τις 31.5.2019, το ποσό της μηνιαίας εισφοράς για την επικουρική ασφάλιση στο Ε.Τ.Ε.Α. όλων των μισθωτών, ασφαλισμένων πριν και μετά την 1.1.1993, υπολογίζεται σε ποσοστό 3,5% για τον ασφαλισμένο και σε ποσοστό 3,5% για τον εργοδότη επί των ασφαλιστέων αποδοχών του εργαζομένου, όπως προσδιορίζονται στο άρθρο 38. Από 1η.6.2019 και μέχρι τις 31.5.2022, το ποσό της μηνιαίας εισφοράς στο Ε.Τ.Ε.Α. όλων των μισθωτών, ασφαλισμένων πριν και μετά την 1.1.1993, υπολογίζεται σε ποσοστό 3,25% για τον ασφαλισμένο και σε ποσοστό 3,25% για τον εργοδότη επί των ασφαλιστέων αποδοχών του εργαζομένου, όπως προσδιορίζονται στο άρθρο 38. Μετά το πέρας της εξαετίας, το ποσοστό της μηνιαίας εισφοράς επανέρχεται στο ύψος που ίσχυε στις 31.12.2015.
  2. Η εισφορά της περίπτωσης β’ του άρθρου 59 του ν. 3371/2005 (Α’ 178) και η πρόσθετη ειδική εισφορά του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του ν. 4225/2014 (Α’ 2), εξακολουθούν να καταβάλλονται. Άλλες ειδικές εισφορές άπαξ καταβαλλόμενες από τους ασφαλισμένους εντασσόμενων στο Ε.Τ.Ε.Α. ταμείων, τομέων κλάδων και λογαριασμών, καθώς και άλλα επιπλέον έσοδα που προκύπτουν πέραν από τις ασφαλιστικές εισφορές ασφαλισμένων και εργοδοτών παύουν να καταβάλλονται από την 1η.1.2018.
  3. Από την 1.1.2020 για την καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών, οι αυτοτελώς απασχολούμενοι, οι ελεύθεροι επαγγελματίες και οι έμμισθοι δικηγόροι του οικείου τομέα του κλάδου επικουρικής ασφάλισης του πρώην Ε.Τ.Α.Α. κατατάσσονται σε τρεις (3) ασφαλιστικές κατηγορίες, των οποίων το ποσόν της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς αντιστοιχεί σε:

Ασφαλιστικές κατηγορίες

Ποσά εισφορών επικουρικής σύνταξης σε ευρώ

(από 1/1/2020 έως 31/5/2022)

Ποσά εισφορών επικουρικής σύνταξης σε ευρώ

(από 1/6/2022)

1η κατηγορία 

42

39

2η κατηγορία 

51

47

3η κατηγορία 

61

56

  1. Οι ασφαλισμένοι κατατάσσονται με ελεύθερη επιλογή τους σε μία (1) από τις τρεις (3) ασφαλιστικές κατηγορίες. Η κατάταξη σε μία (1) από τις τρεις (3) είναι υποχρεωτική. Αν ο ασφαλισμένος δεν επιλέξει ασφαλιστική κατηγορία κατατάσσεται υποχρεωτικά στην πρώτη.

Ο ασφαλισμένος μπορεί, με αίτησή του, να επιλέξει ανώτερη ασφαλιστική κατηγορία από αυτή που υπάγεται ή, εφόσον βρίσκεται σε ανώτερη ασφαλιστική κατηγορία, να επιλέξει κατώτερη. H αίτηση επιλογής δύναται να υποβάλλεται και ηλεκτρονικά.

Αίτηση για μεταβολή ασφαλιστικής κατηγορίας δύναται να υποβάλλεται οποτεδήποτε, σε κάθε περίπτωση όμως η μετάταξη από κατηγορία σε κατηγορία θα γίνεται από την 1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους από την υποβολή της αίτησης και θα ισχύει υποχρεωτικά για όλο το επόμενο έτος από την υποβολή της αίτησης.

Κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος οι ασφαλισμένοι κατατάσσονται υποχρεωτικά στην πρώτη ασφαλιστική κατηγορία και επιλέγουν την ασφαλιστική κατηγορία στην οποία επιθυμούν να υπαχθούν από την 1.7.2020.

Ειδικά για τους έμμισθους δικηγόρους τα ανωτέρω ποσά της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς επιμερίζονται κατά 50% για τον εντολέα και κατά 50% για τον ασφαλισμένο.

  1. Aπό την 1.1.2023 έως 31.12.2024 τα ως άνω ποσά των ασφαλιστικών κατηγοριών προσαυξάνονται κατ’ έτος με διαπιστωτική πράξη του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, κατά το ποσοστό μεταβολής του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή του προηγούμενου έτους. Σε περίπτωση αρνητικής τιμής του ως άνω ποσοστού το ποσόν της εισφοράς παραμένει στα επίπεδα του προηγούμενου έτους. Από 1.1.2025 και εφεξής τα ως άνω ποσά των ασφαλιστικών κατηγοριών προσαυξάνονται κατ’ έτος κατά τον δείκτη μεταβολής μισθών σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 8.
  2. Τα πρόσωπα της παραγράφου 3 του άρθρου 76, που ασφαλίζονται από την 1η.1.2021 προαιρετικά, καταβάλλουν τις εισφορές της παραγράφου 1 σε περίπτωση μισθωτής απασχόλησης ή της παραγράφου 3 εφόσον είναι υγειονομικοί αυτοαπασχολούμενοι ή ασκούν επάγγελμα υπαγόμενο στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ.
  3. Εισφορές που καταβλήθηκαν νόμιμα δεν επιστρέφονται.»

Άρθρο 46

Συμψηφισμός οφειλών προς το Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π.

Οφειλές προς το Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. των δικαιούχων επικουρικής σύνταξης ή εφάπαξ παροχής από το Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. αποσβέννυνται με συμψηφισμό με τις συντάξεις και την εφάπαξ παροχή που δικαιούνται από το Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. Εάν ο οφειλέτης αποβιώσει, οι οφειλές του προς το Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. συμψηφίζονται με τυχόν οφειλόμενες σε αυτόν και στους νόμιμους κληρονόμους του αναδρομικές παροχές, προς απομείωση του χρέους, ενώ το υπόλοιπο ποσό αναζητείται από αυτούς κατά την κληρονομική τους μερίδα, σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΕΔΕ. Σε περίπτωση που μεταξύ των κληρονόμων υπάρχουν πρόσωπα, τα οποία έλκουν δικαίωμα σε σύνταξη ή εφάπαξ παροχή από τον οφειλέτη, το ανεξόφλητο ποσό της οφειλής παρακρατείται από το σύνολο των συντάξεων και της εφάπαξ παροχής που τους μεταβιβάζονται ή τους καταβάλλονται, κατά το ποσοστό της σύνταξης ή του εφάπαξ που δικαιούνται από το Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π.

Άρθρο 47

Συμπληρωματική χρηματοδότηση κοινωνικού προϋπολογισμού

Το άρθρο 120 του ν. 4611/2019, αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 120

  1. Από την 1.1.2020 στον ετήσιο κοινωνικό προϋπολογισμό εγγράφεται δαπάνη ύψους 0,5% του ΑΕΠ, από την οποία καλύπτεται κατά πρώτον η δαπάνη που δημιουργείται ετησίως σε εφαρμογή των αριθμ. 1890/2019 και 1891/2019 αποφάσεων της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας και κατά δεύτερον καλύπτεται η δαπάνη πολιτικών πρόνοιας και κοινωνικής αλληλεγγύης και υγείας. Η δαπάνη των πολιτικών αυτών χρηματοδοτείται από τον κρατικό προϋπολογισμό και οι σχετικές πιστώσεις εγγράφονται στον ετήσιο προϋπολογισμό του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων. Για το έτος 2020 η δαπάνη της παραγράφου 1 καλύπτεται από τις ήδη εγγεγραμμένες πιστώσεις του κοινωνικού προϋπολογισμού.
  2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Υγείας και Οικονομικών, η οποία εκδίδεται πριν από την κατάθεση στη Βουλή του προσχεδίου του ετήσιου Κρατικού Προϋπολογισμού, λαμβάνοντας υπόψη τις αναλογιστικές προβολές, τα στοιχεία εκτέλεσης του κοινωνικού προϋπολογισμού και τους ετήσιους δημοσιονομικούς στόχους, καθορίζεται ετησίως το ποσόν που διατίθεται για τη χρηματοδότηση των πολιτικών πρόνοιας, κοινωνικής αλληλεγγύης και υγείας της παραγράφου 1.»

Άρθρο 48

Μείωση εισφορών εργοδότη-εργαζομένου

Από την 1η Ιουνίου 2020 στις περιπτώσεις πλήρους απασχόλησης οι ασφαλιστικές εισφορές των μισθωτών μειώνονται κατά 0,90 ποσοστιαίες μονάδες ως ακολούθως:

  1. Κατά 0,75 ποσοστιαίες μονάδες (πμ) των ασφαλίστρων υπέρ κλάδου ανεργίας. Η μείωση επιμερίζεται κατά 0,48 πμ στο ασφάλιστρο του εργοδότη και κατά 0,27 πμ στο ασφάλιστρο του εργαζομένου. Το συνολικό ασφάλιστρο υπέρ ανεργίας διαμορφώνεται σε 4,25% και κατανέμεται 2,69% στον εργοδότη και 1,56% στον εργαζόμενο.
  2. Κατά 0,15 ποσοστιαίες μονάδες (πμ) των ασφαλίστρων υπέρ του Ενιαίου Λογαριασμού για την εφαρμογή Κοινωνικών Πολιτικών (ΕΛΕΚΠ) του άρθρου 34 παρ. 4 περίπτωση β’ του ν. 4144/2013 (Α’ 88), η οποία μειώνεται από την εισφορά που προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1, περίπτωση β, εδάφιο α’ του ν.δ. 2963/1954 (Α’ 195), και αφορά αποκλειστικά ασφάλιστρο του εργαζόμενου. Το αντίστοιχο ασφάλιστρο του εργαζομένου υπέρ ΕΛΕΚΠ διαμορφώνεται σε 1,20% και κατανέμεται 0,85% υπέρ πρώην ΟΕΚ (ν.δ. 2963/1954) και 0,35% υπέρ πρώην ΟΕΕ (ν. 678/1977, Α’ 246 και άρθρο 7 του ν. 3144/2003, Α’ 111).

Άρθρο 49

Εξουσιοδοτικές διατάξεις

Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται εντός δύο (2) ετών από τη έναρξη ισχύος του παρόντος, μετά από πρόταση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων κατόπιν γνώμης του Δ.Σ. του e- Ε.Φ.Κ.Α., καταρτίζεται Ενιαίος Κανονισμός ανά κλάδο για την Κύρια ασφάλιση, για την Επικουρική Ασφάλιση και για την Εφάπαξ Παροχή του e-Ε.Φ.Κ.Α., στους οποίους καθορίζονται θέματα υπαγωγής στην ασφάλιση, υπολογισμού και διαδικασίας χορήγησης των παροχών, προϋποθέσεις υπαγωγής στην ασφάλιση για παροχές ασθενείας σε είδος και σε χρήμα, η έκταση, το ύψος, οι δικαιούχοι, η διαδικασία χορήγησης των παροχών σε χρήμα, καθώς και κάθε άλλο αναγκαίο ζήτημα.

ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ

ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ e-Ε.Φ.Κ.Α.

Άρθρο 50

Τροποποίηση του τίτλου του π.δ. 8/2019 (Α’ 8)

Ο τίτλος του π.δ. 8/2019 αντικαθίσταται ως εξής: «Οργανισμός Ηλεκτρονικού Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης: e-Ε.Φ.Κ.Α.».

....................................................................

Άρθρο 104

Ρύθμιση για αποδοχές που εισπράχθηκαν αναδρομικά εντός του 2013

Στο άρθρο 72 του ν. 4174/2013 (Α’ 170) προστίθεται παράγραφος 51 ως εξής:

«51. Οφειλές από πράξεις διοικητικού προσδιορισμού του φόρου που εκδόθηκαν μέχρι την 31η.12.2019 με βάση στοιχεία που είχε στη διάθεσή της η Φορολογική Διοίκηση και αφορούν αποδοχές που εισπράχθηκαν αναδρομικά εντός του 2013, καθίστανται ληξιπρόθεσμες την 29η.5.2020.»

Άρθρο 105

Τροποποίηση του άρθρου 121 του ν. 2960/2001

Το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 8 του άρθρου 121 του ν. 2960/2001 (Α’ 265) «Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας» αντικαθίσταται ως εξής:

....................................................................

Άρθρο 106

Τεχνική Υπηρεσία Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου

....................................................................

Άρθρο 107

Αποφαινόμενα και γνωμοδοτούντα όργανα έργων Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου

....................................................................

Άρθρο 108

Έναρξη ισχύος

  1. Το Πρώτο, το Δεύτερο και Τέταρτο Μέρος τίθεται σε ισχύ από την 1.3.2020.
  2. Το Τρίτο Μέρος τίθεται σε ισχύ από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά σε επιμέρους διατάξεις.

Αθήνα, 28 Φεβρουαρίου 2020